Ἀπὸ τὸ Μπαλντασσάρε Γκαλούππι στὸ Γκυέέργκυ Λίγκετι…

τοῦ ΓΙΩΡΓΟΥ ΛΕΩΤΣΑΚΟΥ.

Εικοστό τέταρτο 2012.

ΕΛΑΧΙΣΤΟΙ ΓΝΩΡΙΖΟΥΝ ὅτι μὲ τὸ 3πρακτο dramma giocoso τοῦ

Μπαλντασσάρε Γκαλούππι [Baldassare Galuppi, 1706-1785], «Il matrimonio

per inganno» [Γάμος κατὰ λάθος] ἢ «Il marchese villano»

[Ὁ ἀγροῖκος μαρκήσιος· πρώτη: Βενετία, θέατρο San Moisè, 2.2.1762],

ἐγκαινιάστηκε (1771) ἡ σχεδὸν συνεχὴς δραστηριότητα 120 χρόνων

τοῦ θρυλικοῦ κερκυραϊκοῦ λυρικοῦ θεάτρου San Giacomo. Ἀπὸ τὴν

ἄδικην ἑλληνικὴν ἀφάνεια στὴν ὁποίαν ἔκτοτε περιέπεσε, ὅπως τόσοι

ἄλλοι, γηγενεῖς καὶ μή, τὸ Γκαλούππι ἀνέσυρε εὐτυχέστατα τὸ Ἐργα-

στῆρι Ὄπερας τῆς Λυρικῆς, μὲ ἕνα ἄλλο 3πρακτο dramma giocoso,

«L’ amante di tutte» δηλ. «Ὁ ἐραστὴς ὅλων (τῶν γυναικῶν)», σὲ

κείμενο υἱοῦ Γκαλούππι. Πρωτοπαίχθηκε ἐπίσης στὸ San Moisè,

15.10.1760, καὶ συντομευμένο στὰ 75´ʹ΄´, ἀναβιώθηκε μὲ τίτλο «Ἕνας

ἄντρας γιὰ ὅλες», σὲ δύο παραστάσεις.

Παρακολουθώντας τὴ δεύτερη, ἀποδίδουμε τοὺς τρεῖς πρώτους ρό-

λους στὴ β´ διανομή. Συγγνώμην ἂν σφάλλουμε. Ἡ ὑπόθεση, ἀκολουθεῖ

συμβάσεις 18ου αἰ.: ἐπωφελούμενες ψευδαπουσίας τοῦ μεγαλυτέρου της,

πλουσίου καί…ζηλιάρη συζύγου της Ὁράτιου (Σταμάτης Μπερῆς), ἡ

ὡραία Λουτσίντα (Ἀθηνᾶ Καστρινάκη), καὶ ἡ διαβολοκαμαριέρα Ντορίνα

(Κατερίνα Κρασσᾶ), ἐρωτευμένη φυσικὰ μὲ τὸν ὑπηρέτη Μινγκόνε

(Δημήτρης Σιγαλὸς), καλοῦν τὴν παρέα τῆς οἰκοδέσποινας γιὰ

ξεφάντωμα: τὸ φλέρτ της, ἐρωτύλο κόμητα Εὐγένιο (Χρῆστος Κεχρῆς),

τὴ φίλη της Κλαρίτσε (Βάσια Ζαχαροπούλου) καὶ τὸν ἀπένταρο μαρ-

κήσιο Κανόπιο (Παῦλο Μαρόπουλο). Ὁ σύζυγος ἐπιστρέφει ἀπροειδο-

ποίητα, ἴντριγκες καὶ κρυφτούλια κορυφώνονται, ἀλλὰ ὅλα ἐπιστρέφουν

στὴ νομιμότητα τῶν ἐποχικῶν ἠθῶν ὁ Εὐγένιος τακτοποιεῖται μὲ τὴν

ἐξ᾽᾿ ἴσου ὡραία Κλαρίτσε. Ἄστοχος ὁ παραλληλισμὸς, ἀπὸ τὴ σκηνοθέτρια

Ἀγγέλα-Κλεοπάτρα Σαρόγλου τοῦ κοινοῦ τοῦ Γκαλούππι μὲ τοὺς ἀκαλλιέργητους ρωμηοὺς ἀστούς τοῦ ἑλληνικοῦ κινηματογράφου τοῦ 1960,

ἤδη παρακμάζοντος ἀπὸ τὸ 1955). Ὄχι ὅμως ἡ πάντως κεφάτη σκηνοθεσία, ὅπως καὶ σκηνικὰ (Γιῶργος Κολιὸς), κοστούμια (Ντίνα Ἀντωνο-

πούλου) καὶ φωτισμοί (Σπύρος Τζώρας). Οἱ νέοι τῆς διανομῆς, ὑπερπροβάλλοντας φωνητικὰ προσόντα ἀδιαμφισβήτητα, ἀγνόησαν τὸ μέτρο ποὺ

ὑπαγόρευαν ὁ πολύπειρος τενόρος Σταμάτης Μπερῆς καὶ ἡ ἠχητικὰ

ἁβρότατη διεύθυνση ὀρχήστρας (Νίκος Βασιλείου), ἀναδεικτικότατη τοῦ

τεράστιου, δυσανάλογου μὲ τὸ λιμπρέτο, μουσικοῦ πλούτου τῆς παρτι-

τούρας: ποιὸς λίγο-ποιὸς πολὺ, τραγουδοῦσαν δυνατότερα ἀπὸ ὅ,τι

ἐπέβαλλεν ἡ μουσική.

