Ένα από τα εντυπωσιακότερα παλάτια της Ρώμης είναι το Palazzo della Cancelleria (Παλάτι της Καγκελαρίας). Για τον τουρίστα αποτελεί ένα ακόμα αξιοθέατο της αιώνιας πόλης και πάντα παρατηρεί κανείς επισκέπτες που θαμπωμένοι από τον ιδιαίτερο χαρακτήρα και από το μέγεθός του το απαθανατίζουν με την φωτογραφική τους μηχανή.
Εντούτοις, για τον ειδικό μελετητή της μουσικής μπαρόκ η σημασία του μεγαλοπρεπούς αυτού μνημείου της αναγέννησης, σχεδιασμένο από τον αρχιτέκτονα Donato Bramante, του οποίου η ανέγερση ολοκληρώθηκε το 1513, είναι ακόμα μεγαλύτερη: εδώ κάποτε κατοικούσε ο Καρδινάλιος Pietro Ottoboni (1667-1740), από τις λαμπρότερες μορφές της εποχής μπαρόκ, που έμεινε γνωστός ως υποστηρικτής των σπουδαίων συνθετών της εποχής του. Είναι δύσκολο να αναφερθεί κανείς στην σημασία αυτής της υπερπολύτιμης προσωπικότητας μέσα σε λίγες γραμμές, ωστόσο δεν μπορεί να μην θυμίσει την υποστήριξη που παρείχε απλόχερα σε συνθέτες όπως οι Alessandro Scarlatti (για την όπερα του οποίου, με τίτλο La Statira, έγραψε το libretto), Arcangelo Corelli, Antonio Vivaldi, Tomaso Albinoni (ο οποίος γνώριζε και τον πατέρα του Pietro, Antonio Ottoboni, 1646-1720), Antonio Caldara και Michele Mascitti, για να αναφέρουμε μόνο μερικά από τα σημαντικότερα ονόματα. Επιπλέον, θα προσθέσουμε ότι ένα από τα γνωστότερα φωνητικά έργα του Vivaldi, η καντάτα Andromeda Liberata, που ακούστηκε για πρώτη φορά στη Βενετία, στις 18 Σεπτεμβρίου 1726, γράφτηκε προς τιμήν του Καρδιναλίου, με αφορμή επίσκεψής του στην πόλη.
Δίχως άλλο, ένα ιδιαίτερο κεφάλαιο της μουσικής ιστορίας της εποχής μπαρόκ, αποτελεί η επίσκεψη του νεαρού George Frideric Handel στην Ιταλία το 1706, μετά από πρόσκληση του Gran Principe Ferdinando de’ Medici (Φερδινάνδου των Μεδίκων, Μεγάλου Πρίγκιπα της Τοσκάνης, 1663-1713), τον οποίον είχε γνωρίσει στο Αμβούργο, ή ενδεχομένως, του Gian Gastone de’ Medici (1671-1737). Η Ιταλία υπήρξε ένα από τα μεγάλα μουσικά κέντρα της εποχής και ο συνθέτης πέρασε τρία χρόνια της ζωής του επισκεπτόμενος την Φλωρεντία, την Ρώμη, την Νάπολη και την Βενετία. Εκεί γνωρίζει τους Ιταλούς ομοτέχνους του, γοητεύεται από το ιταλικό ύφος της μουσικής σύνθεσης και φυσικά έρχεται σε επαφή με τον Ottoboni. Ορισμένα από τα έργα της ιταλικής του περιόδου γράφτηκαν ειδικά για τις συναυλίες που δίνονταν τόσο στο παλάτι του τελευταίου και στον ειδικά διαμορφωμένο συναυλιακό χώρο, όπως και στα παλάτια δύο ακόμα επιφανών φιλόμουσων καρδιναλίων, εκείνα των Benedetto Pamphili (1653-1730, που επίσης υποστήριξε μεγάλους ιταλούς συνθέτες της εποχής και έγραψε όχι μόνον libretti, αλλά και μουσικές συνθέσεις ) και Carlo Colonna (1665-1739). Ένας από τους στενότερους συνεργάτες του Handel αργότερα στο Λονδίνο, όπου πέρασε το μεγαλύτερο διάστημα της ζωής του, από το 1711, όταν ήταν είκοσι έξι ετών μέχρι το 1759, έτος θανάτου του, υπήρξε ο πολυτάλαντος Ιταλός, γεννημένος στη Ρώμη, συνθέτης, λιμπρετίστας, τσελίστας και νομισματολόγος Nicola Francesco Haym (1678-1729): τα εξαιρετικά δομημένα, ισχυρού θεατρικού συναισθήματος και ιδιαίτερα «μουσικά» libretti του έθεσαν τη βάση για την μουσική αθάνατων οπερατικών έργων του Handel, όπως Giulio Cesare, Tamerlano και Rodelinda, ανάμεσα σε άλλα. Αξίζει να σημειωθεί ότι πριν ακόμα βρεθεί στο Λονδίνο (από το φθινόπωρο του 1700 ή τις αρχές του 1701) και όσο διέμενε στη Ρώμη, ο Ottoboni υπήρξε ο βασικός εργοδότης του, συνεπώς μπορεί να συμπεράνει κανείς ότι συμμετείχε σε αρκετές από τις περίφημες συναυλίες που δίνονταν στο Palazzo della Cancelleria.
