Επίσημη έναρξη με «Ηλέκτρα» του Richard Strauss

Η Αγνή Μπάλτσα (Κλυταιμνήστρα). Φωτο: Ανδρέας Σιμόπουλος.

Η διάσημη μονόπρακτη όπερα  «Ηλέκτρα» (Elektra, Op. 58) του Richard Strauss (1864-1949), έλαβε την πρώτη της παγκόσμια παρουσίαση στις 25 Ιανουαρίου 1909, στην Κρατική Όπερα της Δρέσδης, εκεί όπου συνολικά εννέα ακόμα όπερες του ίδιου συνθέτη είδαν για πρώτη φορά το φως. Πρόκειται για έργο γεμάτο από τολμηρές καινοτομίες. Ο Strauss αναπτύσσει το μουσικό του υλικό αξιοποιώντας μια νέα μουσική γλώσσα: η τολμηρή αρμονία, με συνεχείς αλλοιωμένες συγχορδίες, συνδυάζεται με πρωτότυπους ρυθμικούς συνδυασμούς και μια δραματική έκφραση, τόσο άμεση και  ξέχειλη από συναισθήματα.

photo-richard-strauss
Ο συνθέτης Richard Strauss.

Μολονότι ο Strauss αρνείται να παραδώσει μια παρτιτούρα που να απομακρύνεται για μεγάλη διάρκεια από σαφή τονικά κέντρα, εντούτοις προχωράει την αρμονική γλώσσα ένα μεγάλο βήμα μπροστά, ως απόλυτος συνεχιστής του μεγάλου του ινδάλματος, Richard Wagner. Και πόσο ο ίδιος εμπνέεται από το ποιητικό κείμενο του φίλου και στενού του συνεργάτη, Hugo von Hofmannsthal, στηριγμένο στην ομώνυμη τραγωδία του Σοφοκλή (420-410 π. Χ.). Σημειώνουμε, ότι η σημαντικότερη διαφορά στην πλοκή των δύο κειμένων  βρίσκεται στο τέλος, όπου ο Hofmannsthal, σε αντίθεση με τον Σοφοκλή, οδηγεί την δική του  Ηλέκτρα, μετά την δολοφονία της μητέρας της Κλυταιμνήστρας και του συντρόφου της, Αίγισθου, σε έναν εκστατικό όσο και θριαμβευτικό χορό, στο τέλος του οποίου πέφτει νεκρή στο έδαφος.

Ο συντάκτης του παρόντος κειμένου είχε την τύχη να διδαχθεί πολλά σχετικά με τα έργα του Strauss  (και όχι μόνον), από τον διακεκριμένο  Άγγλο συνθέτη και αρχιμουσικό George Lloyd (1913-1998), τον οποίο και θεωρεί τον σημαντικότερο Δάσκαλό του. Ο Lloyd, λοιπόν, επανειλημμένως είχε εκφράσει στον συντάκτη  την απορία, γιατί ο Strauss, έχοντας προχωρήσει την αρμονική του γλώσσα σε τέτοιον βαθμό μέσω της «Ηλέκτρας», ένιωσε την ανάγκη, αμέσως μετά, συνθέτοντας την επόμενή του όπερα, τον «Ιππότη με το Ρόδο» (Der Rosenkavalier, Op. 59), να επιστρέψει σε ένα πιο παραδοσιακό τονικό σύμπαν.  Είναι πραγματικά δύσκολο να δώσει κανείς μια σαφή απάντηση στο ερώτημα, το οποίο, είναι αλήθεια, δεν έχει απασχολήσει μόνον τον αείμνηστο Lloyd. Για τον γράφοντα, η αρμονική γλώσσα της «Ηλέκτρας», μολονότι σηματοδοτεί την έναρξη μιας νέας εποχής και ανοίγει τον δρόμο στους συνθέτες της Δεύτερης Σχολής της Βιέννης, που ακολούθησαν λίγο αργότερα, ποτέ δεν χάνει σε μελωδικό πλούτο, βασικό στοιχείο της συνολικής στραουσιανής δημιουργίας. Αξίζει αν σημειωθεί ότι ο Arnold Schoenberg (1874-1951), ακριβώς την εποχή που παρουσιαζόταν η «Ηλέκτρα», ολοκλήρωνε το πρώτο του έργο, που δεν βασιζόταν σε καμία συγκεκριμένη τονικότητα: ο λόγος για τον κύκλο των δεκαπέντε τραγουδιών με τίτλο «Das Buch der Hängenden Gärten», Op. 15 (Το Βιβλίο των Κρεμαστών Κήπων), πάνω στα γνωστά ποιήματα του Stefan George (1868-1933), μια θαυμάσια δομημένη και ανεπτυγμένη παρτιτούρα, με στιγμές υψηλής έμπνευσης και συγκινητικής ατμόσφαιρας.

