“Χωρίς οικογένεια” του Hector-Henri Malot – Δραματοποιημένη λογοτεχνία σε σκηνοθεσία Δημήτρη Δεγαΐτη – Θέατρο Τέχνης «Κάρολος Κουν»

Δημοσθένης Φιλιππάς, Φραγκίσκη Μουστάκη, Κωνσταντίνος Ευστρατίου και Κατερίνα Μηλιώτη.
Ο Μάριος Κρητικόπουλος.
Ο Μάριος Κρητικόπουλος.

Παιδικά γέλια και χαρούμενα ματάκια στήθηκαν με δέος μπροστά στη σκηνή του Θεάτρου Τέχνης για να δουν τον Ρεμύ, ένα μικρό φιλαράκι, ένα παιδάκι που με μεγάλη καρδιά και το όνειρο ελπίδα στο δισάκι του, ξεκινά να βρει τη δική του Ιθάκη. Στο δρόμο συναντά σκούπες, αγελάδες, βαπόρια, φίλους καλούς αλλά και κατεργάρηδες, τη ζωή και τον θάνατο, αλλά δε λυγίζει και συνεχίζει να περπατά τραγουδώντας…Χτύπα χτύπα το ραβδάκι γίνε το νερό στ’ αυλάκι
φα και ρε και μι και ντο μες στο μπλε το ξάγναντο…

 

Γραμμένο το 1878 από τον Hector-Henri Malot, το sans famille συνιστά ένα roman dinitiation, ένα μυθιστόρημα μαθητείας, διάπλασης, στον απόηχο του γερμανικού Bildungsroman του 18ου αιώνα. Είναι η εποχή που το μυθιστόρημα αφήνει πίσω του την αναφορά στις προσωπικές περιπέτειες των ηρώων του και εισέρχεται στην ουσία, ιχνηλατώντας το στίγμα που αφήνουν οι περιπέτειες στην ψυχοσύνθεση των ηρώων. Η ουσία του roman dinitiation αφορά τη «μαθητεία», την προσωπική πορεία που βιώνει ο ήρωας για να ανακαλύψει την δική του παρουσία, ταυτότητα και στίγμα και να ζήσει αρμονικά εντός του κοινωνικού συνόλου, του οποίου αποτελεί αναπόσπαστο μέρος.

Πάνω στον καμβά του προσωπικού ταξιδιού σε συμβολικό και πραγματικό επίπεδο, ο Hector Malot, διηγείται την ιστορία του Rémi που αντιμετωπίζει περιπέτειες, αντιξοότητες και δραματικές καταστάσεις και κατορθώνει να εντοπίσει τη θέση του μέσα στον νέο κόσμο του 19ου αιώνα που σιγά-σιγά σβήνει. Η μεγάλη περιήγηση (die Bildungsreise) του Rémi τον προικίζει με δεξιότητες, προσδοκίες, φιλοδοξίες, συμπεριφορές, ηθικές αντιλήψεις και ιδεολογίες που συνυφαίνονται με παιδαγωγικό και κλασικό τρόπο.

Το κείμενο τηρεί τους κανόνες του Bildungsroman και ξετυλίγεται σε τρεις φάσεις˙ στην πρώτη φάση περιγράφεται η παιδική ηλικία του ήρωα που ζει σε ένα ασφαλές περιβάλλον, όπου στην περίπτωση του Rémi αυτό ανατρέπεται και μας οδηγεί στη δεύτερη φάση της περιπλάνησης, της προσωπικής σύγκρουσης, της δυσαρμονίας και των κοινωνικών αντιξοοτήτων που ταλαιπωρούν και διαπλάθουν τον νεαρό ήρωα. Η τρίτη φάση είναι η στιγμή που ολοκληρώνεται ο κύκλος μιας πρώτης και βασικής κοινωνικοποίησης, κατά την οποία ο ήρωας έχει αποκτήσει την αντοχή, την ανοχή και τις κοινωνικές δεξιότητες αλλά και μια πρώτη σαφή εικόνα του «εγώ» του καθώς επιστρέφει στο σπίτι του.

