Για μια ακόμη φορά είχαμε την χαρά και την ευκαιρία να παρακολουθήσουμε τους νεαρούς βιρτουόζους που το Διεθνές Μουσικό Σωματείο Gina Bachauer, υπό την επιμελή εποπτεία του γνωστού μουσικολόγου και Προέδρου του Σωματείου κ. Κωνσταντίνου Π. Καράμπελα-Σγούρδα, ο οποίος αναγνωρίζοντας το ταλέντο τους, υποβοηθεί να αναπτυχθούν και να αναγνωρισθούν ευρύτερα.
Η καλοκαιρινή διοργάνωση του Σωματείου, με την ευγενική υποστήριξη της κ. Μαριάννας Φουρλή, όπως και με την γενναιόδωρη αρωγή ενός ικανού αριθμού επιπλέον προσώπων και φορέων, έλαβε χώρα και εφέτος στη φιλόξενη αίθουσα της ιστορικής Αναγνωστικής Εταιρίας Κέρκυρας. Εκτός του Προέδρου της Εταιρίας κ. Γιάννη Πιέρη, ο οποίος δι ολίγων καλωσόρισε τους καλλιτέχνες, την βραδιά ετίμησε το ζεύγος Φλαμπουριάρη που υποστηρίζει πολλαπλώς κάθε εκδήλωση που υποβοηθεί την κερκυραϊκή κοινωνία και επώνυμοι Αθηναίοι και Κερκυραίοι.
Το πρόγραμμα της πρώτης βραδιάς περιελάμβανε:
Enrique Granados (1867-1916). Ισπανός πιανίστας και συνθέτης που έδωσε μια άλλη διάσταση στην παραδοσιακή ισπανική μουσική μπολιάζοντας την με κλασσικά μοτίβα και πιο νεωτεριστική αντίληψή. Πνίγηκε επιστρέφων από την Αμερική μετά τορπιλισμό του πλοίου που επέβαινε από γερμανικό υποβρύχιο. Το έργο “Η κοπέλα και το αηδόνι”, που παρουσίασε ο πιανίστας Παναγιώτης Τροχόπουλος, είναι έργο ιδιαίτερα απαιτητικό και ο καλλιτέχνης, όπως πάντα το απέδωσε με τον δικό του ακριβή τρόπο, χωρίς παρτιτούρα!
Μετά το ολιγόλεπτο διάλειμμα το πρόγραμμα συνεχίστηκε με έγχορδα και πνευστά.
Ο νεαρός ακόμη (αλλά ώριμος τεχνικά) βιολοντσελίστας Αλέξανδρος Σιουπούλης έπαιξε με εξαιρετική τεχνική και συγχρόνως λυρικά το Πρελούδιο από τη Σουίτα αρ. 2 για σόλο βιολοντσέλο του Johann Sebastian Bach. Ο νεαρός μουσικός, εκτός από την κατάρτιση και την εξέλιξη που δείχνει στο συγκεκριμένο δύσκολο όργανο, έχει το προσόν να συμμετέχει «ψυχή τε και σώματι» στην εκτέλεση του έργου που ερμηνεύει. Πιστεύουμε ότι ο Αλέξανδρος έχει μέλλον! Τις ικανότητες αυτές έδειξε και στην εκτέλεση των δυο επόμενων έργων: «Ο κύκνος» από «Το καρναβάλι των ζώων» του Camille Saint-Saës (1835-1921) και κυρίως στο Capriccio του Georg Goltermann (1825-1876) όπου η Γεωργία-Ευαγγελία Κουρμπέλη τον συνόδευσε επάξια στο πιάνο αποδεικνύοντας ότι μπορεί να διακρίνεται όχι μόνο σε σόλο έργα (την έχουμε ακούσει να παίζει μόνη αρκετές φορές) αλλά και σε έργα μουσικής δωματίου, νιώθοντας τις ανάγκες, όσον αφορά το κατάλληλο tempo και τις δυναμικές, του μουσικού με τον οποίον συμπράττει.
Κατά το επόμενο έργο, που ήταν η γνωστή Ρομάντζα αρ.2 του Beethoven, ο Ορφέας (όνομα και πράγμα!) Παπαφιλίππου έδωσε με το βιολί του δείγματα γνώσης του οργάνου, ειδικά στα ξαφνικά περάσματα από τις νότες της υψηλότερης έκτασης, στις χαμηλές. Εδώ, ο Παναγιώτης Τροχόπουλος ενώ τον παρακολουθούσε πιστά στα tempi, υπερέβαλε ίσως λίγο στη χρήση του πεντάλ επίτασης και στη δυναμική forte, καλύπτοντας τον ήχο του βιολιού.
