Τόμας Ἀντές: σαιξπήρεια «Τρικυμία» ἀπὸ «Μέτ».

 τοῦ ΓΙΩΡΓΟΥ ΛΕΩΤΣΑΚΟΥ.

 

Τριακοστό έβδομο 2012.

 

ΑΠΙΣΤΕΥΤΟ ΠΛΗΝ ΑΛΗΘΕΣΤΑΤΟ: ὡς σήμερα 46 ὄπερες (βλ. Βικιπαίδεια) γράφτηκαν πάνω στὸ σαγηνευτικὸ κύκνειο ἇσμα τοῦ Σαίξπηρ, «Τρικυμία» (1610-11): γνωστότεροι τῶν «μελοποιῶν» της οἱ Ἁλεβὺ (Γάλλος· 1850), Φίμπιχ (Τσέχος· 1894), Ἄττερμπεργκ (Σουηδός· 1946-47) καὶ Φρὰνκ Μαρτὲν (Ἑλβετός· 1955). Ἀναφέρονται ἐπίσης 10 συνθέτες σκηνικῆς μουσικῆς: πλὴν τοῦ Ἄγγλου Πέρσελ («ἠμιόπερα», 5 πράξεις, 17 «ἀριθμοί», περ. 1695), ὁ ἐπίσης Ἄγγλος ὀπερετίστας Ἄρθουρ Σάλλιβαν (1862), ὁ Γάλλος Σωσσόν (1888), ὁ Γερμανὸς Χούμπερντινκ (1906), ὀ Φινλανδὸς Σιμπέλιους (1926), καὶ 6 γνωστοὶ νεότεροι Ἄγγλοι. Ἐπίσης,  ἡ σπανιότατα ἀκουόμενη, ἐνδιαφέρουσα εἰσαγωγὴ «Τρικυμία» (1830· χορῳδία, ὀρχήστρα), τοῦ Μπερλιόζ, τὸ σχετικῶς γνωστότερο συμφωνικὸ ποίημα τοῦ Τσαϊκόφσκυ, ἔργο 18, (1873), κ.ἄ.

Σχεδὸν παντοῦ ἀποσιωπᾶται ἡ ἀρχαιότερη ἴσως λυρικὴ προσέγγιση στὸ ἔργο (Λονδίνο, 1674): κείμενο, μὲ μεγάλες διαφορὲς ἀπὸ τὸ πρωτότυπο,  τῶν William Davenant, John Dryden (φημισμένων ποιητῶν) καὶ Thomas Shadwell, ἐπίσης ποιητοῦ, καὶ μουσική…5 σπουδαίων συνθετῶν: Matthew Locke (περ. 1621-1677: 11 κομμάτια!), John Banister (1630–1679) Pietro Reggio (1632-1685) Giovanni Battista Draghi (περ. 1640-1708), καὶ  Pelham Humfrey (1647-1674: ὁ πρόωρος θάνατός του θεωρήθηκε τραγῳδία γιὰ τὴν ἀγγλικὴ μουσική). Ἀνατρέχοντας στὴ λυρικὴν ἱστορία τῆς «Τρικυμίας», μὲ ἀφορμὴ τὴν ὄπερα τοῦ Ἄγγλου συνθέτου, πιανίστα καὶ ἀρχιμουσικοῦ Τόμας Ἀντὲς [Thomas Adès, γ. 1971] ποὺ παρουσίασε σὲ ζωντανὴ μετάδοση ἡ «Μέτ», διεπίστωσα ὅτι μιὰν τὶς πιὸ ἀνεξίτηλες ἐντυπώσεις μου (μάθημα συνθέσεως!) ὡς μουσική σὲ μισὸν αἰῶνα μουσικῆς κριτικῆς ὤφειλα σ’ αὐτὴ τὴν…πολυπατεράδικη ἀγγλικὴ ὄπερα (Φεστιβὰλ Πατρῶν, ἐπὶ Μικρούτσικου, Ἀρχαῖο ᾨδεῖο, 14 καὶ 15.7.1990, κριτική μου ἐφ. «Ἐπικαιρότητα», 24.7.1990, σελ. 29), ἀπὸ τὴν εὐπρεπέστατη  Ἑταιρεία Παληᾶς ἈγγλικῆςὌπερας. Ὁμοιογένεια ὕφους (ἀδύνατον νὰ ἀπομονώσεις συγκεκριμένο συνθέτη) σὲ Πακτωλὸ πρωτοπορειακῶν, τότε, συλλήψεων, προαγγέλων τοῦ 18ου αἰ. ἀπὸ Βιβάλντι ὡς καὶ Μότσαρτ.

