«Wozzeck» του Alban Berg για πρώτη φορά από την ΕΛΣ

Σκηνή από την παραγωγή της όπερας “Wozzeck” του Alban Berg όπως παρουσιάστηκε από την ΕΛΣ. Σκηνοθεσία του Olivier Py. Φωτο: Α. Σιμόπουλος.

 

Aber der Mond verrät mich… der Mond ist blutig. Will denn die ganze Welt es ausplaudern?! (Wozzeck, Τρίτη Πράξη, Τέταρτη Σκηνή).

 

Μετά από το πρόσφατο ανέβασμα της όπερας Wozzeck του Alban Berg, που πρότεινε η Metropolitan Opera και το οποίο παρακολουθήσαμε σε «ζωντανή μετάδοση»  (11/1, Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, Αίθουσα Αλεξάνδρα Τριάντη, βλ. αμέσως προηγούμενο κριτικό σημείωμα), είχαμε την τύχη να εκτιμήσουμε ακόμα ένα ανέβασμα του ίδιου έργου, αυτή τη φορά από την Εθνική Λυρική Σκηνή (ΕΛΣ), στις 23/1. Σημειώνουμε ότι η παράσταση που παρακολουθήσαμε ήταν η δεύτερη κατά σειρά από τις συνολικά πέντε μίας διεθνών προδιαγραφών νέας παραγωγής (κατέστη αδύνατον, λόγω υποχρεώσεων, να παρακολουθήσουμε την πρεμιέρα).

Όσο απίστευτο κι αν φαντάζει για ένα τόσο εμβληματικής σημασίας οπερατικό δημιούργημα του εικοστού αιώνα, ήταν η πρώτη φορά που το λυρικό μας θέατρο ανέβαζε τον Wozzeck. Βεβαίως, θα ήταν ανεπίτρεπτη παράλειψη εδώ να μην αναφέρουμε ότι η πρώτη παρουσίαση του έργου στην Ελλάδα σημειώθηκε στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών (Αίθουσα Φίλων της Μουσικής, Φεβρουάριος 1995), στο πλαίσιο του κύκλου Μουσική και Αυταρχισμός, σε σκηνοθεσία Georg Rootering, με την Συμφωνική Ορχήστρα του Βερολίνου (Berliner Symphoniker, από το 2006, Konzerthausorchester Berlin), υπό τη διεύθυνση του Δανού αρχιμουσικού Michael Schønwandt (θυμόμαστε τον Γερμανό βαρύτονο Bodo Brinkmann στον ρόλο του τίτλου και βεβαίως την Αμερικανίδα υψίφωνο Nadine Secunde στον ρόλο της Marie).

 Για την πρόσφατη παραγωγή της, η ΕΛΣ ανέθεσε το εικαστικό μέρος στον πολυσχιδή Γάλλο σκηνοθέτη, συγγραφέα, ηθοποιό και -από το 2013- διευθυντή του Φεστιβάλ της Avignon, Olivier Py. O Py έχει εδώ και χρόνια ασχοληθεί εκτενώς με τη σκηνοθεσία όπερας δίνοντας εξαιρετικά δείγματα γραφής (ιδίως στη σκηνή του Grand Théâtre de Genève). Στην Αθήνα, εκείνος και οι στενοί του συνεργάτες, Pierre-André Weitz (σκηνικά-κοστούμια) και Betrand Killy (φωτισμοί), ανταποκρινόμενοι στις απαιτήσεις των σχετικά γρήγορων εναλλαγών των σκηνών, έστησαν μία ατμόσφαιρα κατάλληλα σκουρόχρωμη, σε στιγμές τρομακτική, που είχε στοιχεία αντλημένα από κινηματογραφικές ταινίες θρίλερ.

