Παγκόσμια πρεμιέρα του «ελληνικού» Κοντσέρτου για φλάουτο, άρπα και ορχήστρα του Ντίνου Κωνσταντινίδη στη Νέα Υόρκη.

Ο Συνθέτης Ντίνος Κωνσταντινίδης.

Γράφει ο Φώτιος Καλιαμπάκος.

 

Στo πλαίσιo της συναυλίας για τα δέκα χρόνια της φιλόδοξης Distinguished Concert International New York (DCINY) στο David Geffen Hall του Λίνκολν Σέντερ (έδρα της Φιλαρμονικής Ορχήστρας της Νέας Υόρκης) πραγματοποιήθηκε η παγκόσμια πρεμιέρα του Κοντσέρτου για Φλάουτο, Άρπα και Ορχήστρα (LRC 268) του διακεκριμένου Έλληνα συνθέτη Ντίνου Κωνσταντινίδη, ο οποίος διατηρεί, ήδη από την ίδρυση της μια ιδιαίτερη σχέση μαζί της και εμφανίζεται τακτικά στη Νέα Υόρκη.

Ο Συνθέτης Ντίνος Κωνσταντινίδης.
Ο συνθέτης Ντίνος Κωνσταντινίδης.

Στη συναυλία συμμετείχε η ορχήστρα και η χορωδία της οργάνωσης, με την οποία ξεκίνησε η συναυλία με τα πολύ νεαρά μέλη της δεύτερης να ξεκινούν της συναυλία με μια σειρά αγαπημένα στο κοινό αμερικανικά τραγούδια υπό τη διεύθυνση της καθηγήτριας στο Πανεπιστήμιο της Georgia Martha Shaw. Αν και η οργάνωση ειδικεύεται στην σύγχρονη μουσική δημιουργία, για το τέλος της επετειακής συναυλίας με πολυάριθμη χορωδία και ορχήστρα, υπό τη διεύθυνση της καθηγήτριας στο Πανεπιστήμιο του Τορόντο Hilary Apfelstadt παρουσιάστηκε το αριστουργηματικό Ρέκβιεμ του Luigi Cherubini, με άρτια εμφάνιση της παιδικής στο μεγαλύτερο μέρος της χορωδίας και της νεανικής ορχήστρας, με κάποιους από τους μουσικούς της, όπως της εξάρχουσας στις βιόλες, να διακρίνονται ιδιαίτερα, τονίζοντας εκ νέου την ποιότητα των, αρκετών, συνήθως συνδεδεμένων με θεσμούς ή μουσικά πανεπιστήμια, νεανικών συνόλων στη Νέα Υόρκη.

 

Το έργο του Κωνσταντινίδη ήταν “υπόθεση” της DCINY η οποία το είχε παραγγείλει. Την ορχήστρα διηύθυνε ο μαέστρος και καλλιτεχνικός διευθυντής της, Jonathan Griffith, με σολίστ στο φλάουτο την διευθύντρια και συνιδρυτή της Iris Derke. Η Derke είχε και την ιδέα της σύνθεσης, αφού παρότρυνε το συνθέτη να γράψει ένα έργο άρπα το οποίο να παρουσιαστεί μαζί με το μαγικό Κοντσέρτο  για Φλάουτο και Άρπα του Μότσαρτ, εκφράζοντας παράλληλα ή συνοψίζοντας τις ελληνικές επιρροές και υπόβαθρο του συνθέτη. Έτσι προέκυψε το Κοντσέρτο με τρία μέρη, με το πρώτο και δεύτερο μέρος: “Reflections” και “Hymn” αντίστοιχα, να χρησιμοποιούν υλικό από παλιότερες συνθέσεις, κυρίως δύο έργα με αναφορές στην ποίηση του Καβάφη και τον Δελφικό Ύμνο, με το τρίτο μέρος: “Dance” να συνδιαλέγεται με τις μελωδικές και ρυθμικές διαστάσεις των παραδοσιακών ελληνικών χορών.

