Κριτική Μουσικής.
Γράφει ο Φώτιος Καλιαμπάκος
Η ελληνική παρουσία κατά την αρχή της νέας καλλιτεχνικής περιόδου στο Carnegie Hall δεν περιορίστηκε στην εμφάνιση του Λεωνίδα Καβάκου, ο οποίος έπαιξε στο νέο του βιολί Stradivarius (βλ. προηγούμενό μας άρθρο στο Critics΄Point), αλλά είχε συνέχεια, λίγες μέρες αργότερα, στις 8/10, με το καθιερωμένο πλέον φθινοπωρινό ραντεβού του συνθέτη Ντίνου Κωνσταντινίδη, τακτικού επισκέπτη του Weill Hall, της όμορφης αυτής μικρής αίθουσας με τις ιωνικές κολώνες και την ευρωπαϊκή αύρα, που βρίσκεται στον τρίτο όροφο του Carnegie Hall. Η βραδιά εντάχθηκε στις συναυλίες που διοργανώνει κάθε χρόνο προς τιμήν του η Distinguished Concerts International New York.
Το πρόγραμμα περιλάμβανε ένα μεγάλο εύρος έργων του συνθέτη από διάφορες περιόδους της δημιουργικής του πορείας, που πια εκτείνεται σε πολλές δεκαετίες. Το πρώτο μέρος ήταν αφιερωμένο σχεδόν αποκλειστικά στο πιανιστικό του έργο. Αυτή τη φορά, η «συνήθης ύποπτη» πιανίστα, την οποία έχουμε συνηθίσει να ακούμε στα έργα του συνθέτη, αφού έχει μια ιδιαίτερη σχέση με αυτά, αλλά και είναι κάτοικος της Νέας Υόρκης, η Μαρία Αστεριάδου, βρισκόταν ανάμεσα στους ακροατές, λόγω του ότι την τιμητική της στη σκηνή του Weil Recital Hall, είχε η προσκεκλημένη πιανίστα από την Ελλάδα Φρόσω Κτιστάκη.
Το πρόγραμμα της μουσικής εκδήλωσης άρχισε με ένα έργο από μία σειρά έργων για σόλο πιάνο που αφιερώθηκαν στη σολίστ με σκοπό να τα ερμηνεύσει στην Ελλάδα και τις ΗΠΑ. Το έργο με τον τίτλο “Reflections IX for Solo Piano”, περιγράφει μουσικά διάφορες καταστάσεις και μεταπτώσεις της αγαπημένης γάτας του συνθέτη με το όνομα «Τίγρης». Από την αρχή της εκτέλεσης, η Φρόσω Κτιστάκη όχι μόνο έδειξε ότι έχει την τεχνική επάρκεια και την εποπτεία, αλλά και ότι είναι σε θέση, να διαφοροποιεί τα μέρη, να «υφαίνει» τα κατάλληλα χρώματα και την εκφραστική ατμόσφαιρα με έναν πολύ προσωπικό τρόπο και μια, θα λέγαμε, «παιδαγωγική» προοπτική στις τεχνικά απαιτητικές μοντερνιστικές δομές του έργου.
Ακολούθησε η ενεργητική μελωδική ροή στο βασισμένο σε μια ελληνική μελωδία έργο με τίτλο, “Theme and Variations for Piano”, και η περιήγηση στις ατονικές αλλά και τονικές περιοχές του εμπνευσμένου από τον 19ο Ψαλμό με τίτλο, “The Heavens are Telling for Piano”, έργου αφιερωμένου αρχικά στην μαθήτρια του συνθέτη Angela Draghicescu.
Στα «Δύο πρελούδια για Πιάνο», η Κτιστάκη διακρίθηκε ιδιαίτερα για την απόδοση της εσωτερικευμένης ατμόσφαιρας του έργου ενώ, όπως «λαθρακούγοντας» μάθαμε αργότερα σε συνεννόηση στο συγκεκριμένο σημείο με το συνθέτη, έδωσε ιδιαίτερη έμφαση στο έντονο ξαφνικό φινάλε του κατά τα άλλα αργού μυστηριακού έργου.
