Θαυμαστές συναυλίες και παράσταση όπερας στο Λονδίνο: «Turandot» του Puccini στη Βασιλική Όπερα – Συμφωνία αρ. 3 του Mahler από την Philhamonia – Byrd από τον Harry Christophers – O Bryn Terfel ερμηνεύει Wagner – O Rouvali διευθύνει την Philharmonia – «Θεοδώρα» και «Μεσσίας» του Handel

Σκηνή από την "Turandot" (φωτογραφία: Marc Brenner)
Σκηνή από την παραγωγή της “Turandot” του Giacomo Puccini, όπως παρουσιάστηκε στη Βασιλική Όπερα (φωτογραφία: Marc Brenner)

 

Το Λονδίνο αποτελεί μουσικό παράδεισο για κάθε λάτρη της λεγόμενης λόγιας μουσικής. Οι πρόσφατες μουσικές μας εμπειρίες στη διεθνή τούτη μουσική μητρόπολη συνεχίστηκαν με παραστάσεις όπερας, συναυλίες και ρεσιτάλ. Συχνά κατά τις ακροάσεις αναλογιζόμασταν πόσες λίγες πόλεις ανά τον κόσμο είναι ικανές να προσφέρουν στο κοινό τους αυτό το άφθαστο επίπεδο ερμηνευτικής απόδοσης. Η μουσικότητα, το ταλέντο, αλλά και ο υποδειγματικός επαγγελματισμός των καλλιτεχνών, αποτελούν αρετές όντως αξιοθαύμαστες. Πόσο τυχερό είναι το εδώ κοινό που σε καθημερινή βάση έχει την ευλογία και πραγματική πολυτέλεια να απολαμβάνει τα πλούσια ακροάματα. Και προφανώς πρόκειται για ένα κοινό που αγαπάει, γνωρίζει, ασχολείτε και αντιλαμβάνετε σε βάθος της μουσική. Κατά τη διάρκεια ανεξαιρέτως όλων των μουσικών εκδηλώσεων, το ακροατήριο παρακολουθούσε με μία ασύλληπτη συγκέντρωση και προσήλωση, που με προσευχή και προσωπικό στοχασμό θα μπορούσε να συγκριθεί.

Η Anna Pirozzi ως Turandot και ο Alexander Kravets ως Αυτοκράτορας Altoum (φωτογραφία: Marc Brenner)

