της Χριστίνας Κόκκοτα
θεατρολόγου-μέλους Ε.Ε.Θ.Κ.
Σε μια περίοδο κατά την οποία στο πολιτικό σκηνικό του τόπου μας καλλιεργείται η στρατηγική της έντασης και ο πολιτικός λόγος εκτρέπεται σε επικίνδυνα διχαστικά μονοπάτια, αναβιώνοντας στοιχειά της σκοτεινής πλευράς του παρελθόντος μας, η επιλογή της θεατρικής ομάδας ΑΣΙΠΚΑ να παρουσιάσει τις «Σιωπηλές φωνές» της Μαρούλας Κλιάφα (εκδόσεις Καστανιώτη) έρχεται να μας θυμίσει πως υπάρχει και η αντικειμενική θεώρηση της ιστορίας, που τη διασφαλίζει η μαρτυρία ανθρώπων, που έπαθαν και από τις δύο πλευρές της εμφυλιοπολεμικής μας τραγωδίας.
Η κατάθεση της συγγραφέως επιδιώκει τη συνάντηση του αναγνώστη με τους εφιαλτικούς σταθμούς της παρατεταμένης περιπέτειας, μέσα από την οποία διήλθε ο ελληνισμός του 20ου αι., μιας περιπέτειας που άφησε πίσω της την οδύνη της απώλειας, τον πόνο του ξεριζωμού και της προσφυγιάς, το ζόφο και τη φρίκη του διχασμού.
Η προσέγγιση αυτού το όχι και τόσο μακρινού παρελθόντος μας αποποιείται την τυπική γραφή ενός ιστορικού εγχειριδίου, που συνήθως ιδεολογικοποιεί μονόπλευρα και μονοδιάστατα τα διαδραματισθέντα, στοχεύοντας σε μια ανάγνωση της ιστορίας μας «από κάτω», από τη πλευρά, δηλαδή, των θυμάτων που βίωσαν τη βία των θυτών όπου κι αν αυτοί ανήκαν. Audiatur altera pars θα μπορούσε να είναι το μότο μιας τέτοιας προσέγγισης, που απεχθάνεται τις σκόπιμες αποσιωπήσεις, που υπονομεύουν το έργο της επίσημης ιστοριογραφίας, αφήνοντας στη σκιά τη διαφορετική οπτική των γεγονότων.
Σπάζοντας τη μονόπλευρη σιωπή, το κείμενο – ντοκουμέντο της Μαρούλας Κλιάφα δίνει βήμα στη δύναμη της προσωπικής μαρτυρίας και με την αφοπλιστική αμεσότητα της πρωτοπρόσωπης αφήγησης αποκαλύπτει την αθέατη πλευρά της πρόσφατης ιστορίας μας, σε μια προσπάθεια αντίστασης στην αναπαραγωγή διχαστικών προτύπων και προκαταλήψεων, που δεν αφήνουν ανεπηρέαστη την εύθραυστη σημερινή μας συγκυρία.
Η θεατρική ομάδα ΑΣΙΠΚΑ (στα ρωσικά σημαίνει ΛΑΘΟΣ) από τις περιεχόμενες στο βιβλίο ιστορικές μαρτυρίες εστίασε σε εκείνες, που συνδέονται με τις φρικαλεότητες του εμφυλίου. Αποτέλεσμα ένας θεατρικός μονόλογος οργανωμένος σκηνοθετικά με τη φρέσκια και ανανεωτική ματιά του Δημήτρη Μπίτου για τον οποίο εκφράσθηκε ιδιαίτερα θετικά σε πρόσφατη συνέντευξή του ο συγγραφέας του εμβληματικού έργου «Πεθαίνω σαν χώρα» Δημήτρης Δημητριάδης.
Λιτή και απέριττη αρχικά η Ειρήνη Δράκου στην απόδοση του μονολόγου κλιμάκωσε σταδιακά την ερμηνευτική της, καταθέτοντας με την αγαστή συνέργεια των εκφραστικών της μέσων (τον λόγο, το σώμα, τη μιμική ως «ομιλούσα σιωπή») ένα δυνατό ερμηνευτικό κρεσέντο, αποκορύφωμα του οποίου ήταν η απόδοση της εμφυλιοπολεμικής φρίκης μέσα από το φρικαλέο προσωπείο, που έπλασαν οι καλογυμνασμένοι μύες του προσώπου της. Μια σιωπηλή κραυγή, εξόχως ομιλητική, που αβίαστα ανακάλεσε στη μνήμη μας την απεγνωσμένη «Κραυγή» του Έντβαρντ Μουνκ. Στο σημείο αυτό καταλυτική ήταν η συμβολή της ηχηρά εφιαλτικής μουσικής – απόλυτα ενσωματωμένης στο κλίμα της παράστασης – που επιμελήθηκε ο Λάμπρος Πηγούνης.
Μια εξαιρετικά δραματοποιημένη εκδοχή του ζοφερού παρελθόντος μας, όχι άσχετη με το σήμερα και την ιστορική στιγμή που βιώνουμε, που παρουσιάσθηκε στο θέατρο «Λιθογραφείο».
Αναδημοσίευση από την εφημερίδα «ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΣ» (13/10/2013)