Στην συνέχεια ο πιανίστας Λευτέρης Μισιργής μας έδωσε άλλη μια απόδειξη των ικανοτήτων του παίζοντας χωρίς παρτιτούρα το ιδιαίτερα απαιτητικό έργο «Le festin d’Ésope» (Η Γιορτή του Αισώπου), Op. 39, αρ. 12, του Charles-Valentin Alkan (1813-1888). Ο μύθος λέει ότι όταν ο Αίσωπος εκλήθη να ετοιμάσει γεύμα με τα καλλίτερα φαγητά, παρουσίασε μόνο πιάτα με βάση «γλώσσα». Ο μύθος υποδηλώνει ότι η γλώσσα μπορεί να περιγράψει τα πάντα. Στο συγκεκριμένο έργο η πολλαπλότητα των γλωσσών εκφράζεται από την μίμηση της φωνής ζώων.
Στην συνέχεια η απαράμιλλη δεξιότητα του Τροχόπουλου μάς καθήλωσε στη Μπαλάντα αρ. 3 του Frédéric Chopin. Ο πιανίστας μάς συνεκίνησε με την απλότητα της έκφρασης και την απόδοση ενός κάθε στιγμή καθαρού ήχου, είτε στα crescendi είτε στα πιο ήρεμα σημεία του έργου.
Η δεύτερη βραδιά ήταν πραγματική απόλαυση παρόλο που τα έργα που παρουσιάστηκαν ήταν και δύσκολα στην εκτέλεση και όχι πάντα τόσο εύκολα στην ακρόαση. Ερμηνεύτηκαν, όμως, τόσο άρτια, που καθήλωσαν το πυκνό ακροατήριο και προκάλεσαν θερμότατο χειροκρότημα.
Ειδικότερα, η βραδιά ξεκίνησε με την πιανίστα Ελένη Ραπτάκη, που έπαιξε την Χρωματική Φαντασία και Φούγκα BWV 903, του Δάσκαλου Johann Sebastian Bach (1685-1750). Όπως γνωρίζουμε, ο Bach έθεσε τις θεωρητικές βάσεις της σύνθεσης στην δυτική μουσική, αποτελώντας μέγιστο παράδειγμα για όσους ακολούθησαν. Η Ραπτάκη κατάφερε να μας βάλει στο κλίμα του Bach μεταμορφώνοντας τον ήχο του πιάνου της κατά διαστήματα σε ήχο τσέμπαλου, βιολοντσέλου, ειδικά στις cantabile μελωδίες, ή εκκλησιαστικού οργάνου (Organ!).
Στο ίδιο κλίμα, ο νεαρός δεξιοτέχνης βιολονίστας Ορφέας Παπαφιλίππου (που συχνά συμμετέχει στο σώμα των εγχόρδων της περίφημης ορχήστρας Philharmonia του Λονδίνου) απέδωσε με μουσική και εκφραστική ακρίβεια μέρη από την Παρτίτα αρ. 2 του Bach, όχι μόνο χωρίς να κουράσει, αλλά και κρατώντας το ενδιαφέρον του κοινού του μέχρι την τελευταία νότα ( μην ξεχνάμε ότι ο πολύς Καβάκος έχει ειπεί ότι η οικογένεια ενός βιολονίστα, τουλάχιστον για τα πρώτα χρόνια, πρέπει να έχει μεγάλη αντοχή στα αυτιά!) Ο Παπαφιλίππου, με προσοχή και τρυφερότητα, «χάιδευε» με το δοξάρι τις χορδές του βιολιού του αποδίδοντας άριστα τη Sarabande του Bach.
Στην συνέχεια, ο κλαρινετίστας Μάριος Ρούσκα, έδειξε την μεγάλη εξέλιξη που έχει κάνει σ΄ αυτό το όργανο, δίνοντας λεπτές αποχρώσεις στα περάσματα της τεχνικά και μουσικά απαιτητικής Σονάτας για κλαρινέτο αρ. 1, Οp. 120, του Johannes Brahms (1833-1897),
Μετά το διάλειμμα είχαμε τη χαρά να ακούσουμε τον ταλαντούχο πιανίστα Λευτέρη Μισιργή, που απέδωσε με ιδιαίτερο χρώμα και σπινθηροβόλο πνεύμα (ειδικά κατά το γ΄ μέρος, Vivace molto), την Σονάτα αρ. 34 του Joseph Haydn (1732-1809).