Συνθέτης κάπου 110 σκηνικῶν ἔργων, ἐξ᾽᾿ ὧν 29 μόνον «κωμικά»,

ὁ Γκαλούππιστὰ μὲν σοβαρὰ μελοποίησε πολλὰ λιμπρέττι τοῦ περίφη-

μου Πιέτρο Μεταστάζιο (1698–1782). Ἀπὸ τὰ κωμικὰ του πολλὰ εὐτύ-

χησαν καὶ χάρη στὴ συνεργασία του μὲ τὸν βενετσιάνο κωμωδιογράφο

Κάρλο Γκολντόνι (1707–1793). Ὁ Γκαλούππι ἀνήκει ἴσως τοὺς μεγί-

στους «ἀφανεῖς» τῆς μουσικῆς ἱστορίες ποὺ προετοιμάζουν τὸ μέλλον της

γιὰ ὁλόκληρες δεκαετίας. Δὲν πιστεύαμε ὅτι αὐτὴ ἡ θεία μουσικὴ

γραφόταν ὅταν ὁ Μότσαρτ ἦταν 3 ἐτῶν! Ἤδη τὸ ντοῦο τῶν ὑπηρετῶν

(στὰ 6/8;) ἐγκαινίασε σειρὰ ἀριθμῶν ποὺ μᾶς ἔκοβαν τὴν ἀνάσα: ἡ πρώτη

ἄρια τοῦ Ὁράτσιο σαφέστατα προανάγγελε Ροσσίνι. Ἡ δεύτερη, τὸ Se

vuol ballare signor contino (Ἂν χοροὺς μοῦ θέλεις σινιὸρ κόντε) τῶν

μοτσάρτειων «Γάμων τοῦ Φίγκαρο». Γοητευτικὲς ἄριες Ντορίνας,

μαρκησίου (καίτοι στόναρε κάπως), Κλαρίτσε (μελλοντικὰ θὰ τιθασσεύει

καλλίτερα φωνὴν ὡραιότατη), οὐράνιας ὀμορφιᾶς οἱ δύο ἀργὲς ἄριες τοῦ

Εὐγένιου, καὶ ἡ ἀποστροφὴ «Τὴ βλέπω ἑτοιμοθάνατη», ἡ σκηνὴ στὸ

σκοτάδι, ἡ τρίτη του ἄρια καὶ τὸ ὑπέροχο Φινάλε («Ντὸν Τζοβάννι»;).

Ἄμποτε νὰ περάσει τὸ ἔργο στὸ μόνιμο ρεπερτόριο τῆς ΕΛΣ. («Ὀλύμ-

πια», 1 καὶ 2.6.2012).

* * *

ΚΑΠΟΤΕ οἱ δυσκολότατες 18 Σπουδὲς γιὰ πιάνο τοῦ Οὕγγρου ΓΚΥΕΡ-

ΓΚΥ ΛΙΓΚΕΤΙ [György Ligeti, 1923 –2006], ἴσως θεωρηθοῦν ἰσόκυρες

μὲ πιανιστικὰ ἀριστουργήματα τῶν Λίστ, Σοπέν, Σκριάμπιν καὶ Ντε-

μπυσσύ. Συναποτελοῦν 3 βιβλία: Πρῶτο (6 Σπουδές), 1985, Δεύτερο (8

Σπουδές), 1988-94, Τρίτο (4 Σπουδές), 1995-2001. Ἀπόκοσμα καὶ μὲ

βουδδιστικὴν αὐτοσυγκέντρωση ἑρμηνευμένες ἀπὸ μνήμης, μᾶς ἀποκά-

ΑΠΟ ΤΟ ΜΠΑΛΝΤΑΣΣΑΡΕ ΓΚΑΛΟΥΠΠΙ-3-ΣΤΟΝ ΠΟΛΥ ΓΚΥΕΡΓΚΥ ΛΙΓΚΕΤΙ.

λυψαν ἕνα ἑλληνικὸ πιανιστικὸ φαινόμενο, τὸ ΣΤΕΦΑΝΟ ΛΑΠΑΡΙΔΗ (γ.