Ο δικός μας Rémi ταξιδεύει σε πολλά μέρη της Γαλλίας του 19ου αιώνα  και με όχημα την καλοσύνη του, την ευαισθησία του, την υπομονή και την επιμονή του αφήνεται να γαλουχηθεί μέσα από αιχμηρές καταστάσεις, ενώ τη δράση εντείνουν και συμπληρώνουν πολλά δευτερεύοντα πρόσωπα που, στην ουσία, έχουν συμβολικό ρόλο. Ο Rémi δοκιμάζει επίσης πολλά επαγγέλματα, γίνεται ακροβάτης, κηπουρός, ανθρακωρύχος και αντιμετωπίζει με υπομονή τις δυσκολίες του κάθε επαγγέλματος.

Δημοσθένης Φιλιππάς, Φραγκίσκη Μουστάκη, Κωνσταντίνος Ευστρατίου και Κατερίνα Μηλιώτη.
Δημοσθένης Φίλιππας, Φραγκίσκη Μουστάκη, Κωνσταντίνος Ευστρατίου και Κατερίνα Μηλιώτη.

Η σκηνοθεσία του έμπειρου στο παιδικό θέατρο Δημήτρη Δεγαΐτη τονίζει με ευαισθησία, ρυθμό και τρυφερότητα κάθε πτυχή της προσωπικής και, ενίοτε οδυνηρής, περιήγησης του ήρωά μας. Η σκηνοθεσία, πατώντας πάνω στην εξαιρετική και ουσιώδη θεατρική διασκευή της επίσης έμπειρης Άνδρης Θεοδότου, εικονοποιεί με θαυμαστό και ευφάνταστο τρόπο μια παιδική ζωή που αναζητά τη δική της αλήθεια, αξιοποιώντας κάθε στιγμή, κάθε κίνηση, κάθε φόρμα του σωματικού θεάτρου.

Κατά συνέπεια η σκηνοθεσία ενεργοποιεί ψυχικές αντιδράσεις φωτίζοντας με την ανεκτίμητη λάμψη της φαντασίας συναισθήματα, χαρά, λύπη, πένθος, οργή, ματαίωση, μικρούς και μεγάλους ολέθρους˙ η παιδική ψυχή παίζοντας με τα λιτά μινιμαλιστικά σκηνικά της Μαντούς Ψυχουντάκη, αφήνει ελεύθερη τη φαντασία της βλέποντας 18 καρέκλες, σκούπες, κουβάδες και  ψάθες να μεταμορφώνονται, σχεδόν μαγικά, από τους ηθοποιούς σε ανεμόμυλους, αγελάδες, καρβέλια καμτσίκια, ποταμόπλοια.

Παράλληλα, η δράση εκτυλίσσεται με ζωντάνια, σθένος και χρονική αρτιότητα, καθώς αλλάζουν ταχύτατα τα πρόσωπα  και οι σκηνές, διαμορφώνοντας ένα εντυπωσιακό και απόλυτα συμπαγές θεατρικό σύνολο. Ο Μάριος Κρητικόπουλος, ως Rémi, είναι ο μόνος ηθοποιός που δεν αλλάζει πρόσωπα και παίρνει πάνω του έναν ρόλο που απαιτεί την παρουσία του επί σκηνής, σχεδόν από την αρχή έως το τέλος. Ο Rémi του Μ. Κρητικόπουλου αποπνέει ευαισθησία, αποφασιστικότητα, χαρά, επιμονή, καλοσύνη, συγκινεί και κερδίζει τα παιδιά (και τις μητέρες) με τον καλοκάγαθο χαρακτήρα και την καλοδουλεμένη μελέτη του ρόλου.