Στις 15/3, στη Βασιλική Όπερα (Royal Opera House, Covent Garden), παρακολουθήσαμε την 284η παράσταση της πολυαγαπημένης ακροτελεύτιας όπερας (ορθότερα, λυρικού δράματος), Turandot του Giacomo Puccini (1858-1924), σε libretto των Giuseppe Adami (1878-1946) και Renato Simoni (1875-1952), που έμεινε ημιτελής μετά τον θάνατο του συνθέτη και ολοκληρώθηκε από τον συνεργάτη του, Franco Alfano (1875-1954). Επρόκειτο για τη μία συναρπαστική, τόσο μουσικά όσο και εικαστικά,  παράσταση, με πρωταγωνιστές τους πανάξιους Anna Pirozzi (Turandot), Russell Thomas (Calaf), Masabane Cecilia Rangwanasha (Liù), Vitalij Kowaljow (Timur), Hansung Yoo (Ping, μέγας σφραγιδοφύλακας), Aled Hall (Pang, μέγας μάγειρας), Michael Gibson (Pong, μέγας διαχειριστής) και Alexander Kravets (Αυτοκράτορας Altoum). Και φυσικά, με τις θαυμάσιες Χορωδία και Ορχήστρα της Βασιλικής Όπερας. Δεν ήταν μόνο η υποδειγματική απόδοση των προαναφερθέντων (οι Pirozzi, Thomas, Rangwanasha και Kowaljow, με φωνές αντοχής, σχημάτισαν μία ιδανική ομάδα πρωταγωνιστών), αλλά και η ξεχωριστού μουσικού κύρους διεύθυνση του Sir Antonio Pappano, ο οποίος φέτος για πρώτη φορά στην καριέρα του προσέγγιζε το έργο και έφερε στην επιφάνεια όλη τη μεγαλοπρέπεια, τραγικότητα και τις ποικίλες εκλεπτύνσεις της παρτιτούρας. Επιπλέον, ρυθμικά άψογοι και τονικά σωστοί στα εκτενή και τεχνικά δύσκολα ensembles τους υπήρξαν και οι Yoo, Hall και Gibson. Σημειώνουμε ότι ο Pappano πρόκειται το 2024 να αφήσει την καλλιτεχνική διεύθυνση του λαμπρού αυτού λυρικού θεάτρου˙ θητεία που εγκαινιάστηκε το 2002 και έφερε πολλούς εξαίσιους καρπούς. Τη θέση του θα καταλάβει από τον Σεπτέμβριο του 2005 ο εξίσου ταλαντούχος αρχιμουσικός Jakub Hrůša. Στις πολλές θετικές εντυπώσεις που αποκομίσαμε αναμφίβολα συνεισέφερε και η αναβίωση της γνωστής  από τις βιντεοσκοπημένες κυκλοφορίες (ακολούθησε νέα, στο πλαίσιο των ζωντανών μεταδόσεων, στις 22/3) δοκιμασμένης υπερπαραγωγής του σκηνοθέτη Andrei Serban (1984), ο οποίος συνεργαζόμενος με τους Sally Jacobs (σχεδιασμός σκηνικών και κοστουμιών), F. Mitchell Dana (φωτισμοί) και Kate Flatt (χορογραφία), έστησε μαγευτικές εικόνες εποχής, τόνισε το εξωτερικό στοιχείο, και με γούστο επέλεξε ιστορικά ενημερωμένα κοστούμια. Την αναβίωση επωμίσθηκε με προσοχή ο σκηνοθέτης Jack Furness.

Ο διευθυντής ορχήστρας Paavo Järvi (φωτογραφία: Kaupo Kikkas)

Στις 16/3, στο Royal Festival Hall, απολαύσαμε τη Συμφωνία αρ. 3 του Gustav Mahler σε μία μεγαλοπρεπώς ολοκληρωμένη ανάγνωση από την έξοχη ορχήστρα Philharmonia, υπό τη διεύθυνση του Paavo Järvi, και με τη συμμετοχή της καλλίφωνης μεσοφώνου Hongni Wu, των κυριών της Philharmonia Voices και της παιδικής χορωδίας Tiffin Boys’ Choir. Οι τραγικές σελίδες και ο μεταφυσικός στοχασμός του έργου έρχονταν με επιτυχία στο προσκήνιο. Οι ποιότητες της Philharmonia και ο δουλεμένος ήχος της (τι έγχορδα και χάλκινα!) ήταν στοιχεία που θαυμάσαμε από την πρώτη στιγμή. Στο τρομακτικά σκοτεινό πρώτο μέρος, Kräftig. Entschieden, η σκέψη μας στρεφόταν συνεχώς στον «δικό μας», έναν και μοναδικό, μέγιστο αρχιμουσικό Δημήτρη Μητρόπουλο (1896-1960), ο οποίος διευθύνοντας πρωινή δοκιμή ακριβώς αυτού του μέρους, στο τιμόνι της Ορχήστρας της Scala του Μιλάνου, στο Μιλάνο, κατέρρευσε στο podium πεθαίνοντας λίγο αργότερα. Το ημερολόγιο έδειχνε 2 Νοεμβρίου 1960.

Το σύνολο The Sixteen και ο ιδρυτής του, Harry Christophers (φωτογραφία: The Sixteen)