Η Εθνική Λυρική Σκηνή, για την επίσημη πρεμιέρα της στις νέες τις εγκαταστάσεις στο Κέντρο Πολιτισμού του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος, που δόθηκε στις 15/10, επέλεξε την «Ηλέκτρα», ως μια όπερα που αντλεί το θέμα της από την αρχαία Ελλάδα. Ευθύς εξαρχής θα τονίσουμε ότι βασικός παράγοντας της επιτυχίας αυτής της παραγωγής, υπήρξε η μετάκληση μιας ομάδας άξιων τραγουδιστών για τους τόσο σημαντικούς ρόλους του έργου.

Η Sabine Hogrefe (Ηλέκτρα). Φωτο: Ανδρέας Σιμόπουλος.
Η Sabine Hogrefe (Ηλέκτρα). Φωτο: Ανδρέας Σιμόπουλος.

Αναλυτικότερα, στον ρόλο της Ηλέκτρας, η Γερμανίδα υψίφωνος Sabine Hogrefe, που χρειάστηκε να αντικαταστήσει την Σουηδή δραματική υψίφωνο Iréne Theorin, λόγω ατυχήματος της τελευταίας, το οποίο την υποχρέωσε να ακυρώσει τις αθηναϊκές εμφανίσεις της. Η Hogrefe ερμηνεύει τον ρόλο σε μεγάλα λυρικά θέατρα (επαινετικές ήταν οι κριτικές που απέσπασε για την εμφάνισή της στη Μητροπολιτική Όπερα της Νέας Υόρκης). Στην Αθήνα πρόσφερε μια Ηλέκτρα πραγματικά τραγική και αρκούντως δυναμική. Όντως, η μεγάλης έκτασης και αντοχών φωνή της, τονικά ακριβής και γεμάτη, της επέτρεψε να αντιμετωπίσει την απαιτητική παρτιτούρα του Strauss με άνεση και χωρίς δισταγμούς. Θα υπογραμμίσουμε εδώ την προσοχή που επέδειξε στην άρθρωση των λέξεων του κειμένου του Hofmannsthal. Εντούτοις, δεν κρύβουμε, ότι στη μνήμη μας συχνά ερχόταν η ερμηνεία της αξέχαστης συμπατριώτισσάς της, Hildegard Behrens (1937-2009), η οποία είχε δώσει πνοή στον ρόλο με ακόμη μεγαλύτερη συγκίνηση και με έναν ουμανισμό δυσεύρετο: θυμόμαστε την εμφάνισή της, πάντα ως Ηλέκτρα, που είχαμε παρακολουθήσει τον Μάιο του 1992, στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών (Αίθουσα Φίλων της Μουσικής). Με πόσο αίσθημα απόγνωσης είχε τραγουδήσει τις εναρκτήριες στιγμές του ρόλου της. Ακόμα έχουμε στα αφτιά μας τον χαρακτηριστικό ήχο της φωνής της και την θρηνητική της έκφραση: «Μόνη! Αλίμονο, εντελώς μόνη. Ο πατέρας μακριά, κυνηγημένος στον κρύο του τάφο. Αγαμέμνων! Αγαμέμνων! Που είσαι, πατέρα;» (Allein! Weh, ganz allein. Der Vater fort, hinabgescheucht in seine kalten Klüfte. Agamenon! Agamemnon! Wo bist du, Vater?).  Αξέχαστη καλλίτεχνις, μοναδική ερμηνεία.

Η Αγνή Μπάλτσα (Κλυταιμνήστρα). Φωτο: Ανδρέας Σιμόπουλος.
Η Αγνή Μπάλτσα (Κλυταιμνήστρα). Φωτο: Ανδρέας Σιμόπουλος.