Ο Δημοσθένης Φίλιππας, γεμίζει τη σκηνή με την υποκριτική δεξιότητα που τον χαρακτηρίζει, ερμηνεύοντας άλλοτε τον  θετό πατέρα του Ρεμύ, άλλοτε τον μισότρελο Ιταλό μουσικό, έναν ζωέμπορα, ή τον κακούργο θείο. Ο Δ. Φίλιππας αλλάζει ρόλους, συναισθήματα, φωνή και μανιέρα αστραπιαία, εντυπωσιακά και με την αρτιότητα του μεγάλου ηθοποιού που δεν εγκλωβίζεται σε στεγανά. Η δεξιότητά του δε, προχωρά ακόμη ένα βήμα, αφού παίρνει, με καταπληκτική ευκολία, και τη μορφή «σκηνικών», όπως ενός ανεμόμυλου, ή τη μηχανή του ποταμόπλοιου.

Ο Κωνσταντίνος Ευστρατίου, ως σινιόρ Βιτάλι και  Ντρίσκολ, προβάλλει με την εμπειρία του κάθε συναισθηματική και συμπεριφορική πτυχή του ήρωα που υποδύεται, ενώ επιβάλλεται με την πληθωρική του παρουσία, το πηγαίο ταλέντο και τις εξαιρετικές φωνητικές ικανότητες. Η Φραγκίσκη Μουστάκη, είτε ως σκιάχτρο, είτε ως μητέρα του Ρεμύ ζει την κάθε της στιγμή με χαρά, συγκίνηση και δυναμικότητα, χαρίζοντας βάρος σε κάθε χαρακτήρα. H Κατερίνα Mηλιώτη αποπνέει τρυφερότητα και «μαμαδίστικη» καλοσύνη ως κ. Μπαρμπερέν, ενώ οι Σταύρος Καραμπάτσος και Χρήστος Δεσπότης αναπαριστούν τον σκυλάκο Καπί και τη μαϊμού Καρίνο, δημιουργώντας τη δική τους εικόνα στην παιδική μνήμη. Ο Φοίβος-Μαρίνος Σαμαρτζής ενσαρκώνει με επιτυχία τον Ματτία, ενώ ο Τάσος Προβιάς ερμηνεύει πολλά πρόσωπα με συνέπεια και προσοχή.

Η μουσική του Νίκου Τσέκου και οι φωτισμοί της Στέλλας Κάλτσου ενισχύουν τη συναισθηματική ουσία κάθε σκηνής και βοηθούν στη δημιουργία του θεατρικού αποτελέσματος, ενώ η κινησεολογία της Μαρίζας Τσίγκα τονίζει τις αυτοσχεδιαστικές εντάσεις και την ουσία του σωματικού θεάτρου εντυπωσιάζοντας ένα δύσκολο κοινό, όπως τα παιδιά.

Ένα αγαπημένο παιδικό βιβλίο, το sans famille, βραβευμένο από την Γαλλική Ακαδημία, εικονοποιείται με έναν τρόπο αγαπημένο, έξυπνο, αστείο και τρυφερό, αναδύοντας στην ατμόσφαιρα μηνύματα για την οικογένεια, τη φιλία, την αισιοδοξία, την πίστη, την πάλη αλλά και τη χαρά της ζωής, τους στόχους που δίνουν νόημα στην καθημερινότητά μας. Το Χωρίς Οικογένεια του Θεάτρου Τέχνης χάρισε συγκινητικές και όμορφες στιγμές στα παιδιά και ανασάλεψε, στις μαμάδες και τους μπαμπάδες, μνήμες παιδικές, γεμάτες ξεκαρδίσματα και γαργαλητά,  διαβάσματα και αγκαλιές από γονείς που ίσως να μην είναι πια εδώ, αλλά γέμισαν τις μέρες μας με χρυσόσκονη, καταλαγιάζοντας λίγο την αιωνιότητα της απουσίας τους.