Γράφει η Μαρία Κοτοπούλη*
Κάτω από τον Αυγουστιάτικο ουρανό της Λέσβου, στο πανέμορφο τοπίο του Ρωμαïκού Υδραγωγείου της πολύπαθης Μόριας, παρακολουθήσαμε, στην Υδατογέφυρα, (Καμάρες), τη Δευτέρα 24 και την Τετάρτη 26 Αυγούστου, στο Μουσείο «Βιομηχανικής Ελαιουργίας Λέσβου», δύο συναυλίες μοναδικής ομορφιάς.
Το Διεθνές Μουσικό Σωματείο «Gina Bachauer», σε συνεργασία με τον πολιτιστικό οργανισμό Culture4All, τον Πολιτιστικό Σύλλογο Γυναικών Μόριας και με άλλους τοπικούς φορείς της Λέσβου, με την συμμετοχή των ταλαντούχων, βραβευμένων του σολίστ, υπό την διεύθυνση του εμπνευσμένου Προέδρου του Σωματείου και καλλιτεχνικού Διευθυντή του Φεστιβάλ, Κωνσταντίνου Π. Καράμπελα- Σγούρδα, έφεραν στο νησί της Σαπφούς, με το πλούσιο καλλιτεχνικό-πνευματικό παρελθόν και παρόν, τη μαγεία της κλασικής μουσικής, με έργα επιλεγμένα και με αναφορές στη ομορφιά της φύσης.
Ως πρόλογο στην κλασική συναυλία, η Χορωδία του Πολιτιστικού Συλλόγου Γυναικών Μόριας προσφέρει με ιδιαίτερο και εκφραστικό τρόπο σειρά από ελληνικά τραγούδια.
Το πρόγραμμα της συναυλίας-αφιέρωμα στον Ludwig van Beethoven (1770-1827), με αφορμή την συμπλήρωση 250 χρόνων από τη γέννησή του, αρχίζει με τη Σονάτα για πιάνο αρ.14 Op.27/2, Υπό το Σεληνόφως του μεγάλου αυτού συνθέτη, με σολίστ τον Ελευθέριο Μισιργή. Κάθε μια νότα κρύβει μέσα της πλούτο και εκφράζει το βαθύτερο πάθος της ψυχής και καθώς η συναυλία γίνεται σε φυσικό περιβάλλον, φέρει στην επιφάνεια μνήμες ανεξίτηλες, μνήμες πολύτιμες.
»Καθισμένα όλα τα κορίτσια του «Γυμνασίου Θηλέων Μυτιλήνης» μέσα στην ομορφιά του ελαιώνα, τραγουδάμε και χορεύουμε, όταν, βλέπουμε ξαφνικά, τον καθηγητής μας, τον φιλόλογο, κύριο Βασίλη Αρχοντίδη, να έρχεται κοντά μας. Ο χορός σταματά και σαν παναγίτσες τον περιμένουμε. Μας χαιρετά, μας ρωτά αν περνάμε καλά και φεύγει, αμέσως, όμως, ξαναγυρίζει. «Για πέστε μου κορίτσια, πού είμαστε αυτή τη στιγμή;». «Στη Μόρια φωνάζουμε εν χορώ». «Ποια από σας ξέρει την ετυμολογία της λέξης Μόρια;». Βαριά σιγή επικρατεί και μεγάλη αμηχανία, ενώ προσπαθούμε, εις μάτην, να μαντέψουμε και να δώσουμε μια απάντηση στον καθηγητή μας, ο οποίος, φαίνεται να απολαμβάνει τις άκαρπες προσπάθειές μας. «Δε θα σας βασανίσω άλλο», λέει κουνώντας το κεφάλι του και ρωτά: «Τι βλέπετε γύρω σας»; «Ελιέεες», απαντάμε με μια φωνή. «Πώς λεγόταν στην αρχαιότητα η Ιερή Ελιά της Αθηνάς, ξέρετε;» Σιγή ιχθύος και αμηχανία ξανά.
«Μορία», δίνει μόνος του την απάντηση και συνεχίζει, «Αύριο, θα γράψετε έκθεση για τη Μόρια και καλό θα είναι να ανοίξετε την εγκυκλοπαίδεια για να βρείτε στοιχεία», ενώ αποχωρεί θριαμβικά.
Την άλλη ημέρα η εγκυκλοπαίδεια της σχολικής βιβλιοθήκης θα ρίξει φως στης άγνοιάς μου το σκοτάδι: «Η λέξη μορία ήτο η ονομασία της εν Ακροπόλη Ιεράς ελαίας της Θεάς Αθηνάς. Επειδή δε κατά πάσαν πιθανότητα αι μορίαι ήσαν μεταφυτεύσεις βλαστών εκ της Ιεράς επί της Ακροπόλεως ελαίας, εθεωρούντο ιεραί και διετέλουν υπό την εποπτείαν του Αρείου Πάγου και των Αρχόντων. Ο προξενών βλάβην και εκκόπτων μορίας εμηνύετο επί ασεβεία. Έλαιον δε εκ των ελαιοδένδρων τούτων αποτελούσε το έπαθλον των νικητών των Παναθηναïκών αγώνων».
Από ιερό, λοιπόν, κλαρί, της Μόριας μας το όνομα και αι Μορίαι που την περιβάλουν, σκέφτηκα και έχωσα στα βάθη του υποσυνειδήτου μου ό,τι έμαθα.
