Μνημειῶδες ρεσιτάλ―Βάγκνερ: «Λυκόφως τῶν Θεῶν».
ΑΝΑΜΕΣΑ ΣΤΟΥΣ πολιτιστικοὺς θεσμοὺς ποὺ ἐμφανίστηκαν μετὰ τὸ Μέγαρο, τὸ Ἵδρυμα Θεοχαράκη, κατέκτησε κῦρος…ἀντιστρόφως ἀνάλογο τῶν διαστάσεων τῆς μικρῆς αἰθούσης του. Ὅλες οἱ ἐκδηλώσεις του ποὺ ἔχω παρακολουθήσει (προτελευταία: ἡ βραδιὰ Ροσσίνι, τῆς μεσο-φώνου Μαρίτα Παπαρρίζου μὲ τὸ Δημήτρη Γιάκα, πιάνο, στὴν ἄγνωστη καντάτα «Ἰωάννα ντ᾽ Ἄρκ») μὲ σφράγισαν― παρήγορες ἡλιαχτίδες μὲς στῶν καιρῶν τὸν ἀτέρμονα ζόφο.
Ἀποκάλυψη στάθηκε ὁ νεαρότατος, καὶ συμπαθέστατος πιανίστας Παναγιώτης Τροχόπουλος (γ. 1982), ρωσικῆς παιδείας, μὲ πρόγραμμα σπανιότατα τόσο συναρπαστικό,: ἔργα λίγο-πολὺ παραγκωνισμένων συν-θετῶν-δεξιοτεχνῶν τοῦ πιάνου γιὰ ὑψίστης παιδείας μουσικούς. Τέλεια δακτυλικὴ τεχνική, λαμπερὸς ἦχος καὶ ἀποσαφήνιση τῶν ἰδιαιτεροτήτων κάθε τεχνοτροπίας, χαρακτηρίζουν, πολλοὺς ἀπὸ τοὺς χιλιάδες πιανίστες ποὺ κυκλοφοροῦν ἀνὰ τὴν ὑδρόγειο. Ὅ,τι ἐξατομίκευε τὸ παίξιμο τοῦ Τροχόπουλου ἦταν ἡ περίτεχνα μελετημένη καὶ διακεκομμένη χρήση τοῦ δεξιοῦ πεντάλ, ποὺ μεταμόρφωνε τὸν πάντοτε κρυστάλλινα φωτεινὸ ἦχο ἀπὸ «ὑγρὸ» σὲ «ξηρό» καὶ ἀντιστρόφως, χαρακτηρίζοντας ἐκφραστικὰ πυκνότητες ἢ ἀραιότητες γραφῆς καὶ ἐπισημαίνοντας εἰδοποιὰ γνωρίσματα κάθε ὕφους. Ἀνυπομονοῦμε νὰ τὸν ξανακούσουμε σὲ ἀνάλογο πρόγραμμα. Τὰ ἔργα:
ΣΚΡΙΑΜΠΙΝ, ΑΛΕΞΑΝΤΡ ΝΙΚΟΛΑΓΕΒΙΤΣ (1871/2-1915): Σονά-τα γιὰ πιάνο, ἀρ. 10 (ἡ τελευταία: 1912-13), ἔργο 70, ντο μείζ., καίτοι ἀκούγεται ἀτονικότατη. Ὥριμα στοχαστική, πάνω σὲ πανταχοῦ παρὸν φευγαλέο θέμα,―χρωματικίζον τρίηχο (ἄρση) / ὄγδοο ἢ τέταρτο (θέση)― περιβάλλεται ἀπὸ περιρρέουσα ἠχητικὴν οὐσία ἀπροσδόκητη. Ἑρμηνεία-καταύγασμα μεγαλοφυοῦς συνθετικοῦ στοχασμοῦ.
ΜΕΤΝΕΡ (MEDTNER), ΝΙΚΟΛΑΪ ΚΑΡΛΟΒΙΤΣ (1879/80-1951): Σονάτα, ἀρ. 10, «Ἀνάμνηση», ἔργο 38 ἀρ. 1 ἑνὸς κύκλου 8 «Ξεχασμέ-νων Μελῳδιῶν» (1920), γνωστότερη ἴσως σελίδα, ἑνὸς ἀκόμη ἀδικο-ξεχασμένου. Ἡ ἔκδηλη ρωσικότητα τοῦ κυρίως θέματος ἀπάγει μὲ τολ-μηρὴν «ἀπερισκεψία», σὲ ἐναλλαγὲς τονικότητας-ἀτονικότητας, εὔφωνου καὶ μεταρρομαντικὰ διάφωνου. Ἑρμηνεία χρωστικῶν διαφοροποιήσειων τῶν πυκνοτήτων.