Το πρόγραμμα της συναυλίας που μας πρόσφερε η διακεκριμένη μεσόφωνος Μαρίτα Παπαρίζου στο Ίδρυμα Κακογιάννη (7/12) και που έφερε τον τίτλο «Baroque extravaganza», υπήρξε στενά συνυφασμένο με την ιταλική παράδοση της μουσικής μπαρόκ. Αποσπάσματα από διάσημα φωνητικά έργα δύο λατρεμένων συνθετών του Ottoboni (και βεβαίως, όχι μόνον), των Handel και Vivaldi, συναποτέλεσαν το πρόγραμμα της βραδιάς. Αν εξαιρέσει κανείς την πρώτη άρια, όλα τα υπόλοιπα μέρη ανήκαν σε έργα τα οποία αξιοποιούσαν ιταλικά ποιητικά κείμενα, δύο εκ των οποίων υπήρξαν υπογεγραμμένα από τον Haym. Ο Vivaldi, βεβαίως είναι ένας από τους επιφανέστερους εκπροσώπους της ιταλικής μουσικής μπαρόκ, και από την άλλη πλευρά, σε όλες τις όπερες του Γερμανού Handel, το ιταλικό μουσικού ύφος και η αγάπη του ίδιου για την ιταλική γλώσσα, που με τόση προσοχή και κατανόηση μελοποιεί, αποτελούν στοιχεία πραγματικά εξαιρετικά. Στην περίπτωση που ο Handel δεν είχε περάσει τόσα σημαντικά χρόνια στην Ιταλία και δεν είχε διδαχθεί τα μυστικά της ιταλικής μουσικής γραφής, και μάλιστα στην αρχή της σταδιοδρομίας του, με βεβαιότητα μπορεί κανείς να υποστηρίξει ότι η μουσική του ναι μεν θα ήταν εξίσου θεία, αλλά ασφαλώς, αρκετά διαφορετική.
Η Παπαρίζου είναι μια καλλίτεχνις, που όπως έχει αποδείξει σε όλη τη διάρκεια της μέχρι σήμερα σταδιοδρομίας της, έχει πάντα την διάθεση να ανακαλύπτει και να προτείνει ιδιαίτερα μουσικά progetti, ενώ παράλληλα επιθυμεί να κάνει ενδιαφέροντες συνδυασμούς, όπως στην περίπτωση της εν λόγω συναυλίας της φέροντας κοντά τα μουσικά σύμπαντα των Vivaldi και Handel.
Πραγματικός φωνητικός άθλος αποτέλεσε η επιλογή της να ερμηνεύσει μία σειρά από απαιτητικές άριες των προαναφερθέντων συνθετών. Η πολύχρονη πείρα της στην ερμηνεία έργων της μπαρόκ εποχής, συνέβαλε καταλυτικά στην επιτυχία των ερμηνειών της. Ο έλεγχος της αναπνοής (Handel, Awake Saturnia…Hence, hence Iris hence away, Semele, HWV 58), η φωνητική της δεξιοτεχνία με πολλές καθαρές κολορατούρες και σαφή άρθρωση των συλλαβών (Vivaldi, Agitata infido flatu, Juditha triumphans, RV 644, και Se lento ancora il fulmine, Agrippo, RV 697), η ικανότητα να συγκρατεί την μεγάλη φωνητική γραμμή (Vivaldi, La, sull’eterna sponda, Motezuma, RV 723, και Sol da te, Orlando Furioso, RV 728), αλλά και ο τρόπος που ερμήνευε την μουσική ως καθρέφτη του μουσικού κειμένου και των συναισθημάτων στα άλλα χαιντελικά αποσπάσματα (Handel, Vivi tiranno, Rodelinda HWV 19, Venti turbini, Rinaldo, HWV7, Vorrei vendicarmi, Alcina, HWV 34), υπήρξαν στοιχεία της τέχνης της άξια προσοχής και θαυμασμού.
Ας μας επιτραπεί να αναφέρουμε ότι θα ήταν εύστοχη η ιδέα της επιστροφής στο ανάλογο ρεπερτόριο, αυτή τη φορά με ένα ειδικό αφιέρωμα στον Ottoboni και στον μουσικό κύκλο του (το σχετικό ρεπερτόριο είναι πραγματικά εκτενές, εύφορο και απολύτως ταιριαστό στη φωνή της).
Στην ίδια συναυλία συμμετείχε η νέα υψίφωνος Βανέσσα Καλκάνη, που μας κέρδισε με την φρέσκια και ωραίου ηχοχρώματος λυρική φωνή της, όπως και με την τονική ακρίβεια του τραγουδιού της (Handel, Piangerò la sorte mia, Giulio Cesare in Egitto, HWV 17, και στα δύο ντουέτα, πάντα του ίδιου συνθέτη, που ερμήνευσε με την Παπαρίζου, Son nata a lagrimar, Giulio Cesare in Egitto, HWV 17, και Ama: nell’armi e nell’amar, Deidamia, HWV 42).
Η Συμφωνική Ορχήστρα του Δήμου Αθηναίου, υπό τον Ελευθέριο Καλκάνη, απέδωσε με συνέπεια, έχοντας εξασφαλίσει την συνεργασία της γνωστής όσο και πολύπειρης Ελληνίδας τσεμπαλίστας Κατερίνας Κτώνα και της εξίσου έμπειρης στην ερμηνεία παλαιάς μουσικής Έφης Μηνακούλη, εκτελέστριας θεόρβης.