Και να τώρα, χρόνια μετά, να ανασύρονται και σφιχτά πιασμένα χέρι με χέρι με τις μελωδίες της μουσικής να χορεύουν «άπαυστον χορείαν». Η φύση γύρω μου «ιερή». Στο ακροατήριο ανάμεσα, έντονη, αισθάνομαι την παρουσία της Θεάς και όλοι όσοι είμαστε παρόντες, μέλη του Αρείου Πάγου και Επόπτες των Ιερών και των Οσίων, (με όλα όσα μπορεί οι έννοιες να κρύβουν).
Η συναυλία με έργα Beethoven συνεχίζεται, και η Σονάτα για βιολί και πιάνο αρ.5, Op. 24, της Ανοίξεως, με το βιολί του Χριστόφορου Πετρίδη και το πιάνο του Ανδρέα Κερκέζου να φέρνουν μπροστά μας την Primavera του Sandro Botticelli, την Ιερή Άνοιξη του Paul Gauguin, την Άνοιξη, του Reneé Magritte και εκείνη, του Γιώργου Ιακωβίδη. Κυρίως, όμως, και ίσως σημαντικότερο, είναι το πανέμορφο τοπίο της Λεσβιακής Άνοιξης, όπου ολάνθιστες οι ελιές, στρώνουν στη γη τα λεπτά ανθάκια τους και παρασέρνουν τα πουλιά σε ξέφρενο κελάηδημα, ενώ οι άνθρωποι, απολαμβάνουν τη σκιά τους.
Τα χειροκροτήματα ζωηρά, με συνεφέρνουν και προσηλώνομαι στα δύο όργανα, στο βιολοντσέλο του Αλέξανδρου Σιουπούλη και στο πιάνο του Ελευθέριου Μισιργή, που ερμηνεύουν, αξιοθαύμαστα, Τον Κύκνο, από τη Σουίτα «Το Καρναβάλι των ζώων», από τα πιο δημοφιλή έργα του Γάλου συνθέτη, Camille Saint-Saëns (1835-1921), ενώ γύρω μου, μέσα στον ελαιώνα, βλέπω τα ζώα, μικρά και μεγάλα, να συγκεντρώνονται σιγά, σιγά, να μας περικυκλώνουν, τα πιο ευλύγιστα να κάθονται ανάμεσά μας και μαγεμένα να χαίρονται μαζί μας τη θεσπέσια μουσική.
Η έκπληξη έρχεται στο τέλος της δεύτερης συναυλίας στο Μουσείο «Βιομηχανικής Ελαιουργίας» από ένα αστέρι του πιάνου, τον νεαρό πιανίστα Παναγιώτη Τροχόπουλο που ερμήνευσε μοναδικά, έργα των Enrique Granados (1867-1916), «Η κοπέλα και το αηδόνι», (La Maja y el ruiseñor). Το πιάνο του ηχεί σαν αηδόνι, τόσο που κοιτάζω από το παράθυρο, μήπως και το εντοπίσω, κάπου, κρυμμένο στα πλούσια φυλλώματα. Το μάτι τρέχει ανάμεσα στα απαστράπτοντα μηχανήματα του ελαιουργείου, στα υπέροχα ξύλινα δοκάρια του, που στηρίζουν τη στέγη, ενώ η μυρωδιά του λαδιού, έντονη, ανακαλεί στη μνήμη τον μόχθο του ανθρώπου να συλλέξει και να αξιοποιήσει το θεïκό τούτο δώρο, και βασικό στήριγμά του στη ζωή.
Μέσα στο πετρόχτιστο ελαιουργείο, συνεχίζεται η εξαίσια ερμηνεία του Παναγιώτη Τροχόπουλου, με το δυσκολότατο, όντως υπερβατικής δεξιοτεχνίας έργο του Franz Liszt (1811-1886) Réminiscences de Robert le diable, (Giaicomo Meyerbeer), S. 413, που υποδηλώνει την αρμονία της τέχνης με τη φύση, της τέχνης με τον άνθρωπο και τον Μέγα Δημιουργό!
Το Λάδι άφθονο, από τις Ιερές Μορίες της Μόριας, ως έπαθλο, για τους συντελεστές της συναυλίας, που όλοι ανεξαιρέτως αποδείχθηκαν νικητές επάξιοι, ευγενών αγώνων.
Είναι ευτύχημα που η Μυτιλήνη, με το πλούσιο παρελθόν και παρόν στις τέχνες και τα γράμματα, μπολιάζεται με κλασικές ερμηνείες των νέων σολίστ του Ιδρύματος «Gina Bachauer». Το υψηλό επίπεδο της τέχνης τους, είναι λαμπρό παράδειγμα και κίνητρο για τους νεαρούς ντόπιους καλλιτέχνες, ώστε να αγωνιστούν, να διεκδικήσουν και να μας δείξουν το δικό τους πηγαίο ταλέντο!
Επιλέξαμε ορισμένες από τις συνθέσεις που ερμηνεύτηκαν τις δύο αυτές μοναδικές βραδιές, θα επανέλθουμε, όμως, γιατί, ήταν όλα τα έργα που ακούσαμε, εξαίσια, με ερμηνείες φανταστικές, που αξίζει να τις γνωστοποιήσουμε στους εκλεκτούς αναγνώστες των μουσικών κλασικών δρωμένων.
*Η Μαρία Κοτοπούλη είναι συγγραφέας- κριτικός μουσικής και θεάτρου.