 

Στο πρώτο μέρος άκουγε κανείς το όμορφο γράψιμο για τα σολιστικά μέρη και την οικεία προσεγμένη υφή του ορχηστρικού γραψίματος, οικείο και από παλιότερα έργα, του Κωνσταντινίδη, στο τρίτο ξεχώρισε η γρήγορη ευχάριστη ροή των ρυθμών και χρωμάτων των ελληνικών χορών, με το δεύτερο μέρος να είναι εξόχως υποβλητικό, κάτι στο οποίο παρέπεμπε και ο τίτλος. Με αυτή την αναμονή ενός ύμνου έδειξε να «παίζει» ο συνθέτης δημιουργώντας μια έκπληξη, αφού προτού περάσει στους ατμοσφαιρικούς ήχους του φλάουτου και της άρπας με διακριτική τη συνοδεία της ορχήστρας το αργό μέρος ξεκινούσε με κρουστά!

 

Με κάποιες τεχνικές ενστάσεις στο πρώτο μέρος του έργου η σολίστ στο Φλάουτο ανέβασε την επίδοσή της στη συνέχεια και ανταποκρίθηκε με άρτιο τρόπο στην ατμόσφαιρα του δεύτερου μέρους και στους «φρενήρεις» αναμεμειγμένους ρυθμούς των ελληνικών χορών του τρίτου. Με ακρίβεια, καλή συνεργασία με την ορχήστρα και ατμοσφαιρικά αρπέτζιο στο αργό μέρος η Kirsten Agresta Copely στην άρπα.

 

Ακμαίος και λαμπερός, εμφανώς ευχαριστημένος από την αποδοχή του έργου και τις πολλές παρουσίες συνεργατών και φίλων στη συναυλία, ο Ντίνος Κωνσταντινίδης, ανέβηκε στη σκηνή του David Geffen Hall για να δεχτεί τις αγκαλιές των σολίστ και το θερμό χειροκρότημα του κοινού.

 

Και αν στο έργο για φλάουτο χρησιμοποιήθηκαν οικείες από παλαιότερα έργα τεχνικές, και ρυθμοί και μοτίβα ελληνικών παραδοσιακών χορών, αγαπημένων έτσι κι αλλιώς στους Έλληνες συνθέτες του 20ου και 21ου αιώνα, η προηγούμενη πρεμιέρα πρόσφατου έργου του συνθέτη, το φθινόπωρο που μας πέρασε στο Weill Recital Hall του Carnegie Hall ήταν μια έκπληξη για το πώς ο γεννημένος το 1929 συνθέτης, είναι σε θέση όχι μόνο να παρακολουθεί αλλά και αξιοποιεί με τον καλύτερο τρόπο τις πιο σύγχρονες εξελίξεις στο χώρο της σύνθεσης, κάτι που απέδειξε η παρουσίαση του Δεύτερου Κουαρτέτου για Κρουστά. Το έργο παρουσιάστηκε από το «Hamiruge», το ensemble κρουστών του Πανεπιστημίου της Λουϊζιάνα, στο οποίο ο Κωνσταντινίδης είναι εδώ και δεκαετίες καθηγητής σύνθεσης αλλά και ιδρυτής και μουσικός διευθυντής της ορχήστρας του. Επικεφαλής του ensemble ο καθηγητής στα κρουστά Brett William Dietz, για τον οποίο γράφτηκε το έργο. Ο συνθέτης επεξεργάστηκε στο συγκεκριμένο έργο σύνθετα ρυθμικά μοτίβα χρησιμοποιώντας μια μεγάλη γκάμα κρουστών οργάνων και με τρόπο που αφ’ ενός μεν παρέπεμπε στην εμπειρία του, αφ’ ετέρου όμως στην αφομοίωση νέων τεχνικών, κράτησε το ενδιαφέρον του κοινού καθ’ όλη της διάρκεια του έργου.

 

Η επόμενη παρουσία της μουσικής του Ντίνου Κωνσταντινίδη στη Νέα Υόρκη είναι ήδη προγραμματισμένη για τις 8 Οκτωβρίου, στο τακτικό πλέον φθινοπωρινό ραντεβού και πάλι στο Weill Recital Hall του Carnegie Hall.