ΚΛΕΜΕΝΤΙ, ΜΟΥΤΣΙΟ (1752-1832): Σονάτα, φα δίεση ἐλ., ἔργο 26, ἀρ. 2. Λάθος ἀριθμήσεως; ἀπὸ περίπου 110, Σονάτες γιὰ πιάνο τοῦ Κλεμέντι, μόνη σὲ φα δίεση ἐλ., εἶναι ἡ ἔργο 25, ἀρ. 5, (1790· Βλ. ἐργογραφία Alan Tyson, ἐγκυκλοπαίδεια The New Grove, β΄ ἔκδ., [Λονδίνο, 2001], τόμ. 6ος, σσ. 44-45). Καίτοι ἔργο τέλους 18ου αἰ. ἡ ἑρμηνεία, (εὑφυέστατη χρήση πεντάλ), ἀνέπεμπε σὲ ρομαντισμό 19ου.
ΑΛΚΑΝ, ΚΑΡΟΛΟΣ-ΒΑΛΕΝΤΙΝΟΣ (1813-1888): Συμφωνία, γιὰ πιάνο σόλο, 4 μέρη, ἀρ. 4-7, ἀντίστοιχα, ντο, φα, σι ὕφ. καὶ μι ὕφ. ἐλ., ἀπὸ τὶς «12 Σπουδὲς σὲ ὅλες τὶς ἐλάσσονες τονικότητες», 1846-57 (ἔκδ. Richault, 1857), τὸ σημαντικότερο ἔργο δεξιοτέχνου πιανίστα, ἐφάμιλλου, λέγεται, τοῦ Λίστ, καὶ ἀξιολογωτάτου συνθέτου. Ἀριστούρ-γημα κυριολεκτικὰ «ἐνορχηστρωμένο» γιὰ πιάνο, ποὺ ἀνεδείκνυε τὶς συνθετικὲς ἀρετές του καλλίτερα ἀπὸ κάθε ἐνορχήστρωση! Κλασσικό-τατη μορφή, ρομαντικότατο περιεχόμενο. Πένθιμο ἐμβατήριο σχεδὸν γκροτέσκο, μὲ προσδοκώμενο τὸ μείζονα τρόπο στὸ μεσαῖο τμῆμα (β΄ μέρος), ἀγριότατο…μενουέτο μὲ τρυφερότατο «τρίο» (γ΄ μέρος). Γιατὶ τὸ ἀγνοοῦν τόσοι πιανίστες; (Ἵδρυμα Θεοχαράκη, 9.2.2012).
* * *
ΕΥΜΕΝΕΣΤΑΤΑ σχολίασα («Ἐξπρές», 11.1.2012), χωρὶς νὰ τὶς παρα-κολουθῶ, τὶς χάρη στὸν ΑΝΤ1, ζωντανὲς τηλεοπτικὲς ἀναμεταδόσεις παρστάσεων τῆς «Μετροπόλιταν Ὄπερα» Νέας Ὑόρκης. Ἐκείνη τοῦ βαγκνερικοῦ «Λυκόφωτος τῶν Θεῶν», κατακλεῖδος τῆς Τετραλογίας τοῦ «Δαχτυλιδιοῦ τῶν Νιμπελοῦνγκεν», στάθηκε πειρασμός: ὑπέκυψα, a posteriori ἀπογειωμένος καί… καταπικραμένος ποὺ ἔχασα τόσες ἀνά-λογες μεταρσιώσεις. Πλῆρες 5ωρο ἠχητικῆς πανδαισίας, διαυγέστατης ἐκφραστικότητος ἐκφορὰ καὶ τοῦ τελευταίου φθόγγου, μὲ καθήλωσαν: νόμιζα ὅτι πέρασε 5λεπτο! Ἔλλειμμα χώρου ἀποτρέπει ἐκτενῆ ἀναφορὰ στὴ βαγκνέρεια μουσικοδραματικὴ μεγαλοφυΐα: ἁπλῶς συνειδητοποίησα ὅτι ὁ Βάγκνερ ἔφθασε σὲ ἀπώτατες ἐσχατιὲς τοῦ ἠχητικοῦ Σύμπαντος. Τὸ ἔργο του ἐμπεριέχει δυνητικά ὅλη τὴ μουσική, (πλὴν ἴσως τῆς μεγά-λης ρωσικῆς), ἀποδεικνύοντας τὸ «ἀπείρως ἐλατόν» αὐτοῦ τοῦ Σύμπαν-τος ποὺ βάρβαρα ἀδικοπάσχισαν νὰ συρρικνώσουν οἱ Σαῖνμπεργκ, Μπου-λέζ καὶ Σία.
