Συνέχεια πιανιστικών βραδιών στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών με ρεσιτάλ των Khatia Buniatishvili και Ivo Pogorelich – Συναυλία Τεσσάρων Πιάνων

Η Khatia Buniatishvili στο ΜΜΑ (φωτο: Χάρης Ακριβιάδης).
Η Khatia Buniatishvili στο ΜΜΑ (φωτο: Χάρης Ακριβιάδης).

 

Στο πλαίσιο του κύκλου Piano Masters που πρότεινε το Μέγαρο Μουσικής Αθηνών (ΜΜΑ) και σε συνέχεια του ρεσιτάλ του Evgeny Kissin (24/9, βλ. critics’ point, δημοσίευση κριτικού σημειώματος 18/10), στις 26/9 και πάλι στην Αίθουσα Χρήστος Λαμπράκης, ακούσαμε το ρεσιτάλ της Γεωργιανής πιανίστας Khatia Buniatishvili (γ. 1987). Ευθύς εξαρχής οφείλουμε να τονίσουμε ότι η καλλιτέχνις ανήκει στις δημοφιλέστερες πιανίστες της γενιάς της, με πολλές εμφανίσεις και ηχογραφήσεις στο ενεργητικό της, έχοντας προκαλέσει τόσο τα επαινετικά όσο και ενίοτε τα επικριτικά σχόλια της διεθνούς κριτικής, τα δεύτερα λόγω ορισμένων εκκεντρικών ερμηνευτικών προσεγγίσεών της.

Το πρόγραμμά της, που άλλοτε εμφορείτο από γοητευτική στοχαστική σκέψη και άλλοτε από δεξιοτεχνική διάθεση, πάντα τεκμήριο ενός εύφορου συναισθηματικού κόσμου, το οποίο όπως και στην περίπτωση του Kissin ακούστηκε δίχως διάλειμμα λόγω των υγειονομικών μέτρων, σχηματίστηκε από ένδεκα συνθέσεις, σχετικά σύντομης διάρκειας, πολύ μέσα στο πνεύμα του σπονδυλωτού τελευταίου της album με τίτλο Labyrinth (Sony, 19439795772). Σημειώνουμε ότι έξι συνθέσεις, συμπεριλαμβανομένων και των δύο encores του ρεσιτάλ, υπήρξαν κοινές με τον δίσκο.

Η Buniatishvili, που εμφανίστηκε στη σκηνή του ΜΜΑ φορώντας ένα εντυπωσιακό μακρύ κατακόκκινο φόρεμα, διαθέτει αναμφισβήτητη μουσικότητα και προσωπικό ταμπεραμέντο, στοιχεία που ξεχώρισαν αμέσως. Αναλυτικότερα, επέδειξε απόλυτο έλεγχο της μελωδικής γραμμής (Eric Satie, Gymnopedie αρ. 1, και Frédéric Chopin, Πρελούδιο αρ. 4, Op. 28, και Μαζούρκα αρ. 4, Op. 17), φλογερό πάθος και αψεγάδιαστη δακτυλική κυριαρχία (Chopin, Scherzo αρ. 3, Op. 39, Franz Liszt, Ουγγρική Ραψωδία αρ. 2, S. 244/2, και Chopin, Πολωνέζα, Op. 53, Ηρωική), μεγαλοπρέπεια στους σχηματισμούς των εκτενών μουσικών φράσεων (Johann Sebastian Bach/Liszt, Πρελούδιο και Φούγκα, BWV 543), όπως και ήρεμη αισθαντικότητα συνδυασμένη με λείο legato (Franz Schubert, Impromptu αρ. 3, D899, Schubert/Liszt, Ständchen, François Couperin, Les barricades mystérieuses, και Liszt, Consolation αρ. 3, S. 172). Πρόκειται για κάτοχο ζηλευτού σε ποιότητες πιανιστικού ήχου, ενίοτε ενορχηστρωμένου με έξοχη φαντασία και θαυμαστό εύρος διαβαθμίσεων δυναμικής. Μπορεί ορισμένες από τις υπερβολικές επιταχύνσεις (το stringendo προέκυπτε ως molto stringendo, λ.χ. Liszt,  Ουγγρική Ραψωδία αρ. 2, S. 244/2 ) ή κάποια βροντώδη (επιθετικά) forti/fortissimi/fortississimi κατά τα γρήγορα μέρη (λ.χ. Chopin, Scherzo αρ. 3, Op. 39 και ιδίως Liszt,  Ουγγρική Ραψωδία αρ. 2, S. 244/2) να μην ευχαρίστησαν κάθε ακροατή, ωστόσο δεν μπορεί κανείς να μην παραδεχτεί και να εκτιμήσει τις πολλές αξιοσημείωτες αρετές της καλλιτέχνιδος, η οποία με την πάροδο των ετών ασφαλώς ωριμάζει μουσικά. Εκτός προγράμματος, χάρισε με γούστο ερμηνευμένα  το ατμοσφαιρικό και με επιρροές της Jazz τραγούδι La Javanaise του Γάλλου συνθέτη  Serge Gainsbourg (διεσκευασμένο από την ίδια την πιανίστα) και το αργό μέρος, Adagio, από το Κοντσέρτο για όμποε και έγχορδα, Op. 1, του Alessandro Marcello (1673-1747, αδελφού του Benedetto, 1686-1739) σε μεταγραφή για αρπίχορδο του Bach (BWV 974), που σφραγίζει και το ηχογραφημένο της πρόγραμμα στον προαναφερθέντα δίσκο ακτίνας (CD), τον οποίον είμαστε βέβαιοι ότι κάποιοι αναγνώστες θα σπεύσουν (και καλώς θα πράξουν) να αποκτήσουν.