Το τελευταίο και μεγαλύτερο σε διάρκεια έργο για σόλο πιάνο της βραδιάς ήταν η «Suite for a Young Man», ένα ψυχολογικό παλίμψηστο πάνω στις εκρηκτικές ενίοτε αλλαγές της διάθεσης και την ψυχολογία ενός νεαρού άντρα, ένα μοτίβο αγαπημένο τόσο στους συνθέτες όσο και στους λογοτέχνες του 19ου αιώνα και όχι μόνο. Η Κτιστάκη έλαμψε σε αυτή την περιήγηση από τα δυναμικά ακόρντα της αρχής, στις πιο ευαίσθητες προσπάθειες απεικόνισης της ερωτικής ζωής και των τρυφερών στιγμών της νεαρής ηλικία, τα χορευτικά μοτίβα και τις εντάσεις αργότερα, μέχρι την κορύφωση του φινάλε, διαφοροποιώντας με έξοχο τρόπο τις διαθέσεις μέσω της δυναμικής παρουσίασης των έντονων ρυθμικών μοτίβων αλλά κυρίως ερμηνεύοντας με ιδιαίτερη ευαισθησία στα πιο αργά μέρη, όπως άλλωστε έκανε και στα υπόλοιπα έργα, οδηγούμενη σε μια εξαιρετική συνολική εμφάνιση.
Εν τω μεταξύ, κυκλοφόρησε στην Ελλάδα και το CD που περιλαμβάνει τα παραπάνω έργα, τα οποία είχαν ηχογραφηθεί στην Αθήνα κατά τον περασμένο Ιανουάριο.
Η σολίστ πέρασε σε δευτερεύοντα ρόλο κατά το τελευταίο έργο του πρώτου μέρους συνοδεύοντας από το πιάνο την πολύ εκφραστική περιήγηση του άλτο σαξοφώνου του Θανάση Ζέρβα στη Midnight Fantasy II, στις, κατά τον συνθέτη, τονικές και ατονικές περιοχές του έργου, στους ακροατές, όμως, σε ατμοσφαιρικές νυχτερινές μουσικές διαδρομές διαφόρων ιδιωμάτων.
Με το πιο ενεργητικό, ρέον και ευχάριστο Kουαρτέτο Σαξοφώνων, ξεκίνησε το δεύτερο μέρος της συναυλίας. Ο Ζέρβας ήταν επικεφαλής του συνόλου, επιλεγμένου να συνδέσει μουσικούς από την Ελλάδα, τον ίδιο και τον μαθητή του Διονύση Ρούσο, και από το Σικάγο, τους Leo Saguiguit και Eric Honour. Σημειώνουμε ότι ο Έλληνας σαξοφωνίστας έχει σπουδάσει στο Σικάγο διατηρώντας πάντα ιδιαίτερες σχέσεις με την πόλη, ενώ επανήλθε, και θα περάσει τη χρονιά φέτος ως επισκέπτης καθηγητής. Όσον αφορά στην ερμηνεία, ίσως λίγο περισσότερη συνοχή να ήταν ευκταία, όμως δεν επηρέασε ιδιαίτερα την ρέουσα εξέλιξη ενός κατεξοχήν «fun piece», σύμφωνα με τα λόγια του ίδιου του συνθέτη.
Στο τελευταίο μέρος της βραδιάς παρουσιάστηκε, σε συναυλιακή μορφή, η μονόπρακτη όπερα του συνθέτη, με τίτλο “Rosanna”, σε λιμπρέτο του David Madden. Πρόκειται για την ιστορία μιας κοπέλας από ένα χωριό της Χιλής: ο ανυπότακτος χαρακτήρας την οδηγεί τελικά, μετά από μια σειρά, εν μέρει τραγικών, περιστατικών στο μικρό χωριό, το οποίο τελικά εγκαταλείπει για μια καλύτερη ζωή. Τους ρόλους ερμήνευσαν με άρτιο τρόπο, που απέδιδε την ατμόσφαιρα του έργου, συντελεστές συνδεδεμένοι με την Όπερα της Λουϊζιάνα, όπου ο Κωνσταντινίδης είναι διακεκριμένος καθηγητής εδώ και δεκαετίες. Ο λόγος για τους λυρικούς καλλιτέχνες, McKenzie Miller, σοπράνο, Leanne Clement, μέτζο σοπράνο, και Andre Chiang, βαρύτονο, τους οποίους συνόδευσε με εξαιρετικό τρόπο ο πιανίστας Lois Wendt, υπό τη διεύθυνση του ίδιου του συνθέτη. Ο αειθαλής Κωνσταντινίδης, πολλά χρόνια ενεργός και ως διευθυντής της ορχήστρας (για πρώτη φορά, όμως, στο πόντιουμ τα τελευταία χρόνια στη Νέα Υόρκη) ανέβηκε στη σκηνή και με ιδιαίτερη ακρίβεια, λιτές, αλλά σαφείς κινήσεις, επικοινωνία με τους καλλιτέχνες και προφανή βιωματική με κάθε νότα του έργου διηύθυνε τους καλλιτέχνες, οι οποίοι καταχειροκροτήθηκαν από το κοινό στην ιδιαίτερα ζεστή και οικεία ατμόσφαιρα της μικρής αίθουσας.