«Jenůfa» αξιώσεων από την ΕΛΣ

Σκηνή από την πρεμιέρα της «Jenůfa». Οι Sabine Hogrefe, Sarah Jane Brandon, Δημήτρης Πακσόγλου και η Χορωδία της ΕΛΣ. Φωτογραφία: Δημήτρης Σακαλάκης.
Σκηνή από την πρεμιέρα της «Jenůfa». Οι Sabine Hogrefe, Sarah Jane Brandon, Δημήτρης Πακσόγλου και η Χορωδία της ΕΛΣ. Φωτογραφία: Δημήτρης Σακαλάκης.
Σκηνή από την πρεμιέρα της «Jenůfa». Οι Sabine Hogrefe, Sarah Jane Brandon, Δημήτρης Πακσόγλου, Ινές Ζήκου, Γιάννης Γιαννίσης και Χορωδία της ΕΛΣ. Φωτογραφία: Δημήτρης Σακαλάκης.

Χάρη στην από κάθε άποψη αξιέπαινη πρωτοβουλία της Εθνικής Λυρικής Σκηνής (ΕΛΣ) να παρουσιάσει έναν κύκλο αποτελούμενο από τις μεγάλες όπερες του κορυφαίου Μοραβού μουσουργού Leoš Janáček (1854-1928), το ελληνικό κοινό έχει την ευκαιρία να ανακαλύψει μια πραγματικά πολύτιμη σειρά αριστουργημάτων. Θυμίζουμε ότι ο κύκλος εγκαινιάστηκε την άνοιξη του 2015, όταν παρουσιάστηκε η όπερα Η Μικρή Πονηρή Αλεπού (Příhody lišky Bystroušky), γραμμένη το 1923 (οι αθηναϊκές παραστάσεις έλαβαν χώρα στις 28/3-5/4/2015, Θέατρο Ολύμπια), συνεχίστηκε τον περασμένο Μάιο (20-25/5, στις νέες εγκαταστάσεις του λυρικού θεάτρου, στο Κέντρο Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος) με την Υπόθεση Μακρόπουλου (Vĕc Makropulos), ολοκληρωμένη το 1925, και πιο πρόσφατα, με την Jenůfa, της οποίας την πρεμιέρα παρακολουθήσαμε στις 14/10, στο ΚΠΙΣΝ.

Όσο και αν μοιάζει περίεργο, επρόκειτο για την πρώτη πανελλήνια παρουσίαση αυτού του εμβληματικού έργου, που ολοκληρώθηκε το 1902, ανέβηκε για πρώτη φορά στο Εθνικό Θέατρο του Brno, στις 21/1/1904, και έκανε τον συνθέτη διάσημο διεθνώς. Το libretto, γραμμένο από τον ίδιο τον Janáček, βασίστηκε στο θεατρικό έργο της Gabriela Preissová (1862-1946) και περιγράφει τα γεγονότα που συμβαίνουν σε ένα μικρό χωριό της Μοραβίας κατά τον 19ο αιώνα.

 H ελκυστική Jenůfa, θετή κόρη της Kostelnička (χήρας του Νεωκόρου), είναι ερωτευμένη με τον Števa, του οποίου το παιδί φέρνει στον κόσμο, εκτός γάμου. Παράφορα ερωτευμένος με την νεαρή ηρωίδα είναι ο Laca, που μέσα στη ζήλεια του της χαράζει το μάγουλο με μαχαίρι, κάνοντάς την ελάχιστα επιθυμητή στον Števa. Όταν ο τελευταίος την εγκαταλείπει, η Kostelnička αποφασίζει κρυφά και την ώρα που η Jenůfa κοιμάται, να θανατώσει το παιδί προκειμένου να σώσει την τιμή της θετής κόρης της.

Η τραγική πλοκή δίνει την ευκαιρία στον Janáček να δημιουργήσει ένα από τα πιο καλογραμμένα, ψυχογραφικά και δραματικά του έργα. Το ελληνικό κοινό χρειάστηκε να περιμένει για πάνω από έναν αιώνα προκειμένου να παρακολουθήσει επί σκηνής αυτό το αριστούργημα. Ωστόσο, ευθύς εξαρχής θα τονίσουμε ότι η υψηλότατων προδιαγραφών παραγωγή, που πρότεινε η ΕΛΣ, δικαίωσε και με το παραπάνω όσους αναμέναμε με ανυπομονησία το εν λόγω ανέβασμα.

Πιο συγκεκριμένα, θα αρχίσουμε την αναφορά μας από τη διάσημη Γερμανίδα σκηνοθέτιδα Nicola Raab, η οποία με ιδιαίτερη ευστοχία πέτυχε να αναδείξει τη βαθύτερη ψυχοσύνθεση των χαρακτήρων. Τα στοιχεία του ψυχολογικού ρεαλισμού, οι σχεδόν ιψενικές συναισθηματικές συγκρούσεις, η εσωτερική ένταση των ρόλων και οι δραματικές διαστάσεις της πλοκής έφθαναν με αμεσότητα στο κοινό, όπως και οι πιεστικές σχέσεις της ηρωίδας με τον στενό της κύκλο. Οκτώ βουβά πρόσωπα μαυροφορεμένων γυναικών επί σκηνής παρακολουθούσαν τα δρόμενα κατά τη διάρκεια των τριών πράξεων. Πριν από την έναρξη της παράστασης, το κοινό εισερχόμενο στο φουαγιέ, έβλεπε τις ίδιες γυναίκες καθισμένες ακίνητες σε έναν πάγκο, ως πρόγευση της πλοκής.