Ο Ivo Pogorelich στο ΜΜΑ (φωτο: Χάρης Αρκιβιάδης).
Ο Ivo Pogorelich στο ΜΜΑ (φωτο: Χάρης Αρκιβιάδης).

 

Τρίτο και τελευταίο ρεσιτάλ (30/9), πάντα στο πλαίσιο του κύκλου Piano Masters, υπήρξε εκείνο του Κροάτη πιανίστα Ivo Pogorelich (γ. 1958), που έγινε γνωστός στο ευρύ κοινό μέσω των όντως υποδειγματικών ηχογραφήσεων που πραγματοποίησε για λογαριασμό της γερμανικής δισκογραφικής εταιρείας Deutsche Grammophon κατά τη διάρκεια των δεκαετιών του 1980 και 1990.

Το πρόγραμμα φιλοξένησε αποκλειστικά έργα του Chopin και άνοιξε με μια αρκούντως εκφραστική όσο και σκοτεινή (ορθότερα, αγωνιώδη) ανάγνωση της Σονάτας αρ. 3, Op. 58. Η επιλογή των ταχυτήτων, τόσο εδώ, όσο και στα έργα που ακολούθησαν, Φαντασία, Op. 49, Πολωνέζα Φαντασία, Op. 61 και Βαρκαρόλα, Op. 60, έκλιναν προς την αργή (ενίοτε, πολύ αργή) πλευρά. Όπως πάντα με αυτόν τον εκλεκτό καλλιτέχνη, το λάξευμα του ήχου παίζει σημαντικό ρόλο και κατά η πρόσφατη αθηναϊκή του εμφάνιση το γεγονός επιβεβαιώθηκε με ιδιαίτερο τρόπο. Πιο συγκεκριμένα, παίζοντας με τις παρτιτούρες ανοιχτές στο αναλόγιο (είδαμε τη βραβευμένη νεαρή πιανίστα Παρασκευή Ράτη να γυρίζει τις σελίδες), με ένα toucher το οποίο βυθιζόταν με αυτοπεποίθηση και σαν βαριά σφραγίδα μέσα στα πλήκτρα, και βεβαίως πάντα με μελετημένη χρήση του πεντάλ, ο Pogorelich έστησε έναν ήχο μεγάλο (ενίοτε βαγκνερικού χαρακτήρα και όγκου), ζεστό και γεμάτο ενδιαφέροντα ηχοχρώματα, περίπου ορχηστρικό, αποδίδοντας με σκέψη τα σπουδαία σοπενικά δημιουργήματα. Ως encore χάρισε μία νοσταλγική ερμηνεία της Berceuse (Νανούρισμα), Op. 57, παραμένοντας στον πλούσιο σε ευαισθησία κόσμο του κορυφαίου Πολωνού μουσουργού.

Τέσσερα πιάνα. Γιάννης Βακαρέλης, Κυπριανός Κατσαρής, Γιώργος-Εμμανουήλ Λαζαρίδης , Αχιλλέας Γουάστωρ (φωτο: Χάρης Ακριβιάδης).
Γιώργος-Εμμανουήλ Λαζαρίδης, Κυπριανός Κατσαρής, Γιάννης Βακαρέλης και Αχιλλέας Γουάστωρ (φωτο: Χάρης Ακριβιάδης).