Δράμα, 1983) κάτοχο αἰσθητῶς περισσότερων φυσικῶν καὶ ἐπίκτητων

προσόντων ἀπὸ ὅσα ἀπαιτεῖ μιὰ «διεθνὴς σταδιοδρομία»: μέγιστη ἐμπειρία

στὸ ζόφο τῶν καιρῶν.

Μόλις ἔσβησε ὁ τελευταῖος ἦχος τοῦ «Κανόνος» (Σπουδῆς ἀρ. 18)

λαχταρούσαμε νὰ ξανακούσουμε ἀπ᾽᾿ ἀρχῆς ὅ,τι εἰσπράξαμε σὰν πνευμα-

τικὴ διαθήκη μεγάλου μουσουργοῦ, ἀναγκαστικῶς συνυπάρξαντος μὲ ἀ-

λῆτες τῆς «πρωτοπορείας»: κάτι ἂν ὄχι σὰν τὴν «Τέχνη τῆς Φούγκας»

τοῦ Μπάχ, σίγουρα σὰν τὰ κουαρτέτα ἐγχόρδων Μπάρτοκ. Κάθε σπουδὴ

ἔχει τίτλο προγραμματικό, ἐφαλτήριο περιπλανήσεων σὲ ἕνα ἄπειρο

μουσικῶν στοχασμῶν, ποὺ ξεκινοῦν πάντα ἀπὸ τὶς ἁπλούστερες τῶν

ὑλῶν, ἀπάγοντας σὲ πιανιστικὲς ἠχητικὲς πυκνότητες σὰν φαινομενικὰ

μόνο δύσπλαστο ζυμάρι: οἱ πυκνότητες αὐτὲς μὲ ἄκρα καὶ ἀνεπιτήδευτη

διαφάνεια μετουσιώνονται σὲ ὑψηλὰ μουσικὰ διανοήματα, χωρὶς νὰ ἀπο-

μακρύνονται ἀπὸ τὸν προγραμματικὸ τίτλο. Δυστυχῶς πηχτὸ ἔρεβος

στὴν αἴθουσα ἐμπόδιζε νὰ κρατήσουμε σημειώσεις! Ἀποκρυπτογραφοῦμε

ὀρνιθοσκαλίσματα…

Α1: «Χάος», συναρπαστικὸ _______«μότο περπέτουο». Α2: «Ἀνοικτὲς

χορδές», ὑψηλὴ διανοητικὴ ἀπόλαυση, σὰν παρτίδα σκακιοῦ. Α3:

«Μπλοκαρισμένα πλῆκτρα», δυασανάγνωστη σημείωσή μου. Α4: «Φανφάρες», σύντομα μοτίβα σαλπισμάτων, πάνω σὲ καταρράκτες ταχύτατων

ἑπτάηχων; Α5: «Οὐράνιο Τόξο», ἰριδισμῶν ἀνάταση καὶ Α6: «Φθι-

νόπωρο στὴ Βαρσοβία», ὑποβλητικότερο τοῦ τίτλου!

Β7: «Galamb Borong», ταχύτατη ἰνδονησιακὴ ὀρχήστρα «γκα-

μελάν». Β8: «Fém» (;), περίτεχνα ψευδεξωτικὴ πεντατονικότητα. Β9

«Entrelacs», παραμυθένιο ὑδάτινο τοπίο. Ἀνέφικτες οἱ σημειώσεις στὰ

Β9, «Ἴλιγγος», Β10, «Μαθητευόμενος Μάγος», Β11 «Συσπάνς». Β12,

Β13 καὶ Β14, «Ἀτέρμων στήλη» μᾶς φάνηκαν κάπως «ἴδιες» ὡς γραφή.

Γ15: «Λευκὸ ἐν λευκῷ», ἰσόχρονα διακεκομμένα φθογγόσημα, κα-

ταλήγουν σὲ μονοφωνικὴ καντιλένα ξομπλιασμένη μὲ ἀραιὲς μυστηριώδεις

διαφωνίες. Γ16 «Γιὰ τὴν Ἰρίνα», ἀτέρμων ἀφαιρετικὴ μελωδία. Γ17

«Μὲ κομμένη ἀνάσα» καὶ Γ18 «Κανόνας» μεταμόρφωσαν ὑψηλὴ διανοη-

τικὴ μέθεξη σὲ ὕψιστη πνευματικὴν ἀνάταση. (Ἵδρυμα Κακογιάννη,

11.6.2012).

ΑΠΟ ΤΟ ΜΠΑΛΝΤΑΣΣΑΡΕ ΓΚΑΛΟΥΠΠΙ-4-ΣΤΟΝ ΠΟΛΥ ΓΚΥΕΡΓΚΥ ΛΙΓΚΕΤΙ.

Ἐφ. Ἐξπρές, ἔτος 50ό, ἀρ. φύλλου 14.716,

Σάββατο, 30 Ἰουνίου 2012, σελ. 37.

――――――――――――