Στον ρόλο της Κλυταιμνήστρας ακούσαμε και είδαμε την διάσημη μεσόφωνο Αγνή Μπάλτσα, η οποία έχει ερμηνεύσει αρκετές φορές τον ρόλο. Αναφέρουμε, ότι είχαμε την ευκαιρία να την εκτιμήσουμε επί σκηνής, στον ίδιο πάντα ρόλο, στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών (Αίθουσα Αλεξάνδρα Τριάντη), στις 4/3/2007.  Όπως και τότε, έτσι και τα τώρα, υποστήριξε μια Βασίλισσα υπερήφανη και ισχυρή, ελάχιστα –τουλάχιστον εμφανισιακά-  τρομακτική ή κουρασμένη, όπως την θέλουν οι Hofmannsthal και Strauss: η ψυχικά διαταραγμένη Κλυταιμνήστρα διαμαρτύρεται για τις αϋπνίες της, τραγουδώντας  χαρακτηριστικά ότι , «Δεν έχω καθόλου καλές νύχτες» (Ich habe keine gute Nächte). Οι αγωνίες και ανησυχίες της ηρωίδας προέκυπταν από την ερμηνεία της Μπάλτσα μέσω του κατάλληλου φωτισμού των φωνηέντων των λέξεων του κειμένου.  Η φωνή της καλλιτέχνιδος, μετά από τόσα χρόνια μεγάλης σταδιοδρομίας και πάμπολλων παραστάσεων, παραμένει σε άριστη κατάσταση, χωρίς ίχνος –το αναφέρουμε με κάθε ειλικρίνεια- φθοράς ή κούρασης: το ιδιαίτερο μέταλλο, το εντυπωσιακό μέγεθος και η έκταση, με ευκολίες τόσο στις υψηλές όσο και στις χαμηλές περιοχές της, συνεχίζουν να κερδίζουν τις εντυπώσεις. Πρόκειται για μια τραγουδίστρια που δεν διστάζει να δίνει όλο της τον εαυτό όταν ερμηνεύει.

Η Γερμανίδα Gun-Brit Barkmin κρίθηκε εξαιρετική ως Χρυσόθεμις, ρόλο που με επιτυχία την παρακολουθήσαμε να ερμηνεύει σε «ζωντανή» τηλεοπτική μετάδοση από στην Κρατική Όπερα της  Βιέννης, την άνοιξη του 2015 (11/4/2015). Με φωνή αναμφισβήτητης λάμψης στις ψηλές νότες,  άρτια τεχνική, ιδιαίτερη μουσικότητα και αμεσότητα, πρότεινε μια ηρωίδα, που προσπαθεί να αντιμετωπίσει τις πιεστικές καταστάσεις της ζωής της. Με νόημα η καλλιτέχνις ανέδειξε την πιο αδύναμη και εύθραυστη πλευρά της ηρωίδας, που ενσάρκωνε, και εξαιτίας της οποίας αρνείται να συνεργαστεί με την αδελφή της, Ηλέκτρα, και να διαπράξει τον φόνο της μητέρας τους, Κλυταιμνήστρας, και του συντρόφου της τελευταίας, Αίγισθου.

%ce%b7%ce%bb%ce%ad%ce%ba%cf%84%cf%81%ce%b1-%cf%86%ce%b9%ce%bd%ce%ac%ce%bb%ce%b5_7853_%cf%86%cf%89%cf%84%cf%8c-%ce%b1%ce%bd%ce%b4%cf%81%ce%ad%ce%b1%cf%82-%cf%83%ce%b9%ce%bc%cf%8c%cf%80%ce%bf%cf%85Τους σύντομους, μα εκφραστικά και δραματικά περιεκτικούς ρόλους, του Ορέστη και του Αίγισθου, επωμίσθηκαν αντίστοιχα οι Δημήτρης Τηλιακός και Frank van Aken. Πιο συγκεκριμένα, ο Τηλιακός, με σκουρόχρωμη φωνή και υποκριτική επιβλητικότητα, πρότεινε έναν καλοστημένο Ορέστη. Ο Ολλανδός τενόρος, που ερμηνεύει μεγάλους βαγκνερικούς ρόλους σε μεγάλα λυρικά θέατρα, απέδωσε με την ποιοτική  φωνή του και με την απαιτούμενη αιχμηρή ένταση τις όλο ανησυχία φράσεις του Αιγίσθου. Μακάρι κάποτε να τον ακούσουμε σε έναν μεγάλο ρόλο στη χώρα μας.