Στις 23/3, στο Wigmore Hall, είχαμε την πολύτιμη ευκαιρία να ακούσουμε έργα του μεγάλου Άγγλου συνθέτη της ύστερης αναγέννησης William Byrd (1539/40-1623), από την εκδημία του οποίου φέτος συμπληρώνονται ακριβώς 400 χρόνια. Επρόκειτο για τη σειρά κομματιών του, που εκδόθηκαν το 1611, ως τα τελευταία που είδε ο δημιουργός να κυκλοφορούν,  με τίτλο Psalmes, Songs and Sonnets (Ψαλμοί, Τραγούδια και Σονέτα). Ο Harry Christophers διηύθυνε το ονομαστό φωνητικό σύνολο που ο ίδιος είχε ιδρύσει το 1977. Όσοι γνωρίζουμε την εκτενή τους δισκογραφία, παρακολουθούμε τις συναυλίες τους και είχαμε ακούσει το τελευταίο τους album, που κυκλοφόρησε στις 7/10/2022, και συμπεριλάμβανε ακριβώς τούτη τη μουσική, ήμασταν προετοιμασμένοι για την ιδιαίτερη ερμηνεία που λάβαμε εκείνο το βράδυ. Συνεργαζόμενοι με το οργανικό σύνολο Fretwork, ο Christophers και η χορωδία του, πρότειναν εκτελέσεις βαθύτατης πνευματικότητας και συγκίνησης, φωτίζοντας την καθαρότητα και την υπερκόσμιας ομορφιάς και ενίοτε ξεχωριστής τρυφερότητας μουσική έμπνευση, άλλοτε μελαγχολικών και άλλοτε χαρούμενων αποχρώσεων, του μέγα Byrd. Στα καθαρά ορχηστρικά μέρη του έργου, ο μαέστρος δεν διηύθυνε˙ καθισμένος δίπλα στους χορωδούς του απολάμβανε άλλοτε με στοχαστική έκφραση και άλλοτε με ένα γλυκό χαμόγελο ζωγραφισμένο στο πρόσωπό του. Κατά τη διάρκεια της συναυλίας, ο διάσημος ηθοποιός Noel Byrne διάβαζε κείμενα του ίδιου του συνθέτη. Σε όσους αναγνώστες δεν το έχουν ήδη πράξει, προτείνουμε ανεπιφύλακτα να αναζητήσουν την ηχογράφηση τούτης της ιδεώδους ανάγνωσης του Christophers και των συνεργατών του (Coro, COR16193).

Ο διευθυντής ορχήστρας Alexander Soddy (φωτογραφία: Gerard Collett)

Προχωρώντας, στις 26/3, στο Royal Festival Hall, ακούσαμε απογευματινή συναυλία της πάντα υπέροχης ορχήστρας Philharmonia, υπό τη διεύθυνση του Άγγλου μαέστρου Alexander Soddy, ο οποίος αντικατέστησε τον Φινλανδό EsaPekka Salonen, που ακύρωσε λόγω κορονοϊού. Το εναρκτήριο μέρος της συναυλίας καλύφθηκε εξολοκλήρου από μουσική του Richard Wagner (1813-1883). Η συναυλία άνοιξε με μία κατάλληλα μεγαλοπρεπή ερμηνεία της Εισαγωγής (γερμ. Vorspiel) στο μουσικό δράμα με τίτλο, Οι Αρχιτραγουδιστές της Νυρεμβέργης (Die Meistersinger von Nürnberg, WWV 96). Στη συνέχεια, ο διάσημος Ουαλός βαρύτονος Sir Bryn Terfel τραγούδησε με ωραία φωνή, έκφραση και προσοχή σε κάθε λέξη του κειμένου, τον μονόλογο του Hans Sachs, Was duftet doch der Flieder, από την δεύτερη πράξη της προαναφερθείσας όπερας. Στη συνέχεια, ακούσαμε μία δυναμική και γεμάτη λάμψη ανάγνωση του Πρελουδίου στην τρίτη πράξη της ρομαντικής όπερας, Lohengrin, WWV 75. Το τέλος του πρώτου μέρους της συναυλίας κατέλαβε ο εκτενής μονόλογος του Wotan, με τον οποίον κλείνει το μουσικό δράμα με τίτλο, Η Βαλκυρία (Die Walküre, WWV 86B). O Sir Bryn πρότεινε μία ανάγνωση γεμάτη επιβλητική ένταση, αλλά και βουτηγμένη μέσα στην κατάλληλη συγκίνηση όπως επιβάλει το γραμμένο από τον ίδιο τον συνθέτη libretto, του πατέρα των Θεών, που αποχαιρετά την αγαπημένη του κόρη, Brünnhilde. Οι σποραδικές τονικές αποκλίσεις, δεν ενόχλησαν. Οι αποχρώσεις δυναμικής που ανακάλυπτε ο αγαπημένος βαρύτονος, έβρισκαν απόλυτη ανταπόκριση από τη ορχήστρα, υπό τον Soddy, που χάρισαν στον καλλιτέχνη μία συνοδεία υψηλών προδιαγραφών. Στο δεύτερο μέρος της συναυλίας εκτελέστηκε η Συμφωνία αρ. 6, WAB 106, του Anton Bruckner (1824-1896), η οποία ευτύχισε στα χέρια των μελών της ορχήστρας, υπό τον  μαέστρο, που επέλεξε εύπλαστες ταχύτητες που υποστήριζαν τη σωστή ροή. Το μυστηριακό αίσθημα, η ισχύς, η δομή των υπέροχα εκτενών μουσικών παραγράφων και οι εσωτερικές συναισθηματικές εντάσεις της παρτιτούρας αναδείχθηκαν με υποδειγματική επάρκεια.