Ἀρχιμουσικὸς ὁ ὑπέροχος Ἰταλὸς Φάμπιο Λουΐζι, διαθέτοντας σπα-νιότατης τεχνικῆς καὶ μουσικότητος καλλίηχο ὀρχήστρα καὶ ὀνειρώδη φωνητικὴ διανομή: νοηματοδότησε θεῖα τὴ ροὴ ἑνὸς μουσικοδραματικοῦ Ρήνου ἀκάθεκτα ὁρμητικοῦ, πλὴν ἐπίπονα ἐσκεμμένου ὡς τὶς ἔσχατες συνηχήσεις καὶ διαστήματα. Μόνον στὴ β΄ πράξη, ἡ χορῳδία ἐνίοτε ἀκούσθηκε δυνατότερη τοῦ προσδοκωμένου. Φωνές: δυστυχῶς τὸ πρό-γραμμα ἀποσιωποῦσε τὶς τρεῖς Νόρν στὸν Πρόλογο, ἰσάριθμες ὑποκριτικὲς προσωπικότητες, ἡ νεότερη μάλιστα ἐκπάγλου καλλονῆς. Φωνὲς ρωμαλεότατες, ἐλαστικὲς στὶς παραμικρότερες ἀποχρώσεις, ὄντως βαγκνέρειες. Δὲν πιστεύαμε ὅτι ἡ ἀκαταμάχητη κοκκινομάλλα Βρουγχίλ-δη (ἐμφανισιακὰ Σούζαν Χαίϋγουρωντ δεκάκις ὡραιότερη: Deborah Voigt) καὶ ὁ Ζήγκφριντ (Jay Hunter Morris) πρωτοτραγουδοῦσαν, τοὺς ρόλους! Ἀνυπέρβλητος συγκερασμὸς τραγουδιοῦ καὶ πάθους, ἡ ἁδρὰ ἐξατομικευμένη Βάλτραουντε (Waltraud Meier). Μέγας ἠθοποιὸς-τραγουδιστής, ψυχὴ καταπικραμένη, ὁ Γκούντερ (Iain Paterson), ἀντάξια ἀδελφή του ἡ Γκούτρουν (Wendy Bryn Harmer). Ἀρχετυπικὸς φωνητικά, ἑρμηνευτικὰ καὶ ἐμφανισιακὰ Ἄλμπεριχ (ὁ μαῦρος Eric Owens ) καὶ μέγιστος φωνητικὰ καὶ ἑρμηνευτικὰ, ὄχι ὅμως ἐμφανισιακὰ (τετράπαχος μπουλοῦκος) ὁ «κακὸς» Χάγκεν (Hans Peter-König). Κοντολογίς: ἥρωες ὄχι μῦθοι ἀλλ᾽ ἄνθρωποι μὲ σάρκα, αἷμα, ὀστᾶ. Θαῦμα νὰ βιώνεις τὸ δόσιμό τους χάρη στὰ τηλεοπτικὰ γκρό-πλάν!
Καλόγουστης ποικιλίας κοστούμια μυθικοῦ γερμανικοῦ Βορρᾶ καὶ Βίκινγκς (François St-Aubin), ἄψογη σκηνοθεσία Robert Lepage, άδιανόητη ὅμως δίχως τὸ μέγιστο πρωταγωνιστὴ τοῦ θριάμβου: τὰ σκηνικὰ (Carl Fillion) καὶ τοὺς φωτισμούς (Etienne Boucher): 18-24 παράλληλα δοκάρια, πολλαπλῶς «σπαστὰ», ὥστε νὰ ἀλλάζουν σχήματα καὶ λειτουργικότητα χάρη σὲ ὀνειρώδεις πολύχρωμους φωτισμοὺς καὶ προβολὲς, (παλάτι τοῦ Γκούντερ, κύματα τοῦ Ρήνου, κόκκινα ἀπὸ τὸ αἷμα τοῦ Ζήγκφριντ, ἢ φλόγινα ἀπὸ τὴ νεκρική του πυρά. Ἡ μελετημένη εὐκινησία τοῦ σκηνικοῦ, ἰδίως σὲ συμφωνικὰ μέρη, ἦταν ὑψηλῆς πνοῆς «χορογραφία»! (Αἴθουσα Τριάντη, 11.2.2012).
Ἐφ. Ἐξπρές, ἔτος 50ό, ἀρ. φύλλου 14.618,
Σάββατο, 18 Φεβρουαρίου 2012, σελ. 37.
――――――――――――