 Ήταν η πρώτη φορά στη σταδιοδρομία του που ο Py προσέγγιζε το έργο και η ματιά του κρίθηκε διεισδυτική. Αξιοποιώντας την περιστρεφόμενη σκηνή του λυρικού θέατρου, δημιούργησαν σκηνικά πολλών επιπέδων, ψυχογραφικών προεκτάσεων και αναφορών. Τα ποικίλα γεωμετρικά σχήματα έπαιξαν και αυτά τον ρόλο τους στην αναπαράσταση και ενδυνάμωση των συναισθημάτων (λ.χ. σιδερένιες γεωμετρικές κατασκευές, άσπρα πλακάκια νοσοκομείου στη σκηνή που ο γιατρός χρησιμοποιεί τον Wozzeck για τα απάνθρωπα πειράματά του ή σε άλλες σκηνές, τούβλα που σχημάτιζαν έναν μεγάλο γκρίζο τοίχο). Όπως και στην αμερικανή παραγωγή που παρακολουθήσαμε σε ζωντανή μετάδοση (βλ. προηγούμενο κριτικό σημείωμα), έτσι και εδώ η πλοκή μεταφέρθηκε στις δεκαετίες του πρώτου μισού του εικοστού αιώνα, όταν οι δύο παγκόσμιοι πόλεμοι οδηγούσαν στα γνωστά τραγικά αποτελέσματα. Χαρακτηριστικές φιγούρες όπως εκείνες του clown (μάλλον αναφορά στην γνωστή κινηματογραφική ταινία θρίλερ It, 2017) και της ημίγυμνης γειτόνισσας της Marie, Margret (φορούσε στολή που σχημάτιζε ένα κάπως γκροτέσκο γυναικείο σώμα) με ξανθιά περούκα, συμπλήρωναν το ιδιαίτερο κάδρο.

Σκηνή από τη νέα παραγωγή της όπερας "Wozzeck" του Alban Berg όπως παρουσιάστηκε από την ΕΛΣ. Σκηνοθεσία του Olivier Py. Φωτο: Α. Σιμόπουλος.
Σκηνή από την παραγωγή της όπερας “Wozzeck” του Alban Berg όπως παρουσιάστηκε από την ΕΛΣ. Σκηνοθεσία του Olivier Py. Φωτο: Α. Σιμόπουλος.

Οι με σκέψη επιλεγμένοι τραγουδιστές που κάλυψαν τη διανομή, έδωσαν τον καλύτερό τους εαυτό σε αυτό το ανέβασμα.

Ο βαρύτονος Τάσσης Χριστογιαννόπουλος φρόντισε να σκιαγραφήσει με ιδιαίτερη προσοχή και ωριμότητα έναν ήρωα πιο στοχαστικό από ότι συνήθως, και εν τέλει, οδυνηρά μοναχικό, απελπισμένο και τραγικό. Αφουγκράστηκε καλά τις πτυχές του Wozzeck. Η καθαρότητα της άρθρωσής του, το θεατρικό αίσθημα με το οποίο μπόλιαζε τις σκηνές του και η συνολικά καλοδιατυπωμένη ερμηνεία του ρόλου, συνέδραμαν αναμφισβήτητα στην επιτυχία του ανεβάσματος.

Η Γερμανίδα υψίφωνος Nadine Lehner έπλασε μία ιδιωματική προσέγγιση της Marie, φωτίζοντας τον ψυχισμό της ταλανισμένης και στο τέλος άτυχης γυναίκας, συνδυάζοντας φωνητική και υποκριτική δεινότητα.

Ο Βρετανός τενόρος Peter Hoare, ο Βρετανός τενόρος Peter Wedd και ο μπασοβαρύτονος Γιάννης Γιαννίσης έδωσαν τη σωστή μουσικοθεατρική διάσταση αντιστοίχως στους ρόλους των λοχαγού, αρχιτιμπανιστή και γιατρού. Ειδικά η παρουσία του Wedd, ενός από τους πλέον ενδιαφέροντες βαγκνερικούς τενόρους της εποχής μας, θα πρέπει να χαρακτηριστεί πραγματική πολυτέλεια. Θυμίζουμε ότι τον είχαμε παρακολουθήσει και παλιότερα στην Αθήνα, στον ρόλο του Lohengrin (Richard Wagner), πάλι σε παραγωγή της ΕΛΣ, που είχε δοθεί τότε στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών (Αίθουσα Αλεξάνδρα Τριάντη, 27/1/2017).

Η ιδιαίτερα καθαρή και τονικά σωστή υψηλή περιοχή της φωνής του τενόρου Βασίλη Καβάγια  ξεχώρισε στον ρόλο του Andres. Η καλοσχηματισμένη διανομή στους μικρότερους ρόλους συμπληρώθηκε από τους Μαργαρίτα Συγγενιώτου (Margret), Παναγιώτη Πρίφτη (Τρελός), Βαγγέλη Μανιάτη (Παραγιός Α΄), Μιχάλη Ψύρρα (Παραγιός Β΄) και Χρήστο Λάζο (Στρατιώτης).