Οι γκρίζες αποχρώσεις του λιτού σκηνικού και τα με νόημα σχεδιασμένα κοστούμια του Γιώργου Σουγλίδη υπήρξαν εντυπωσιακά στη σύλληψή τους. Οι πολύχρωμες παραδοσιακές ενδυμασίες έρχονταν σε απόλυτη αντίθεση με τα απλά εκείνα, μαύρα ή γκρίζα ρούχα των πρωταγωνιστών. Το άσπρο σπίτι (εδώ, μάλλον σύμβολο αγνότητας της ηρωίδας), που σε κάθε πράξη δέσποζε σε διαφορετική θέση (κατά τη δεύτερη πράξη, βλέπαμε το εσωτερικό του), η σκιά του νερόμυλου και οι ψηλοί κορμοί δέντρων του δάσους, δημιουργούσαν ένα εύγλωττο σκηνικό, φωτισμένο με ευστοχία και ανάλογα με τα ζητούμενα της μουσικής και του libretto, από τον πάντα εμπνευσμένο David Debrinay. Σημειώνουμε εδώ ότι θυμόμαστε καλά την ποιότητα της δουλειάς του τελευταίου από την παραγωγή της επιβλητικής όπερας Siroe του Johann Adolph Hasse (παγκόσμια πρώτη, 2/5/1733), που είχαμε παρακολουθήσει πριν από μερικά χρόνια στην Αθήνα (Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, Αίθουσα Αλεξάνδρας Τριάντη, 26/6/2014).

Σε αυτό το σωστό εικαστικό πλαίσιο μπόρεσαν οι τραγουδιστές να ξεδιπλώσουν τους ρόλους τους. Και με πόση επιτυχία! Η νοτιοαφρικανή σοπράνο Sarah Jane Brandon (μεγάλη νικήτρια του σημαντικού Βραβείου Kathleen Ferrier, 2007), με γοητευτικά νεανική φωνή ιδιαίτερου ηχοχρώματος και προσοχή στην άρθρωση των μουσικών φράσεων, πρότεινε μια συγκινητική Jenůfa, εκφραστικά απλή και ενθουσιώδη στα αρχικά στάδια της όπερας, οδυνηρά τραγική και ταλανισμένη στη συνέχεια, ανεκτική και με αντοχές απέναντι στα χτυπήματα της μοίρα της, με μια μεγάλη καρδιά που την καθιστά έτοιμη να συγχωρέσει τη μητριά της για τον φόνο του παιδιού της κατανοώντας τους λόγους που την οδήγησαν σε αυτή την αποτρόπαια πράξη.

Σκηνή από την πρεμιέρα της «Jenůfa». Δεύτερη πράξη. Η Sabine Hogrefe. Φωτογραφία: Δημήτρης Σακαλάκης.
Σκηνή από την πρεμιέρα της «Jenůfa». Δεύτερη πράξη. Η Sabine Hogrefe ως Kostelnička. Οκτώ βουβά πρόσωπα μαυροφορεμένων γυναικών την παρακολουθούν. Φωτογραφία: Δημήτρης Σακαλάκης.

Δίπλα της, η Γερμανίδα δραματική σοπράνο Sabine Hogrefe, την οποία είχαμε ακούσει στον ρόλο της Ηλέκτρας (Richard Strauss), ακριβώς στον ίδιο χώρο (15/10/2017, επίσημη πρεμιέρα της ΕΛΣ στις νέες τις εγκαταστάσεις στο ΚΠΙΣΝ), υποστήριξε μια ψυχικά βασανισμένη και ταραγμένη, ανήσυχη, αλλά και αποφασισμένη Kostelnička. Κάνοντας οικονομία στις φωνητικές της δυνάμεις κατά την πρώτη πράξη, στη δεύτερη πράξη ερμήνευσε υποδειγματικά την παράκληση της Kostelnička προς τον Števa, να παντρευτεί την κόρη της, και στη συνέχεια, όταν εκείνος αρνείται, τη φοβερή κατάρα που του απευθύνει, με φωνή μεγάλη σε όγκο και ισχυρότατη σε έκφραση (οφείλουμε να αναφέρουμε ότι είδαμε στο κοινό μια άλλη σημαντική ερμηνεύτρια του ρόλου, τη δική μας μεσόφωνο, Αγνή Μπάλτσα).