 

Μερικές μέρες αργότερα (6/10) και πάντα στην ίδια αίθουσα, παραμένοντας στο πιανιστικό σύμπαν, ακούσαμε συναυλία με τίτλο Τέσσερα Πιάνα. Οι πιανίστες Γιάννης Βακαρέλης, Κυπριανός Κατσαρής, Γιώργος-Εμμανουήλ Λαζαρίδης και Αχιλλέας Γουάστωρ αποδεικνύοντας εμπράκτως την καλή τους συνεργασία και επιστρατεύοντας ιδιαίτερη όρεξη, εξερεύνησαν προσεκτικά μία σειρά από ενδιαφέρουσες μεταγραφές για οκτώ χέρια: Εισαγωγή στην όπερα Tannhäuser του Richard Wagner (μεταγραφή Carl Burchard), Κοντσέρτο αρ. 1, Op. 8, RV 269, Η Άνοιξη του Antonio Vivaldi (μεταγραφή Νικόλα Οικονόμου), (sic) Φαντασία πάνω σε θέματα από την όπερα Carmen του Georges Bizet (μεταγραφή Γουάστωρ), Rakoczy march, S. 244c, του Franz Liszt (μεταγραφή του ίδιου του συνθέτη, για δύο πιάνα, οκτώ  χέρια), Σουίτα μπαλέτου- Ζορμπάς του Μίκη Θεοδωράκη (μεταγραφή Γουάστωρ) και Bolero, M. 81, του Maurice Ravel (μεταγραφή Jacques Drillon). Το τελευταίο έργο συνοδεύτηκε από μία εκστατικής έκφρασης χορογραφία του Κωνσταντίνου Ρήγου στην οποία έδωσαν πνοή οι εξαίρετοι χορευτές της Εθνικής Λυρικής Σκηνής. Όσον αφορά στην προαναφερθείσα (sic) Φαντασία πάνω σε θέματα από την όπερα Carmen του Georges Bizet, θα πρέπει να αναφέρουμε ότι στο έντυπο πρόγραμμα της βραδιάς ο Bizet περιέργως εμφανίζεται ως συνθέτης της εν λόγω Φαντασίας, την οποία βεβαίως ουδέποτε δημιούργησε· η έναρξη της Φαντασίας που ακούσαμε έμοιαζε με εκείνη της διάσημης Φαντασίας Carmen, αγγλ. Carmen Fantasy, για βιολί και ορχήστρα, Οp. 25, του Pablo Sarasate (που επίσης αντλεί θέματα από την αθάνατη όπερα του Βizet), ενώ, εκτός από θέματα της Carmen, η «αθηναϊκή» Φαντασία περιέλαβε και τα δύο θέματα από τον χορό Farandole, που ανήκει στη σκηνική μουσική την οποία συνέθεσε ο Bizet για το θεατρικό έργο του Alphonse Daudet με τίτλο, Η Αρλεζιάνα (L’Arlésienne).

Εκτός προγράμματος, ανταποκρινόμενοι στα ηχηρά χειροκροτήματα του κοινού, οι πιανίστες χάρισαν τον Χορό των Σπαθιών από το Μπαλέτο Gayaneh του Aram Khachaturian (μεταγραφή Γουάστωρ), το Libertango του Astor Piazzolla (μεταγραφή Γουάστωρ) και το ζωηρό Galop Marche, για ένα πιάνο-οκτώ χέρια, του Albert Lavignac.

 

Οι πιανίστες Γιάννης Βακαρέλης, Κυπριανός Κατσαρής, Γιώργος-Εμμανουήλ Λαζαρίδης και Αχιλλέας Γουάστωρ ερμηνεύουν το Galop-Marche του Albert Lavignac στο τέλος της βραδιάς.
Οι πιανίστες (από αριστερά) Κυπριανός Κατσαρής, Γιώργος-Εμμανουήλ Λαζαρίδης, Αχιλλέας Γουάστωρ και Γιάννης Βακαρέλης ερμηνεύουν το Galop-Marche του Albert Lavignac στο τέλος της βραδιάς (φωτο: Χάρης Ακριβιάδης).
Κριτικός Μουσικής, καθηγητής Ανώτερων Θεωρητικών, Σύνθεσης και Πιάνου, πρόεδρος του Σωματείου Ελλήνων Κριτικών Μουσικής, Θεάτρου και Χορού, πρόεδρος του Διεθνούς Μουσικού Σωματείου Gina Bachauer, πρόεδρος του Διεθνούς Μουσικού Σωματείου C.V. Alkan - P.J.G. Zimmerman, καλλιτεχνικός διευθυντής του Διεθνούς Διαγωνισμού Πιάνου C.V. Alkan - P.J.G. Zimmerman και καλλιτεχνικός διευθυντής του Πανελλήνιου Μουσικού Διαγωνισμού Μαρίας Χαιρογιώργου-Σιγάρα.