Ο διευθυντής ορχήστρας Jonathan Cohen (φωτογραφία: Marco Borggreve)

Στις 29/3, στο Royal Festival Hall, παρακολουθήσαμε ερμηνεία του δραματικού ορατορίου Θεοδώρα (Theodora, HWV 68) του George Frideric Handel (1685-1759), σε libretto του Thomas Morell (1703-1784), του οποίου η υπόθεση στρέφεται γύρω από τον απαγορευμένο έρωτα της χριστιανής μάρτυρος Θεοδώρας και του Ρωμαίου αξιωματούχου-κρυφού χριστιανού, Δίδυμου. Το έργο, που συγκαταλέγεται στα πλέον αριστουργηματικά του συνθέτη του, παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στο Θέατρο του Covent Garden, στις 16 Μαρτίου 1750.  Δυστυχώς, κατά την πρεμιέρα του, το έργο δεν έτυχε μεγάλης αναγνώρισης και τούτο μάλλον διότι οι μεγαλύτεροι υποστηρικτές του συνθέτη απουσίαζαν από την αίθουσα έχοντας εγκαταλείψει το Λονδίνο λόγω μεγάλου σεισμού που είχε προηγηθεί περίπου μία εβδομάδα νωρίτερα. Ακόμα, ίσως το θέμα, το οποίο απομακρυνόταν από τις αφηγήσεις της παλαιάς διαθήκης, που συνήθως αποτελούσαν τις χαιντελικές επιλογές, να ξένισε κάπως το κοινό της εποχής. Ωστόσο, η παρτιτούρα είναι λαμπρή από κάθε άποψη και η έμπνευση του Handel βρίσκεται στην απόλυτη κορυφή της. Η ερμηνεία που ακούσαμε εκείνο το βράδυ στάθηκε στο επίπεδο του έργου και υπήρξε από κάθε άποψη απολαυστική σε όλη της τη διάρκεια. Ο αρχιμουσικός Johnathan Cohen, από το τσέμπαλο, καθοδήγησε το οργανικό και φωνητικό σύνολο Arcangelo, το οποίο ο ίδιος ίδρυσε μόλις το 2010, με γνώση, συνέπεια και αγάπη (αναφέρουμε ότι τον Σεπτέμβριο του 2018, στο πλαίσιο του φεστιβάλ Proms, είχε καθηλώσει το κοινό με εκτέλεση του ίδιου έργου). Η άξια πολλών επαίνων ομάδα των διακεκριμένων τραγουδιστών, Louise Alder (Theodora), Tim Mead (Didymus), Anna Stéphany (Irene), Stuart Jackson (Septimus) και Adam Plachetka, υπήρξε εκλεκτή, αποδίδοντας με αξιοσημείωτη εκφραστική γενναιοδωρία, φωνητική ισχύ και ιδίως, με συγκίνηση και με ένα θεατρικό αίσθημα, πολύ ταιριαστό σε αυτό το σπουδαίο έργο. Όπως ανακοινώθηκε, προς μεγάλη χαρά των πολλών θαυμαστών του συνόλου, το ορατόριο μόλις ηχογραφήθηκε από τους ίδιους εκτελεστές, και πρόκειται μελλοντικά να κυκλοφορήσει. Αναμένουμε, λοιπόν, με ανυπομονησία.