Ιδιαίτερα πειστικός ως Laca υπήρξε ο Ολλανδός ηρωικός τενόρος Frank van Aken (παντρεμένος με τη διάσημη συμπατριώτισσά του, EvaMaria Westbroek): με φωνή βαγκνερικών διαστάσεων και ποιοτήτων, λαμπερές ψηλές νότες, νεύρο και φορτισμένη ενέργεια, απέδωσε έναν ήρωα πιστό μέχρι την τελευταία στιγμή στον έρωτά του για την Jenůfa.

Ο τενόρος Δημήτρης Πακσόγλου κρίθηκε φωνητικά και υποκριτικά άρτιος στον ρόλο του μέθυσου και γυναικά Števa, δίνοντας τον καλύτερό του εαυτό και ξεπερνώντας με άνεση τις τεχνικές παγίδες.

Σκηνή από την πρεμιέρα της «Jenůfa». Σκηνή από την τρίτη πράξη. Οι Sabine Hogrefe, Sarah Jane Brandon, Δημήτρης Πακσόγλου και η Χορωδία της ΕΛΣ. Φωτογραφία: Δημήτρης Σακαλάκης.
Σκηνή από την πρεμιέρα της «Jenůfa». Φωτογραφία: Δημήτρης Σακαλάκης.

Τους μικρότερους ρόλους επωμίσθηκαν οι καλά προετοιμασμένοι και ερμηνευτικά απολύτως ιδιωματικοί, με προσοχή στην προφορά της τσέχικης γλώσσας, Ινές Ζήκου (Γιαγιά Buryjovka), Γιάννης Γιαννίσης (Επιστάτης), Δημήτρης Κασιούμης (Δήμαρχος), Μαργαρίτα Συγγενιώτου (Σύζυγος του Δημάρχου), Άρτεμις Μπόγρη (Karolka), Barunka Preisinger (Pastučhyna),  Βαρβάρα Μπιζά (Barena), Μιράντα Μακρυνιώτη (Jano) και Αναστασία Κότσαλη (Tetka). Η χορωδία τραγούδησε με ωραίο ήχο και ρυθμική ακρίβεια τα δικά της μέρη.

Η ορχήστρα, υπό τον Λουκά Καρυτινό,  σε αυτή την απαιτητικότατη παρτιτούρα, φώτισε με νόημα τα ρυθμιμομελωδικά στοιχεία, την πρωτοτυπία του μουσικού υλικού και την ανάπτυξή του, όπως και την πλούσια, στη λεπτομέρεια δουλεμένη, ενορχήστρωση (που οφείλει να αποτελεί αντικείμενο προσεκτικής μελέτης για τους σπουδαστές σύνθεσης) του πάντα συναρπαστικού Janáček. Επιπλέον, όπου χρειαζόταν, υπογράμμιζε τα αγωνιώδη εξπρεσιονιστικά ξεσπάσματα ή σε άλλη σημεία του έργου, τον θελκτικό, ενίοτε γεμάτο στοχαστικούς υπαινιγμούς, λυρισμό της συγκινητικού κάλλους μουσικής. Ωστόσο, θα αναφέρουμε ότι, ειδικά κατά την πρώτη πράξη, βρήκαμε ότι το ίδιο σύνολο υπήρξε σε ορισμένα σημεία υπερβολικά δυνατό, καλύπτοντας τις φωνές των πρωταγωνιστών (ειδικά της Brandon, που θέλησε με ευαισθησία να εστιάσει στην διαφοροποίηση των ηχοχρωμάτων και των δυναμικών του τραγουδιού της). Ο εξάρχοντας της ορχήστρας Αλέξης Θεοφυλάκτου ξετύλιξε προσεκτικά, με αίσθημα μελαγχολίας και τονική ακρίβεια, το υψηλής πνοής σόλο του βιολιού κατά τη δεύτερη πράξη.

Ολοκληρώνοντας, είμαστε της άποψης, ότι μία αλησμόνητη παραγωγή αυτής της ποιότητας, θα ήταν σκόπιμο να βιντεοσκοπηθεί και να κυκλοφορήσει σε DVD ως παρακαταθήκη για το μέλλον, παράλληλα αποδεικνύοντας ότι η χώρα μας είναι σε θέση, με τις κατάλληλες δυνάμεις και τη σωστή προετοιμασία, να πετύχει ένα διεθνών προδιαγραφών αποτέλεσμα.

 

 

Κριτικός Μουσικής, καθηγητής Ανώτερων Θεωρητικών, Σύνθεσης και Πιάνου, πρόεδρος του Σωματείου Ελλήνων Κριτικών Μουσικής, Θεάτρου και Χορού, πρόεδρος του Διεθνούς Μουσικού Σωματείου Gina Bachauer, πρόεδρος του Διεθνούς Μουσικού Σωματείου C.V. Alkan - P.J.G. Zimmerman, καλλιτεχνικός διευθυντής του Διεθνούς Διαγωνισμού Πιάνου C.V. Alkan - P.J.G. Zimmerman και καλλιτεχνικός διευθυντής του Πανελλήνιου Μουσικού Διαγωνισμού Μαρίας Χαιρογιώργου-Σιγάρα.