Το τελευταίο φιλειρηνικό σάλπισμα

της Χριστίνας Κόκκοτα
θεατρολόγου-μέλους Ε.Ε.Θ.Κ.

Σε μια πολυτάραχη περίοδο και εποχή δακρύων για την Αθήνα, ο Αριστοφάνης επιλέγει να γράψει την πιο γελαστή κωμωδία του, τη Λυσιστράτη (411 π.Χ.), ξορκίζοντας τον πόνο των συμπολιτών του με φάρμακο διονυσιακό και διεγερτικό, τον πάνδημο έρωτα αλλά και επιδιώκοντας να επουλώσει τις πληγές της τραυματισμένης πόλης με οδηγό το γέλιο. Ο αδηφάγος πόλεμος διάγει το εικοστό έτος της καταστροφικής του μανίας, το αλαζονικό αθηναϊκό όνειρο για κατάληψη της Σικελίας έχει οριστικά διαψευσθεί και ο Σικελικός παράδεισος έχει τελεσίδικα χαθεί. Προ πάντων όμως για τον ποιητή έχει χαθεί η υπόθεση της ειρήνης, που αποτελούσε γι’ αυτόν σκοπό ζωής. 

            Βαθιά απογοητευμένος από την ατελέσφορη έκβαση των προηγούμενων αντιπολεμικών σαλπισμάτων του («Αχαρνείς», «Ειρήνη», «Όρνιθες») αλλά και από την ανδρική διαχείριση της πολεμικής κρίσης, επιχειρεί με τη «Λυσιστράτη» του να στείλει το τελευταίο φιλειρηνικό μήνυμά του και να παρουσιάσει στο αθηναϊκό κοινό την έσχατη αναλαμπή της πολιτικής-ουτοπικής περιόδου του με μπροστάρισσες για πρώτη φορά τις γυναίκες.

            Η αναζήτηση της ειρήνης σε υπερβατικούς τόπους και ιδεατές πολιτείες (Νεφελοκοκκυγία) εγκαταλείπεται υπέρ ενός ευρήματος απτού, καθημερινού και πολύτιμου για τη ζωή των ανθρώπων. Με όχημα των αντιπολεμικών προθέσεών του την πληθωρική και μαχητική Λυσιστράτη, «την πρώτη φεμινίστρια στην ιστορία του θεάτρου, ένα είδος πρώιμης σουφραζέτας μιας άλλης εποχής», κηρύσσει την ιδέα της ερωτικής αποχής των γυναικών ως μέσο άσκησης πίεσης στην πολεμοκαπηλεία των ανδρών και εκβιασμού για την επίτευξη της ειρήνης. Ο πολιτικός και οικονομικός έλεγχος της πόλης περνά στη δικαιοδοσία των γυναικών, η γυναικοκρατία όμως της Λυσιστράτης θα είναι προσωρινή.

            Το κάλεσμα της αριστοφανικής ηρωΐδας για ερωτικό αποκλεισμό υπερβαίνει τον γυναικείο πληθυσμό των δύο αντιμαχόμενων πλευρών και αποκτά πανελλήνια εμβέλεια. Υποβάλλεται έτσι από τον ποιητή το μήνυμα της συμφιλίωσης ως απαραίτητης προϋπόθεσης για τον τερματισμό του πολέμου και ενισχύεται το κύρος του πολιτικού της μανιφέστου. Πέραν όμως από το ιδεολογικό υπόβαθρο, το κήρυγμα της Λυσιστράτης προσλαμβάνει και αφυπνιστική διάσταση, επιδιώκοντας να ξυπνήσει τις γυναίκες από τον λήθαργο του γυναικωνίτη και την παθητική στάση τους απέναντι στα προβλήματα της ζωής, να τις συνειδητοποιήσει και να τους προσφέρει βήμα έκφρασης, βελτιώνοντας τη γυναικεία μοίρα. Στον Αγώνα με τον Πρόβουλο, κρατικό λειτουργό, που εκπροσωπεί την ανόητη ισχυρογνωμοσύνη του ανδρικού γένους, η μάχη των φύλων είναι σπαρταριστά παρούσα.

            Η κωμωδία κλείνει με την ερωτική απεργία να πετυχαίνει τον ειρηνόφιλο στίχο της παρά τα κρούσματα σεξουαλικής λιποψυχίας, που σημειώνονται και τροφοδοτούν επιδέξια την κωμική πλοκή. Μια κατακλείδα λυτρωτική για το αθηναϊκό κοινό, επί της ουσίας όμως ψευδαισθητική και ουτοπική για το συνεχιζόμενο δράμα της πόλης, ένα είδος παραμυθητικής φυγής από την σκληρή πραγματικότητα του πολέμου. Άλλωστε, όπως όλοι οι μεγάλοι σατιρικοί, έτσι και ο Αριστοφάνης είναι ρεαλιστής στη διάγνωση αλλά παραμένει ρομαντικός στη θεραπεία του προβλήματος.

