Στους λάτρεις του μέγα George Frideric Handel (1685-1759) είναι γνωστό ότι τα Πάθη κατά Brockes (Brockes Passion, HWV 48) ανήκουν στο πολυτιμότερά του αριστουργήματα. Μολονότι δεν γνωρίζουμε την ακριβή ημερομηνία ολοκλήρωσης της παρτιτούρας, η οποία τοποθετείται κάπου μεταξύ 1715-1717, γνωρίζουμε ότι το 1719 υπήρξε εκτέλεσή της στο Αμβούργο. Δυστυχώς δεν διασώζεται το αυτόγραφο του μουσουργού, που κατατάσσεται στους καρπούς της νεανικής του περιόδου.
Ο Handel μελοποιεί το libretto του Γερμανού ποιητή Berthold Heinrich Brockes (1680-1747), που στηρίζεται στα τέσσερα Ευαγγέλια, δημοσιεύθηκε το 1712 και περιγράφει την πορεία του Ιησού από τον μυστικό δείπνο μέχρι την Ανάσταση. Καίτοι πολλοί συνθέτες εμπνεύστηκαν από το ίδιο κείμενο μελοποιώντας το επιτυχώς (αναφέρουμε τα ονόματα των Reinhard Keiser και Georg Philipp Telemann), το έργο του Handel αποτελεί μια ξεχωριστή περίπτωση. Το συναισθηματικό βάθος και η λεπτομερής επεξεργασία κάθε μέρους του, με υπέροχες όσο και συγκινητικές μελωδίες, αγγίζουν απευθείας την καρδιά του ακροατή. Ο Handel γράφει ένα μνημειώδες έργο στη γερμανική μητρική του γλώσσα (ας μην ξεχνάμε ότι η συντριπτική πλειοψηφία των φωνητικών του έργων είναι γραμμένα στην ιταλική ή αγγλική γλώσσα). Αξίζει να προστεθεί ότι ο Johann Sebastian Bach (1685-1750) υπήρξε ανάμεσα στους θαυμαστές του χαιντελικού έργου, αντλώντας μέρη του συμπληρώνοντας τα δικά του Πάθη κατά Μάρκο και προχωρώντας σε μια δική του διασκευή την οποία ολοκλήρωσε στα 1746, μερικά χρόνια πριν από τον θάνατό του.
Στο Wigmore Hall του Λονδίνου, στις 8/10, είχαμε την ευκαιρία να εκτιμήσουμε το θρησκευτικό έργο, που σπάνια βρίσκει τον δρόμο του στις αίθουσες συναυλιών, από το θαυμάσιο βρετανικό σύνολο Arcangelo με όργανα εποχής, που κατά την τρέχουσα καλλιτεχνική περίοδο γιορτάζει τη συμπλήρωση δέκα ετών από την ίδρυσή του, υπό τη διεύθυνση του Βρετανού αρχιμουσικού-τσεμπαλίστα και ιδρυτή του συνόλου Jonathan Cohen, ο οποίος καθοδήγησε τις δυνάμεις από το τσέμπαλο. Απέδωσε το έργο με την απαιτούμενη δραματική ένταση (πολλά από τα μέρη ενισχύονταν από τον συνθέτη με οπερατικού χαρακτήρα έκφραση), πνευματικότητα και προσοχή στην ανάδειξη της έξοχης γραφής του Handel. Φώτισε με γούστο και γνώση τα ποικίλα ρυθμικά, αρμονικά, αντιστιτικά και ενορχηστρωτικά στοιχεία. Τα tempi που υιοθετούσε ήταν πάντα λογικά και καλά ζυγισμένα. Το ολιγομελές ορχηστρικό σύνολο (αποτελούμενο από πρώτο και δεύτερο βιολί, βιόλα, βιολοντσέλο, κοντραμπάσο, δύο όμποε, δύο φαγκότα, εκκλησιαστικό όργανο δωματίου, τσέμπαλο, λαούτο που κάλυπτε το μέρος του continuo και δεύτερο τσέμπαλο, το οποίο, όπως προαναφέρθηκε, ηχούσε κάτω από τα δάχτυλα του Cohen) και το οκταμελές φωνητικό σύνολο τον ακολούθησαν πιστά στην θαυμάσια αυτή διαδρομή. Ο Γάλλος λαουτίστας Thomas Dunford, που κατατάσσεται στους αρτιότερους ερμηνευτές της γενιάς του, έπαιξε το μέρος του continuo με δεξιοτεχνικό οίστρο και μουσικότητα.
Η διάσημη όσο και πολυηχογραφημένη Γαλλίδα υψίφωνος Sandrine Piau, που έχει ασχοληθεί εκτενώς με την μουσική της εποχής μπαρόκ, εδώ ως αλληγορική μορφή της Κόρης της Σιών, ερμήνευσε τις άριες της με εκλεπτυσμένη έκφραση, τονική ακρίβεια, μετρημένο vibrato και με εκφραστική γλυκύτητα όπου έπρεπε.
Ο Γερμανός βαρύτονος Konstantin Krimmel τραγούδησε τις άριες του Ιησού με ωραία και γεμάτη φωνή. Η ερμηνεία του έξοχου ντουέτου Soll mein Kind, που ερμηνεύει ο Ιησούς μαζί με την Μητέρα του (Sandine Piau), διέθετε την απαιτούμενη συγκίνηση.
Ιδιαίτερη εντύπωση έκανε ο ανερχόμενος Άγγλος τενόρος Stuart Jackson ερμηνεύοντας με προσοχή και ευαισθησία τα recitativi του Ευαγγελιστή. Ένας πραγματικός καλλιτέχνης, με εύρωστη φωνή μεγάλης έκτασης, ωραίου ηχοχρώματος και αντοχών, έτοιμη να εξερευνήσει ρεπερτόρια διαφορετικών περιόδων. Μέσω της υποδειγματικής αφήγησής του υπογράμμισε τα νοήματα των λέξεων και φάνηκε να νιώθει βαθιά την κάθε μουσική φράση και την εσωτερικότητα της γραφής του πάντα αποκαλυπτικού Handel.
Μέλη του χορωδιακού συνόλου, ερμήνευσαν τα υπόλοιπα μέρη του έργου με φωνές αξιοσημείωτης μουσικής και τεχνικής επάρκειας. Θεωρούμε απαραίτητη την αναφορά των ονομάτων τους: Mhairi Lawson και Lauren Lodge-Cambell, σοπράνο, Alex Potter και David Allsopp, άλτο, Matthew Long (διακρίθηκε ως Πέτρος) και Andrew Tortise, τενόροι, Marcus Farnsworth, βαρύτονος (διακρίθηκε ως Πιλάτος), και William Gaunt, μπασοβαρύτονος.
Εν κατακλείδι, μία ανάγνωση γεμάτη ουμανισμό, εσωτερικό στοχασμό και θρησκευτικότητα. Το έργο ηχογραφήθηκε πρόσφατα από τις ίδιες δυνάμεις και αναμένεται προσεχώς να κυκλοφορήσει σε δίσκους ακτίνας.