Ανακαλύπτοντας τον ευαίσθητο συνθέτη Γιώργο Λεωτσάκο

Ο κριτικός μουσικής, μουσικολόγος και συνθέτης Γιώργος Λεωτσάκος.
Ο κριτικός μουσικής, μουσικολόγος και συνθέτης Γιώργος Λεωτσάκος.
Ο κριτικός μουσικής, μουσικολόγος και συνθέτης Γιώργος Λεωτσάκος

 

Με ιδιαίτερο ενδιαφέρον και προσοχή παρακολουθήσαμε στις 14/3, στην πάντα φιλόξενη αίθουσα συναυλιών του Ωδείου Φ. Νάκας, συναυλία της Ένωσης Ελλήνων Μουσουργών αφιερωμένη αποκλειστικά στον Γιώργο Λεωτσάκο (γ. 1935) και στο συνθετικό του έργο, με τίτλο Ένας άγνωστος Λεωτσάκος.

Βεβαίως ο Λεωτσάκος είναι γνωστός στο ευρύ φιλόμουσο κοινό της χώρας μας ως ένας από τους επιφανέστερους όσο και πλέον έγκριτους κριτικούς μουσικής, μουσικολόγους και ερευνητές της έντεχνης ελληνικής μουσικής, ο οποίος εδώ και πολλές δεκαετίες εργάζεται άοκνα και με εκπληκτική αποτελεσματικότητα.

Έχουν συμπληρωθεί κιόλας εξήντα τρία ολόκληρα χρόνια από τη δημοσίευση της πρώτης του κριτικής (1959), ενώ τα υπερπολύτιμα βιβλία και εμβριθή άρθρα του έχουν ρίξει φως σε πολλά θέματα και πρόσωπα της ελληνικής μουσικής.  Ας μας επιτραπεί να ξεχωρίσουμε τον μνημειώδη όσο και ογκωδέστατο τόμο αφιερωμένο στον Σπύρο Σαμάρα, με τίτλο Σπύρος Σαμάρας, 1861-1917, Ο μεγάλος αδικημένος της ελληνικής μουσικής, δοκιμή βιογραφίας, έκδοση Μουσείου Μπενάκη, 2003, έργο ζωής το οποίο χρειάστηκε πολλά χρόνια έρευνας και συγγραφής προκειμένου να φθάσει στην ολοκλήρωση. Αποτελεί δε, αναμφίβολα, τη σημαντικότερη εργασία σε σχέση με τον σπουδαίο συμπατριώτη μας μουσουργό, που σταδιοδρόμησε και εκτιμήθηκε διεθνώς.

Κατά το παρελθόν, είχαμε ελάχιστες φορές την ευκαιρία να εκτιμήσουμε έργα του Λεωτσάκου σε συναυλίες. Ήταν ευτύχημα, λοιπόν, που κατά την πρόσφατη συναυλία μπορέσαμε να χαρούμε και να απολαύσουμε τόσες σελίδες του, ολοκληρωμένες σε διαφορετικές περιόδους της ζωής του, και μάλιστα ερμηνευμένες με αξιοθαύμαστο τρόπο από μία ομάδα εκλεκτών σολίστ.

Η μουσική του Λεωτσάκου είναι πάντα δυνατή σε στοχασμό και τις περισσότερες φορές εμφορείται από έντονο αυτοβιογραφικό-εξομολογητικό χαρακτήρα.

Η λαμπρή Λευκορωσίδα τσιμπαλίστα Αγγελίνα Τκάτσεβα ερμήνευσε τρία έργα για τσίμπελ (σαντούρι της Λευκορωσίας, με περσική καταγωγή). Ειδικότερα, κατά την έναρξη της συναυλίας πρόσφερε το ευαίσθητο Ένα κυκλάμινο στο μνήμα του Σοστακόβιτς, έργο 9 (1991-1995, που αποτελεί το μεσαίο μέρος, Largo, του τρίπτυχου Dulci-amer), περίπου κατά τη μέση της συναυλίας, τον πολυθεματικό και μάλλον σύντομης διάρκειας Μελόρρυθμο αρ. 1, Μελαγχολικό, έργο 11 (1994), και στο τέλος της συναυλίας έκλεισε με τον γεμάτο θλίψη και απογοήτευση Μελόρρυθμο, Καταθλιπτικό, αρ. 2, έργο 10 (2010), που ολοκληρώθηκε όταν ο νεαρός ανηψιός του συνθέτη, Γκίο, έχανε τη ζωή του χτυπημένος από ασθένεια. Η μουσικός αποδείχθηκε ιδανική ερμηνεύτρια των προαναφερθέντων σελίδων επιστρατεύοντας υψηλών προδιαγραφών φαντασία, εκφραστικότητα, τεχνική και ήχο.

Δεύτερο έργο της βραδιάς υπήρξε ο κύκλος των Οκτώ τραγουδιών σε ποίηση Francis Jammes, έργο 1 (1958-2014). Στους μουσικούς κύκλους, η ποίηση του Γάλλου Jammes (1868-1938) είναι γνωστή από τις μελοποιήσεις σύγχρονων συμπατριωτών του συνθετών και ιδιαίτερα της πρόωρα χαμένης, έξοχα προικισμένης συνθέτριας Lili Boulanger (1893-1918), που υπέροχα μελοποίησε  ποιήματα όπως λ.χ. τα Au pied de mon lit, Colombine και Demain fera un an.