Η Ελένη Ραπτάκη στη συνέχεια έδειξε ότι η ευαισθησία της είναι ανάλογη της τέχνης της, παίζοντας την Ballade αρ. 1 του Frédéric Chopin (1810-1849). Τη συναυλία έκλεισε ο Μισιργής παίζοντας με συναίσθημα το έργο Danzas espanõlas nos 2. 5. 9 του Enrique Granados (1867-1916), που καταλήγει σε ένα θέμα το οποίο θυμίζει πολύ Μάνο Χατζηδάκη, «… τι να τα κάνω δάκρυα δύο …»
Στο τέλος της βραδιάς, η πιανίστα Γεωργία-Ευαγγελία Κουρμπέλη συνόδευσε εξαιρετικά τον κλαρινετίστα Μάριο Ρούσκα, τον οποίον παρακολουθούμε να εξελίσσεται, στο σύνθετο και απαιτητικό έργο του Luigi Bassi (1833-1871) με τίτλο Φαντασία επάνω στον Rigoletto του G.Verdi. Ο Μάριος απέδωσε λαμπρά, με εκφραστική άνεση και απόλυτο έλεγχο αναπνοής, αυτή την δεξιοτεχνική παρτιτούρα.
Η τρίτη βραδιά έκλεινε το μουσικό τριήμερο που υπήρξε αφιερωμένο στους συνθέτες Enrique Granados και Βασίλη Καλαφάτη. Πριν από την έναρξη της συναυλίας ο κ. Καράμπελας-Σγούρδας έδωσε μία σύντομη διάλεξη σχετικά με τη ζωή και το έργο των δύο προαναφερθέντων μουσουργών. Ο Granadοs, μετά από μια λαμπρή σταδιοδρομία πιανίστα και συνθέτη, όπως αναφέρθηκε πιο πάνω, επνίγη στη Μάγχη, μετά από τον τορπιλισμό του πλοίου που επέβαινε (ο ομιλητής έδειξε φωτογραφία του εναπομείναντος πλέοντος τμήματος του πλοίου με την καμπίνα του Granados). Ο Βασίλης Καλαφάτης, Ελληνικής καταγωγής μουσικός, που διέπρεψε στην Σοβιετική Ένωση, υπήρξε φίλος του Nikolai Rimsky-Korsakov και δάσκαλος του Igor Strawinsky.
Η βραδιά άνοιξε με ένα πληθωρικό έργο του Καλαφάτη, την Σονάτα αρ. 2. Το έργο απέδωσε με εξαιρετική δεξιοτεχνική ευχέρεια, φαντασία, αμεσότητα έκφρασης και χωρίς, όπως πάντα, παρτιτούρα, ο απίστευτος σε απόδοση και απομνημόνευση δύσκολων έργων Παναγιώτης Τροχόπουλος. Το έργο χωρίζεται σε τέσσερα μέρη: στο πρώτο μέρος, Allegro, αμέσως με τα πρώτα μέτρα, ο συνθέτης παραθέτει το πρώτο θέμα, σε ελάσσονα τρόπο, το οποίο επεξεργάζεται ποικιλόμορφα και κλείνει πάλι σε ελάσσονα. Το δεύτερο μέρος, Andante, μοιάζει να ψάχνει κάτι, σαν να περιδιαβάζει ο συνθέτης, χέρι-χέρι με την καλή του, σ΄ ένα κήπο χαλαρά, μέχρι που συλλαμβάνει την ιδέα του δεύτερου θέματος, σε μείζονα κλίμακα. Στο τρίτο μέρος, Scherzo ο ρυθμός είναι ανάλαφρος. Το τέταρτο μέρος ξεκινά διστακτικά, εμφανίζεται το θέμα του, που θυμίζει τον χαρακτήρα Nocturne του Chopin και καταλήγει σε ένα γεμάτο ενέργεια finale, στο τέλος του οποίου επανέρχεται το αρχικό θέμα.
Μετά το διάλειμμα η ταλαντούχα Θεοδώρα Μαγγίνα (γ.1984) μάς χάρισε παίζοντας η ίδια στο πιάνο, τρεις συνθέσεις της, δύο που εμπνέονταν από τη θάλασσα, κατά τις οποίες ακουγόταν ο ρυθμός του κύματος και η γαλήνη που εναλλάσσεται με τρικυμία, κι ένα βουκολικό με τον ήχο του γρύλλου. Εντύπωση έκανε στην μουσική γραφή της η χρήση πεντατονικής κλίμακας σε πολύ καλό συνδυασμό με την υπόλοιπη μουσική επένδυση.
Στη συνέχεια, ο βιολονίστας Ορφέας Παπαφιλίππου, συνοδευόμενος από τον πιανίστα Παναγιώτη Τροχόπουλο, έδωσε δύο κομμάτια του Sir Edward Elgar (1857-1934), τα Salut d’ amour και Chanson de matin. Και τα δύο απεδόθησαν με τον απαιτούμενο ιδιαίτερο λυρισμό, με αισθαντικό τουσέ των χορδών από τον Παπαφιλίππου, ιδιαίτερα κατά το Salut d’ amour (op.12). Το ανοιχτό πιάνο κάλυπτε κάπως τον ήχο του βιολιού, ειδικά στις ψηλές νότες.