            Χωρίς να κάνει τη διαφορά από προηγούμενα ανεβάσματα της δημοφιλούς αριστοφανικής κωμωδίας, η σκηνοθετική ανάγνωση του Τσέζαρις Γκραουζίνις, ήταν μεν συνηθισμένη αλλά καθαρή, απαλλαγμένη από τον φόρτο του σκηνοθετισμού και το συνονθύλευμα των ετερόκλητων τεχνικών, που ταλαιπωρούν τη σκηνική απόδοση της αριστοφανικής παραγωγής τα τελευταία χρόνια, με εξαίρεση την ελευθεριάζουσα και απειθάρχητη εμφάνιση του Χορού των Γερόντων και των Γυναικών -κυρίως στην εχθρική Παράβασή τους- τόσο στο επίπεδο της κίνησης όσο και των συνοδευτικών μουσικών ρυθμών.

            Έχοντας αποβάλει κατά ένα μέρος τον τηλεοπτικό της εαυτό, η Μαρία Καβογιάννη μπορεί να μην είχε τη σκηνική λάμψη και το φωνητικό εύρος, που απαιτούνται για την ενσάρκωση της αριστοφανικής πασιονάριας, ωστόσο κατέθεσε μια έντιμη ερμηνεία και μετέδωσε ανόθευτο το μήνυμα της ποιητικής φαντασίας. Άχαρη και υποκριτικά μονοδιάστατη η αθηναία Κλεονίκη της Καίτης Κωνσταντίνου σ’ έναν ρόλο προορισμένο να φέρει στη σκηνή την ιωνική κομψότητα και κοκεταρία. Αντίθετα η σπαρτιάτισσα Λαμπιτώ της Μαργαρίτας Βαρλάμου είχε τη δωρική λιτότητα και την τραχειά αρρενωπότητα, που απαιτούσε η μιλιταριστική προέλευσή της.

            Στο σπαρταριστά κωμικό και τολμηρό επεισόδιο του Κινησία και της Μυρρίνης, ο Θανάσης Τσαλταμπάσης, απολαυστικός στην απόδοση της σεξουαλικής στέρησης του άνδρα, πρόσφερε αβίαστο γέλιο. Στην κωμική του «επέλαση» η Νάντια Κοντογεώργη αποδείχθηκε λίγη και αναποτελεσματική, αποδυναμώνοντας μέσα από τους επιδερμικούς και ρηχούς ακκισμούς της αλλά και την αμήχανη κινησιολογία της μια ηδονική και θελκτική φιγούρα, μια πυρπολήτρια του ανδρικού πόθου, όπως η Μυρρίνη.

            Το καρτουνίστικης αισθητικής και κλίμακας σκηνικό -υπαινικτικό της καταρρέουσας Αθήνας- και τα αισθησιακά κοστούμια, διανθισμένα με άρωμα γαλλικού καμπαρέ και εύστοχα διογκωμένα με έντονες κωμικές πινελιές προς ανάδειξη της γυναικείας θηλυκότητας, όλα δια χειρός Γιώργου Πάτσα, συνδιαμόρφωσαν το οπτικό πεδίο μιας μέτριας αλλά και μετρημένα εμπορευματοποιημένης παράστασης.        

 

Αναδημοσίευση από την εφημερίδα «ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΣ»

Το τελευταίο φιλειρηνικό σάλπισμα

Η Χριστίνα Κόκκοτα γεννήθηκε στην Πάτρα. Σπούδασε Φιλολογία στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και Θεατρολογία στο Τμήμα Θεατρικών Σπουδών του Πανεπιστημίου Πατρών. Γράφει κριτική θεάτρου από το 1992. Κείμενά της φιλολογικού και θεατρικού περιεχομένου αλλά και ευρύτερου προβληματισμού έχουν δημοσιευθεί στις εφημερίδες Πελοπόννησος και Τα Νέα και στα περιοδικά Αχαϊκά και Πολύπτυχο. Έχει χρηματίσει μέλος του Δ.Σ. του ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ. Πατρών, της Καλλιτεχνικής Επιτροπής του Φεστιβάλ «Θεσμός Αρχαίου Δράματος», κριτικών επιτροπών στους Πανελλήνιους Πολιτιστικούς Μαθητικούς Αγώνες. Είναι μέλος της Ένωσης Ελλήνων Θεατρικών και Μουσικών Κριτικών και της Συντακτικής Επιτροπής του περιοδικού Αχαϊκά. Από τις εκδόσεις ΚΕΔΡΟΣ το 2010 κυκλοφόρησε το βιβλίο της ΘΕΑΤΡΙΚΟ ΑΝΑΛΟΓΙΟ (συλλογή θεωρητικών θεατρικών κειμένων) και το 2012 το βιβλίο της ΚΡΙΤΙΚΕΣ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΕΙΣ Ι. ΑΡΧΑΙΟ ΘΕΑΤΡΟ από τις εκδόσεις ΠΑΝΟΣ.