Ο Λεωτσάκος γοητεύεται από τον αισθαντικό, περιγραφικό, άλλοτε ερωτικό, άλλοτε νοσταλγικό κι άλλοτε ρεαλιστικής δύναμης στίχο του πάντα διαχρονικού όσο και εμβληματικού ποιητή, τον οποίο νιώθει σε βάθος·  παραδίδει μελοποιήσεις που ξεχειλίζουν από συναίσθημα, χρωματική αρμονία, τρυφερό γαλλικό άρωμα, κατανόηση του εσωτερικού -και ενίοτε φλογερού- παλμού των ποιημάτων, όπως κι από έναν ιδιαίτερο μουσικό λυρισμό που σέβεται και εύστοχα συνδιαλέγεται με τη μυσταγωγική ατμόσφαιρα και με τα όλο υπαινιγμό νοήματα της πέννας του Jammes. Εύκολα κατατάσσουμε τα τραγούδια στα ωραιότερα που έχουν προέλθει από γραφίδα Έλληνα συνθέτη και ελπίζουμε να εκδοθούν σύντομα.

Τα ποιήματα που επέλεξε να μελοποιήσει ο Λεωτσάκος –και η επιλογή διόλου τυχαία δεν μπορεί να θεωρηθεί- είναι τα ακόλουθα: Quand mon coeur sera mort d’aimer, L’évier sent fort…, Élégie Quatorzième, Tu viendras, Jean de Noarrieu, Ta figure douce souffrait, Si laconit est bleu comme tes yeux και Jaime dans le temps Clara d’Éllebeuse.

Η υψίφωνος Μίνα Πολυχρόνου.
Η υψίφωνος Μίνα Πολυχρόνου

Η διακεκριμένη υψίφωνος Μίνα Πολυχρόνου κι ο έμπειρος πιανίστας Δημήτρης Γιάκας οδήγησαν στην επιφάνεια με ιδιωματικό τρόπο την εκφραστική λεπτότητα και βαθύτατη συγκίνηση των τραγουδιών, φροντίζοντας για τον φωτισμό των σκέψεων, αισθημάτων και της εύθραυστης –κάποιες φορές, δυσβάσταχτα τραγικής- μελαγχολίας τους.

Μετά από τον κύκλο τραγουδιών, ο βιολοντσελίστας Βαγγέλης Νίνα ερμήνευσε με εξαιρετική μουσική συγκέντρωση, σωστό έλεγχο του vibrato και κατάλληλη θρηνητική διάθεση το Lamentoso, in memoriam Nikolla Zoraqi, έργο 9 (1992).

Δυστυχώς, λόγω ασθένειας του τενόρου Νικήτα Γκρίτζαλη δεν ακούσαμε τα Πέντε μικρά τραγούδια της Μάγιας, έργο 5, σε ποίηση Νίκου Καζαντζάκη (1959, β΄ γραφή 2004). Ευχόμαστε στον καλλιτέχνη ταχεία ανάρρωση και ελπίζουμε να του δοθεί η ευκαιρία να ερμηνεύσει τον κύκλο προσεχώς.

Τέλος, ο πιανίστας Θάνος Μαργέτης επιτυχώς εξερεύνησε και απέδωσε, με αξιοσημείωτη ρητορική έκφραση και γενναιόδωρη μουσική αφήγηση, το εκτενές, περίπου ημίωρης διάρκειας, έργο TannouTuva, 14 παραλλαγές για πιάνο πάνω σ’ένα άπιαστο παιδικό όνειρο, έργο 19 (2017-2019).

Υπάρχουν κι άλλα έργα του Λεωτσάκου τα οποία ασφαλώς πολύ θα θέλαμε να ακούσουμε σε επόμενη συναυλία. Προσβλέπουμε, λοιπόν, σε ένα δεύτερο αποκλειστικό αφιέρωμα στον πλέον όχι και τόσο άγνωστο συνθέτη Γιώργο Λεωτσάκο.

Ο βιολοντσελίστας Βαγγέλης Νίνα.
Ο βιολοντσελίστας Βαγγέλης Νίνα

 

Κριτικός Μουσικής και Θεάτρου, καθηγητής Ανώτερων Θεωρητικών, Σύνθεσης και Πιάνου, πρόεδρος του Σωματείου Ελλήνων Κριτικών Μουσικής, Θεάτρου και Χορού, πρόεδρος του Διεθνούς Μουσικού Σωματείου Gina Bachauer, πρόεδρος του Διεθνούς Μουσικού Σωματείου C.V. Alkan - P.J.G. Zimmerman, καλλιτεχνικός διευθυντής του Διεθνούς Διαγωνισμού Πιάνου C.V. Alkan - P.J.G. Zimmerman και καλλιτεχνικός διευθυντής του Πανελλήνιου Μουσικού Διαγωνισμού Μαρίας Χαιρογιώργου-Σιγάρα