O Richard Wagner κάλυψε σχεδόν ολόκληρη την πορεία του συνθέτοντας βαρυσήμαντα έργα για τη σκηνή. Καθαρόαιμες πιανιστικές ή συμφωνικές σελίδες, ακόμη και Lieder, συνθέτουν ένα μικρό –αν και όχι αμελητέο- μέρος της παραγωγής του.
Εντούτοις, ανέκαθεν ήταν αρκετοί οι βιρτουόζοι πιανίστες τόσο της εποχής του όσο και των μετέπειτα γενεών, που αισθάνθηκαν την ανάγκη (υποχρέωση;), γοητευμένοι από το βαγκνερικό σύμπαν να μεταγράψουν για το πιάνο μέρη από τα μουσικά του δράματα. Πιο γνωστός από τους μεταγραφείς-διασκευαστές υπήρξε δίχως άλλο ο Franz Liszt, που, όπως και ο Wagner, συγκαταλέγεται στους σπουδαιότερους οραματιστές της μουσικής τέχνης.
Οι ηχογραφημένες μεταγραφές κομματιών του Wagner, που κυκλοφορούν (ή κυκλοφορούσαν) στο εμπόριο είναι πολλές. Πιανίστες διαφορετικών γενεών όπως οι Benno Moiseiwitsch, Vladimir Horowitz, Louis Kentner, Glenn Gould, György Cziffra, Alfred Brendel, Daniel Barenboim, David Allen Wehr, Jean–Yves Thibaudet, Mikhail Rudy, Zoltán Kocsis, William Wolfram και Chitose Okashiro, για να αναφερθούν μόνο μερικοί των οποίων οι προσφορές ξεχωρίζουν στη δισκοθήκη του γράφοντος, απαθανάτισαν τις ερμηνείες τους και το έπραξαν με επιτυχία.
Πιο πρόσφατα, ένας από τους λαμπρούς πιανίστες της νεώτερης γενιάς, ο Ολλανδός Camiel Boomsma, που έχει διακριθεί σε διεθνείς διαγωνισμούς και έχει λάβει υποτροφία από το Διεθνές Ίδρυμα Υποτροφιών Richard Wagner (Richard Wagner Stipendienstiftung), αφιερώνει την πρώτη του δισκογραφική εργασία σε μεταγραφές έργων του Wagner, δίνοντας αμέσως το στίγμα ότι από την αρχή θέλει να προτείνει κάτι ιδιαίτερο και όχι μια πρώτη ηχογράφηση αποτελούμενη από γνωστά και πολυπαιγμένα έργα του ρεπερτορίου. Ναι, δεν είναι μόνο το ρεπερτόριο που μας άγγιξε κατά την ακρόαση του εν λόγω album, αλλά και το εντελώς ξεχωριστό παίξιμο του νεαρού.
Ειδικότερα, το πρόγραμμά του ανοίξει με το Ρετσιτατίβο και τη Ρομάντζα από τον Tannhäuser: O du mein holder Abendstern, S.444, σε μεταγραφή του Liszt. Οι αρπισμοί, οι συγχορδίες, οι παρατεταμένες τρίλιες και η γεμάτη εκστατικό λυρισμό μελωδία, που συνθέτουν το έργο, ευτυχούν στα δάχτυλα του Boomsma, ο οποίος προσεγγίζει τη μουσική με ζηλευτή αισθαντικότητα, βαθιά ποιητική διάθεση και ασφαλώς, πολύ καλό γούστο.
Στη συνέχεια, προσφέρει τη Μουσική της Μεταμορφώσεως (Verwandlungsmusik) από τον Parsifal, σε μεταγραφή του πιανίστα και παιδαγωγού August Stradal (1860-1930), μαθητού του Liszt. Ο Boomsma κλιμακώνει τη μουσική με μεγάλη αίσθηση μεγαλοπρέπειας, ευγένειας και συγκίνησης. Εντυπωσιάζει ο τρόπος με τον οποίον φέρνει στην επιφάνεια τις διαφορετικές ορχηστρικές φωνές και ο τρόπος με τον οποίον τις χρωματίζει. Επιπλέον, με υποδειγματικό έλεγχο δυναμικής, δίνει προοπτική στον ήχο του.
Κατά το τρίτο μουσικό τεμάχιο, που δεν είναι άλλο από τον Αυτοσχεδιασμό πάνω στο «Τραγούδι του Βραβείου του Walther» (Improvisation über Walther’s Preislied) του Franz Bendel, ο πιανίστας αφήνει τη μουσική να ρεύσει με εξαιρετικό panache και μια σαγηνευτική γοητεία. Αξίζει να σημειωθεί ότι ο πολυγραφότατος Bendel (1833-1874), ένας από του αρτιότερους πιανίστες της γενιάς του, συγκαταλεγόταν, όπως και ο Stradal, ανάμεσα στους αγαπημένους μαθητές του Liszt, μελετώντας στο πλάι του τελευταίου για πέντε χρόνια στη Βαϊμάρη.
Ακολουθεί το Πένθιμο Εμβατήριο (Marcia Funebre) από το Λυκόφως των Θεών (Götterdämmerung), τελευταίο μέρος της Τετραλογίας, σε μεταγραφή του Ferruccio Busoni (ο οποίος, θα σημειώσουμε ότι σε πολλές στιγμές της σταδιοδρομίας του, δεν δίστασε να κατακρίνει τα βαγκνερικά ιδεώδη). Η σκοτεινή, τραγική ένταση, που επικρατεί εδώ, προσεγγίζεται με αμεσότητα από τον νεαρό μουσικό, ο οποίος για άλλη μια φορά επιστρατεύει την πλούσια ηχοχρωματική του παλέτα για να πετύχει τους μουσικούς του στόχους.
Το album συμπληρώνουν δύο διάσημα αποσπάσματα από τον Τριστάνο και την Ιζόλδη, συγκεκριμένα το Πρελούδιο και Έρως-Θάνατος της Ιζόλδης (Isoldes Liebestod), S.447, το πρώτο σε μεταγραφή του σύγχρονου πιανίστα Zoltán Kocsis, ενώ το δεύτερο, στην πολυαγαπημένη μεταγραφή του Liszt. Ο Boomsma αποκαλύπτει αυτή τη μουσική με την ερωτική-εκστατική ένταση που της αρμόζει. Ο καθαρός ήχος, οι προσεγμένες κλιμακώσεις, οι ολόσωστες επιλογές ταχυτήτων (tempi), ο χώρος που αφήνει στη μουσική για να αναπτυχθεί και προπάντων, η τόσο δυνατή αφήγηση (ακούστε με πόση ευαισθησία οδηγεί την ηρωίδα στο θάνατο), εύκολα μας οδηγούν στο συμπέρασμα ότι μια τόσο ποιοτική ερμηνεία δεν θα μπορούσε παρά να ευχαριστήσει τόσο τον Wagner όσο και τον Liszt.
Εν κατακλείδι, ο Boomsma είναι ένας πραγματικός καλλιτέχνης, με ένα τεχνικό οπλοστάσιο όντως άψογο, που ξέρει να φωτίζει τα άδυτα της μουσικής με τρόπο που απογειώνει τον ακροατή. Μετά από την ακρόαση αυτού του υπέροχου παρθενικού album, περιμένουμε να λάβουμε τη δισκογραφική συνέχεια του πιανίστα και ευχή μας είναι να μην αργήσουμε να τον ακούσουμε ζωντανά στη χώρα μας.