Τις πέντε θεραπαινίδες, οι οποίες στην αρχή της όπερας καλούνται να ερμηνεύσουν μια σκηνή που απαιτεί αξιοσημείωτη ρυθμική ακρίβεια, κράτησαν επιτυχώς και με γεμάτες φωνές, οι Χρυσάνθη Σπιτάδη, Ινές Ζήκου, Μαρισία Παπαλεξίου, Σοφία Κυανίδου και Μαρία Μητσοπούλου. Στους μικρότερους ρόλους ικανοποίησαν εξίσου οι: Αμαλία Αυλωνίτη (η έμπιστη), Ειρήνη Αθανασίου (η συνοδός), Χρήστος Κεχρής (νεαρός υπηρέτης), Κωστής Ραδισάκις (ηλικιωμένος υπηρέτης) και Άρτεμις Μπόγρη (επιστάτρια).

Ο αρχιμουσικός Βασίλης Χριστόπουλος και η  Ορχήστρα της Εθνικής Λυρικής Σκηνής έδωσαν τον καλύτερό τους εαυτό, αντιμετώπισαν τις ποικίλες μουσικές και τεχνικές δυσκολίες μιας από τις πλέον απαιτητικές παρτιτούρες του διεθνούς οπερατικού ρεπερτορίου, με μουσικότητα, προσοχή, ακρίβεια και νόημα. Η σε βάθος μελέτη της παρτιτούρας από τον Χριστόπουλο οδήγησε σε μια αναλυτική και γεμάτη ακρίβεια ερμηνεία, που έφερνε στην επιφάνεια τις αντιστικτικές και ενορχηστρωτικές  λεπτομέρειες, όπως και τον μελωδικό πλούτο της γραφής.

Ο διαπρεπής σκηνογράφος-σκηνοθέτης Γιάννης Κόκκος, τόσο έμπειρος στον χώρο της όπερας, και η ομάδα του, Λιλή Κεντάκα (κοστούμια), Vinicio Cheli (φωτισμοί), Sergio Metalli-Ideogramma Srl (βίντεο-σχεδιασμός βιντεοπροβολών), δημιούργησαν με καλό γούστο ένα εικαστικό περιβάλλον στοχαστικό και αισθητικά πλήρες. Ειδικότερα,  το απέριττο σκηνικό, με γεωμετρικά στοιχεία, που περιέγραφε τον εξωτερικό του παλατιού, τα σκούρα χρώματα και οι διακριτικοί φωτισμοί, δημιούργησαν την κατάλληλη ψυχογραφική ατμόσφαιρα. Ο Κόκκος κίνησε τους τραγουδιστές με νόημα και με σκοπό την ανάγλυφη έκφραση του έντονου συναισθηματικού κόσμου των ηρώων και των δραματικών διαστάσεών τους, πάντα σεβόμενος το μουσικό και ποιητικό κείμενο.

 

Υπόκλιση των συντελεστών της παράστασης. Φωτο: Χάρης Ακριβιάδης.
Υπόκλιση των συντελεστών της παράστασης. Φωτο: Χάρης Ακριβιάδης.

 

Κριτικός Μουσικής και Θεάτρου, καθηγητής Ανώτερων Θεωρητικών, Σύνθεσης και Πιάνου, πρόεδρος του Σωματείου Ελλήνων Κριτικών Μουσικής, Θεάτρου και Χορού, πρόεδρος του Διεθνούς Μουσικού Σωματείου Gina Bachauer, πρόεδρος του Διεθνούς Μουσικού Σωματείου C.V. Alkan - P.J.G. Zimmerman, καλλιτεχνικός διευθυντής του Διεθνούς Διαγωνισμού Πιάνου C.V. Alkan - P.J.G. Zimmerman και καλλιτεχνικός διευθυντής του Πανελλήνιου Μουσικού Διαγωνισμού Μαρίας Χαιρογιώργου-Σιγάρα