Ο πάντα καλά προετοιμασμένος αρχιμουσικός Βαγγέλης Χριστόπουλος πέτυχε αξιοθαύμαστα αποτελέσματα διδάσκοντας στην ορχήστρα της ΕΛΣ τούτη την βαρυσήμαντη παρτιτούρα του Berg, που όσον αφορά στην γλώσσα και στις  ιδιομορφίες του ύφους της συνθετικής γραφής της παραμένει μακριά από το συνηθισμένο ρεπερτόριο του λυρικού μας θεάτρου. Δίνοντας έμφαση στην ανάδειξη των προεξαγγελτικών μοτίβων, στην αντίστιξη, στην πλούσια και γεμάτη διάφωνα διαστήματα αρμονική γλώσσα και κυρίως στα εξπρεσιονιστικά χαρακτηριστικά της μουσικής, εκμαίευσε από τους τραγουδιστές, τις χορωδίες (ενηλίκων και παιδική) και βεβαίως από την ικανή ορχήστρα, μία ερμηνεία αξιοσημείωτης εκφραστικής δύναμης και μουσικής ακρίβειας.

Η ΕΛΣ κέρδισε ακόμη ένα στοίχημα (με ικανοποίηση αναφερόμαστε πάντα στους νεώτερους θριάμβους της, οι οποίοι σημειώνονται από τότε που μεταφερόμενη στις υπερσύγχρονες νέες της εγκαταστάσεις στο φαληρικό δέλτα είχε την ευκαιρία να ξανοιχτεί διαγράφοντας μία ταχύτατη όσο και ζηλευτή καλλιτεχνική πρόοδο). Πέτυχε μέσω της υψηλών προδιαγραφών παραγωγής του Wozzeck να προσελκύσει την προσοχή του αθηναϊκού κοινού που γέμισε την αίθουσα σε όλες τις παραστάσεις.

Μήπως τώρα είναι πια καιρός και η αριστουργηματική Lulu, δεύτερη και τελευταία –ημιτελής- όπερα του Berg, να βρει επίσης τον δρόμο της στην φιλόξενη και διεθνών προδιαγραφών νέα σκηνή της Λυρικής; Θυμίζουμε ότι ο Py είχε στο παρελθόν προσφέρει ένα ανέβασμα της Lulu που επαινέθηκε από πολλές πλευρές και βιντεοσκοπήθηκε (Βαρκελώνη, 2010, Gran Teatre del Liceu, DVD Deutsche Grammophon, 0440 073 4637 2), με πρωταγωνίστρια την απολαυστική όσο και πάντα ευαίσθητη Γαλλίδα υψίφωνο Patricia Petibon. Εύστοχη επιλογή για τον πρωταγωνιστικό ρόλο της μοιραίας νεαρής γυναίκας θα ήταν, εκτός φυσικά από την προαναφερθείσα τραγουδίστρια και μία άλλη λαμπρή Lulu της εποχής μας, η χαρισματική Γερμανίδα υψίφωνος Marlis Petersen, που λατρεύει τη χώρα μας (από όσο είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε, έχει αποκτήσει σπίτι στην Αθήνα) και που είχε ερμηνεύσει με έξοχο τρόπο την ηρωίδα στη σκηνή του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών (Αίθουσα Αλεξάνδρα Τριάντη, Οκτώβριος 2005). Φανταζόμαστε ότι θα απαντούσε καταφατικά και με ενθουσιασμό σε πρόσκληση για συμμετοχή σε μια νεότερη αθηναϊκή εκδοχή, την πρώτη που θα παρουσίαζε η ΕΛΣ.

Σκηνή από την όπερα "Wozzeck" του Alban Berg, όπως παρουσιάστηκε από την ΕΛΣ. Φωτο: Βαλέρια Ισάεβα
Σκηνή από την όπερα “Wozzeck” του Alban Berg, όπως παρουσιάστηκε από την ΕΛΣ. Φωτο: Βαλέρια Ισάεβα
Κριτικός Μουσικής και Θεάτρου, καθηγητής Ανώτερων Θεωρητικών, Σύνθεσης και Πιάνου, πρόεδρος του Σωματείου Ελλήνων Κριτικών Μουσικής, Θεάτρου και Χορού, πρόεδρος του Διεθνούς Μουσικού Σωματείου Gina Bachauer, πρόεδρος του Διεθνούς Μουσικού Σωματείου C.V. Alkan - P.J.G. Zimmerman, καλλιτεχνικός διευθυντής του Διεθνούς Διαγωνισμού Πιάνου C.V. Alkan - P.J.G. Zimmerman και καλλιτεχνικός διευθυντής του Πανελλήνιου Μουσικού Διαγωνισμού Μαρίας Χαιρογιώργου-Σιγάρα