Ἡ δεύτερη μελοποίηση τῆς «Τρικυμίας» ποὺ γνώριζα, τοῦ Ἀντές, (α΄ ἐκτ. Λονδίνο, Κόβεντ Γκάρντεν, 10.2.2004) διαφορετικὰ διδακτικὴ ἐμπειρία, αὐτονόητα βρισκόταν σὲ  μουσικοὺς ἀντίποδες. Ὁ συνθέτης ξεφεύγει ἀπὸ ἐπάρατους «-ισμούς» (δωδεκαφθογγισμό, σειραϊσμό, ἀλεατορισμό, μινιμαλισμό κ.λπ),  νιτρογλυκερίνες στὴ φυσιολογικὴ ἐξέλιξη τῆς μουσικῆς: χρησιμοποιεῖ τὰ πάντα ἂν, ἐννοεῖται, ὑπηρετοῦν τὴ μουσικοδραματική του σύλληψη: χρωματικότητα, μεγάλα διαστήματα, διατονικότητα, μικρὰ διαστήματα, ἀπάγοντα σὲ τονικοὺς ὑπαινιγμοὺς, ρυθμικὴ

ζωντάνια, γραφὴ πυκνή (πολλὲς μουσικὲς «πληροφορίες» ἀνὰ χρονικὴ μονάδα) ποὺ ὅμως δὲν φαινόταν νὰ κουράζει. Καταγοήτευαν εὐφάνταστη ἐνορχήστρωση καὶ περίτεχνη φωνητικὴ γραφή. Σκεφθήκαμε (κακῶς; μπορεῖ!) ὅτι ὁ Ἀντὲς δίσταζε μεταξὺ «ἐξατομικεύσεως» κάθε ρόλου καὶ ἐνδοτικότητος σὲ πιὸ ἄμεσες ἐκφραστικὲς προτροπὲς τοῦ κειμένου. Ἐντυπωσιακότατες διακριτὲς ἑνότητες μέσα σὲ καλομελετημένα μετεξελιγμένη ροὴ «ἀτέρμονος» μελῳδίας. Α΄ πράξη: ἄρια Μιράντας συνοδείᾳ ξυλίνων, ἀφήγηση Πρόσπερου στὴ Μιράντα,  (ὅλη ἡ σκηνή 2), φωνητικὴ γραμμὴ Κάλιμπαν σὲ μεγάλα διαστήματα (σκηνή 4), διατονικίζον lamento Φερδινάνδου (σκηνὴ 6). Β΄ Πράξη: ὑπέροχο πρελούντιο,  ὡραῖος θρῆνος τοῦ βασιληᾶ Ἀλόνσο ποὺ νομίζει τὸ γιό του Φερδινάνδο πνιγμένο, εὐγενικὴ φωνητικὴ γραμμὴ τοῦ ἀγαθοῦ Γκονζάλο (σκηνή 1), ἀπολαυστικοὶ οἱ Τρίνκουλος-Στέφανος, μὲ τὸν Κάλιμπαν (σκηνὴ 3). Γ΄ Πράξη: ὑπέροχη καντιλένα τῆς Μιράντα, τελικὸ κουϊντέτο. Καθηλωτικὸς σὲ ὅλο τὸ ἔργο, ὁ ρόλος τοῦ Ἄριελ, γιὰ κολορατούρα, κινεῖται σὲ τεσσιτούρα ὅπου τὸ κόντραφα τῆς μοτσάρτειας Βασίλισσας τῆς Νύχτας καταντᾶ νότα… κοντράλτο: μὲ ἀπίθανη ἀναπνοή, κελαϊδᾶ σὰν πίκκολο, ἀλλεπάλληλες ταχύτατες φωνητικὲς καντέντσες! Σπανιότατες οἱ τραγουδίστριες γιὰ τόσο ἐξοντωτικὸ ρόλο: πιθανὴ ἔλλειψή τους, μπορεῖ νὰ ματαιώσει διδασκαλίες ἔργου ΩΡΑΙΟΤΑΤΟΥ. Μόνο στὸ Φινάλε, ὅταν ὁ Κάλιμπαν μένει μόνος στὸ νησὶ, αἰσθανόμαστε μιὰν ἀμήχανη κάμψη συνθετικῆς ὁρμῆς. Tὸ κατὰ Ἀντὲς «γεωμετρικότατο» (ὄντως!) λιμπρέτο, τῆς Αὐστραλῆς θεατρικῆς συγγραφέως Μέρεντιθ Ὄουκς [Meredith Oakes, γ. 1946], σὲ ὁμοιοκατάληκτα δίστιχα, συλλαμβάνει τὴν ποιητικὴν οὐσία τοῦ σαιξπήρειου κειμένου, χωρὶς, ὅπως παρατηρεῖ Ἄγγλος σχολιαστὴς, νὰ «καταπίνεται» ἀπ᾽ αὐτὸ, κάποτε μάλιστα ἀποστασιουποιούμενο, λ.χ. ἀρχικὰ ὁ Πρόσπερος ἐμφανίζεται, πιὸ «φιλέκδικος» ἀπὸ τὸ πρωτότυπο. Κοντολογίς, σαιξπήρεια μαγεία… ἄλλη τοῦ κειμένου!