Μετά είχαμε μια ευχάριστη παρουσία της νεαράς λυρικής υψιφώνου, με ικανότητες μεσοφώνου στις χαμηλότερες φωνητικές περιοχές, Φωτεινής-Νίκης Γραμμένου, που συνοδεία στο πιάνο της Θεοδώρας Μαγγίνα, απέδωσε με συναίσθημα και θεατρικότητα τρία τραγούδια γραμμένα από την τελευταία. Ειδικά το τρίτο «Το σπίτι των Αέρηδων» νιώσαμε ότι ακουγόταν στην πεντατονική της γραφή ο ήχος του «ρολογιού των Αέρηδων».
Στη συνέχεια, η ικανότατη Ελένη Ραπτάκη απέδωσε με αίσθημα το Feux d’ artifices Claude Debussy (1862-1918), με τον περιγραφικό του χαρακτήρα, που μας έφερε στη θύμηση ένα άλλο υπέροχο περιγραφικό έργο του ίδιου συνθέτη, «Το απόγευμα ενός Φαύνου». Η Ραπτάκη έδειξε μεγάλη δεξιοτεχνία στα περάσματα όπου οι νότες αλλάζουν ταχύτατα έκταση στο κλαβιέ.
Μετά, ακούσαμε πάλι την Γραμμένου, αλλά με συνοδεία της Γεωργίας-Ευαγγελίας Κουρμπέλη. Η Κουρμπέλη έδειξε για άλλη μία φορά την ικανότητά της να παρακολουθεί κάθε στιγμή τον/την μουσικό που συνοδεύει. Θα έχει πολύ καλή απόδοση σε έργα μουσικής δωματίου με περισσότερους μουσικούς. Ακούσαμε τρία τραγούδια του Σαμάρα, μια ερωτική Σερενάδα, το Ειδύλλιον και το γνωστό «Της κοπέλας το Νερό» σε μια ιδιαίτερα προσεγμένη και όλο θεατρικότητα ερμηνεία της κ. Γραμμένου. Το φωνητικό μέρος ολοκληρώθηκε με τη δημοφιλή και παραστατικότατη «Ξανθούλα» του Σολωμού, μουσική Μάντζαρου (η Ζακυνθινή έκδοση). Έκπληξη ήταν η συνέχεια με δύο τραγούδια του Granados.
Η συνέχεια της βραδιάς ήταν προσφορά του βιρτουόζου πιανίστα Λευτέρη Μισιργή. Ο κ. Καράμπελας-Σγούρδας ζήτησε από μέλη του ακροατηρίου να δώσουν 6 νότες πάνω στις οποίες θα αυτοσχεδίαζε ο πιανίστας. Του έδωσαν τις Sol, La, Si, Fa διέση και Re.
Ο Λευτέρης ξεκίνησε παίζοντας τμήματα από την κλίμακα κάθε νότας, ύστερα προχώρησε σε μετατροπίες και διάφορους μουσικούς πειραματισμούς, μέχρι που δημιουργήθηκε ένα θέμα. Μετά από πολλούς αυτοσχεδιαστικούς ακροβατισμούς, αξιοποιώντας και μεταμορφώνοντας το θέμα που προέκυψε από τις έξι νότες, έκλεισε με ένα θριαμβευτικό finale. Ήταν έξοχος!
Ο γράφων και η σύζυγός του συγκινήθηκαν από την προσφορά της επόμενης έκπληξης, που όπως είπε ο νεαρός Αλέξανδρος Σιουπούλης επαίχθη προς τιμή τους. Ήταν «Ο Κύκνος» του Saint-Saëns, με το τσέλο να συνοδεύεται από το πιάνο. Ο Σιουπούλης αγγίζει τρυφερά όταν χρειάζεται τις χορδές σέρνοντας το δοξάρι του προς τον καβαλάρη του οργάνου δίνοντας μια ξεχωριστή απόχρωση στον ήχο!
Η μεγάλη έκπληξη και προσφορά ήταν το τελευταίο κομμάτι, ενός μεξικανού συνθέτη που έπαιξαν τα τρία παιδιά, με κέφι, μπρίο, στο πιάνο ο νεαρός Πέτρος Τρουπάκης, στο κλαρινέτο άψογος ο Μάριος Ρούσκα και στο τσέλο που το μετέτρεψε στην κυριολεξία σε μπάσο, ο Σιουπούλης, παίζοντας πιτσικάτο με κτυπήματα!! Έξοχα!! (είναι αυτό που λένε τα παιδιά μεταξύ τους «όλα τα λεφτά!»).
Και του χρόνου ευχόμαστε τα ίδια και καλύτερα. Μπράβο Σγούρδα και Φουρλή και συγχαρητήρια σ΄ όλους τους νεαρούς καλλιτέχνες και σε όσους συνέβαλαν στην πραγματοποίηση του Φεστιβάλ!