Ο διευθυντής ορχήστρας Santtu-Matias Rouvali (φωτογραφία: Camilla Greenwell)

Στο Royal Festival Hall, στις 30/3, η ορχήστρα Philharmonia, υπό τη διεύθυνση του καλλιτεχνικού της διευθυντή SanttuMatias Rouvali, έδωσε τον καλύτερό της εαυτό ερμηνεύοντας με προσοχή στη λεπτομέρεια και ωραιότατα λαξευμένο ήχο, ένα ιδιαίτερα ενδιαφέρον πρόγραμμα: Johannes Brahms (1833-1897), Ακαδημαϊκή Εορταστική Εισαγωγή (γερμ. Akademische Festouvertüre), Op. 80, Robert Schumann (1810-1856), Κομμάτι Κοντσέρτου (γερμ. Konzertstück) για τέσσερα κόρνα, Op. 86 (σολίστ: Diego Incertis Sánchez, Laurence Davies και Carsten Williams) και Jean Sibelius (1865-1957), Συμφωνία αρ. 5. Ειδικά το τελευταίο έργο διέθετε θαυμάσια πνοή και ακούστηκε με ιδιωματική έκφραση από τον νέο Φινλανδό μαέστρο.

H Irish Baroque Orchestra (φωτογραφία: IBO)

Στο Wigmore Hall, στις 2/4, ακούστηκε το κορυφαίο Ορατόριο, Μεσσίας, HWV 56, του Handel, στην εκδοχή του 1742, δηλαδή σε εκείνη που διηύθυνε ο ίδιος ο συνθέτης κατά την πρώτη παγκόσμια παρουσίαση του έργου στο Δουβλίνο και η οποία περιέχει ορισμένες τροποποιήσεις στο μουσικό κείμενο που είχε ολοκληρώσει νωρίτερα (κατά τη διάρκεια των επόμενων ετών, ο ίδιος συνεχίζει να επεξεργάζεται το έργο του). Η Irish Baroque Orchestra, υπό την καθοδήγηση του καλλιτεχνικού της διευθυντή, Peter Whelan, ο οποίος διηύθυνε από το τσέμπαλο, υποστήριξε μία εξαιρετικά προσεγμένη ερμηνεία, μπολιασμένη με το κατάλληλο συναίσθημα. Οι σολίστ προέρχονταν από το μικρό, μα τόσο ξεχωριστό στην μουσική του ποιότητα και ηχητική πληρότητα, δωδεκαμελές χορωδιακό σύνολο: Hilar Cronin, σοπράνο, Helen Charlston, μέτζο σοπράνο, Mark Chambers, κόντρα τενόρος, Antony Gregory, τενόρος, και Edward Grint, μπασοβαρύτονος. Ερμηνεία-κάθαρση, σημειώσαμε στο σημειωματάριό μας. Κι όντως, ήταν!

 

 

 

 

 

 

 

Κριτικός Μουσικής και Θεάτρου, καθηγητής Ανώτερων Θεωρητικών, Σύνθεσης και Πιάνου, πρόεδρος του Σωματείου Ελλήνων Κριτικών Μουσικής, Θεάτρου και Χορού, πρόεδρος του Διεθνούς Μουσικού Σωματείου Gina Bachauer, πρόεδρος του Διεθνούς Μουσικού Σωματείου C.V. Alkan - P.J.G. Zimmerman, καλλιτεχνικός διευθυντής του Διεθνούς Διαγωνισμού Πιάνου C.V. Alkan - P.J.G. Zimmerman και καλλιτεχνικός διευθυντής του Πανελλήνιου Μουσικού Διαγωνισμού Μαρίας Χαιρογιώργου-Σιγάρα