Μάγος τηλεσκηνοθέτης ὁ  Γκάρυ Χόλβερσον, ἀνέδειξε θαυμαστὰ τὴν ἐμπνευσμένη σκηνοθεσία τοῦ Robert Lepage ποὺ κίνησε μὲ ἀξιοσημείωτην εὐστροφία τὴν πολυάριθμη Αὐλή, τὸ τρίο Τρίνκουλου-Στέφανου-Κάλιμπαν, καὶ κυρίως τὸν Ἄριελ (τὴν σαγηνευτικὰ δαιμονικὴ Audrey Elizabeth Luna: ταυτόχρονα μὲ ἰλιγγιώδεις καντέντσες ἐκτελοῦσε καὶ… ἀκροβατικὰ πάνω σὲ ψηλοκρεμαστὸ πολυέλαιο), ἐμπνεόμενος ἀπὸ τὰ εὐφαντάστως πολυεπίπεδα σκηνικὰ τῆς Jasmine Catudal (φυσικὰ τοπία, ἐσωτερικὸ ὄπερας στὴν Γ΄ πράξη) καὶ στὰ παραμυθένια κοστούμια τῆς χολλυγουντιανῆς Kym Barrett (ταινίες « The Matrix»!): ἠμίγυμνος Πρόσπερος μὲ…τατουάζ, πολὺ νεότερος τοῦ προσδοκωμένου, «ἐρυθρόδερμος» Κάλιμπαν, αὐλικοί, πρίγκιπες καὶ ἐστεμμένοι μὲ ἐπίσημες στολὲς τέλους 19ου αἰ., κυρίες μὲ ἀνάλογες τουαλέττες. Ὁμότιμοι τῆς ἀσυναγώνιστης Luna, σὲ ρόλους εὐνόητα λιγότερο ἀπαιτητικοὺς φωνητικὰ ὄχι ὅμως καὶ ὑποκριτικά, διανομή ἐκθαμβωτική: Simon Keenlyside (Πρόσπερος, ψηλὸς βαρύτονος) Alek Shrader (πρίγκιπας Φερδινάνδος, τενόρος), παραμυθένιο ζευγάρι μὲ τὴν Isabel Leonard  (Μιράντα, μεσόφωνο),  William Burden (Ἀλόνσο, βασιλιάς Νεαπόλεως, τενόρος), Alan Oke (Κάλιμπαν, τενόρος), Iestyn Davies (Τρίνκουλος, κοντρατενόρος), Toby Spence  (σφετεριστὴς Ἀντόνιο, τενόρος),. Ἀπαράδεκτα ἡ ἰστοσελίδα τῆς «Μέτ», ἀποσιωποῦσε τὰ ὀνόματα τοῦ πράου Γκονζάλο (μπασοβαρυτόνου) τοῦ σατανικοῦ Σεμπάσταν (βαρυτόνου, κολλητοῦ τοῦ Ἀντόνιο) καὶ τοῦ Στέφανου (μπασοβαρυτόνου, κολλητοῦ τοῦ Τρίνκουλου.). Τελευταῖος καὶ σημαντικότατος ὁ Τόμας Ἀντὲς ὡς ἀρχιμουσικός, ἠλέκτρισε μουσικὰ ὅλα αὐτὰ τὰ πλήθη, ξελογιάζοντάς μας μὲ τὸ πνευματικό του παιδί: ἤδη ἀναζητοῦμε τὸ DVD. (Αἴθ. Τριάντη, 17.11.2012).

――――――――――――

Ἐφ. Ἐξπρές, Ἔτος 51ο, ἀρ φύλλου 14.836,

Σάββατο, 8 Δεκεμβρίου 2012, σελ. 37.