Εκλεκτές συναυλίες και παραστάσεις όπερας στο φθινοπωρινό Λονδίνο (μέρος α΄): Συμφωνική Ορχήστρα του Λονδίνου, υπό τον Antonio Pappano – Σύμπραξη Magdalena Κοžená και Mitsuko Uchida – «Peter Grimes» του Britten από την Εθνική Όπερα της Αγγλίας

Η Συμφωνική Ορχήστρα του Λονδίνου, υπό τη διεύθυνση του Sir Antonio Pappano, με σολίστ την Patricia Kopatchinskaja. Φωτογραφία του Mark Allan.
Η Συμφωνική Ορχήστρα του Λονδίνου, υπό τη διεύθυνση του Sir Antonio Pappano, με σολίστ την Patricia Kopatchinskaja. Φωτογραφία του Mark Allan.

Μολονότι ο καιρός του Λονδίνου κατά τη φθινοπωρινή περίοδο μεταβάλλεται συνεχώς, δίνοντας μέρες όπου επικρατούν η κακοκαιρία και οι ατέρμονες βροχές εναλλασσόμενες με άλλες, όπου ο ήλιος λάμπει μεγαλοπρεπώς, ωστόσο παραμένει σταθερά υψηλό το επίπεδο των μουσικών δρώμενων της βρετανικής πρωτεύουσας, ακτινοβολώντας με κάθε ευκαιρία.

Ας μας επιτραπεί να εγκαινιάσουμε το παρόν μουσικοκριτικό μας σημείωμα αναφερόμενοι στο κοινό του Λονδίνου, το οποίο παρακολουθεί τις συναυλίες και παραστάσεις με απόλυτη αφοσίωση και συγκέντρωση, που πηγάζουν μέσα από τη βαθειά αγάπη, τον σεβασμό και την ειδική γνώση του για τη μουσική. Κατά τη διάρκεια της μουσικής πράξης υπάρχει μία δυνατή και ακλόνητη επικοινωνία του, τόσο με τον ερμηνευτή όσο και με το έργο, την οποία αισθάνεσαι αμέσως μόλις αρχίζει το ακρόαμα. Με απειροελάχιστες εξαιρέσεις, δεν ακούς ενοχλητικούς θορύβους, λ.χ. ήχους κινητών, πτώσεις αντικειμένων, ψιθύρους, άκαιρα χειροκροτήματα κλπ. Η μουσική παιδεία του, η γνώση και το γούστο του, σε μεγάλο βαθμό εξασφαλίζουν την ποιότητα μα και την ποσότητα των μουσικών εκδηλώσεων που του προσφέρει η εν λόγω πρωτεύουσα, εδώ και αιώνες ένα από τα ισχυρότερα πολιτιστικά κέντρα του κόσμου. Βεβαίως, είναι αλήθεια ότι το Brexit και η οικονομική κρίση (το δεύτερο, αποτελεί παγκόσμιο φαινόμενο), έχουν προκαλέσει αισθητά προβλήματα όπως θα δούμε παρακάτω, εντούτοις το πολιτιστικό επίπεδο και το αμείωτο ενδιαφέρον του κοινού για κάθε μορφή τέχνης, ακόμη κρατούν γερά εκεί.

Οι πρόσφατες φθινοπωρινές μας ακροάσεις στο Λονδίνο άνοιξαν με συναυλία της εκλεκτής Συμφωνικής Ορχήστρας του Λονδίνου, υπό τη διεύθυνση του Αγγλο-ιταλού μαέστρου Sir Antonio Pappano (από τον Σεπτέμβριο του 2024 αναλαμβάνει τη θέση του κύριου αρχιμουσικού της), που δόθηκε στο Barbican Hall, στις 8/10. Το πρόγραμμα άνοιξε με μία μαγευτική, όλο εκλεπτυσμένη κίνηση και γαλλική φινέτσα, ερμηνεία του αριστουργηματικού Βαλς (γαλλ. La valse) του Maurice Ravel (1875-1937), το οποίο οδηγήθηκε σε ένα εκστατικό φινάλε. Στη συνέχεια, η χαρισματική Ρωσίδα βιολονίστα Patricia Kopatchinskaja, που εμφανίστηκε ξυπόλυτη στη σκηνή, ανέλαβε το σολιστικό μέρος του Κοντσέρτου για βιολί, με τον χαρακτηριστικό τίτλο, 1001 Νύχτες στο Χαρέμι, του Τούρκου συνθέτη και πιανίστα Fazil Say (γ. 1970).  Με ήχο γεμάτο ομορφιά, αξιοσημείωτη δεξιοτεχνική άνεση και άμεση εκφραστική ευφράδεια, τόσο η ίδια όσο και η ορχήστρα υπό τον Pappano, φώτισαν τους ποικίλους ρυθμούς, την αφήγηση και τα ανατολίτικα μουσικά στοιχεία (άφθονα τριημιτόνια) που ξεχωρίζουν στο έργο.

Το δεύτερο μέρος της βραδιάς καλύφθηκε από την τριμερή ορχηστρική σουίτα με τίτλο Συμφωνικοί Χοροί, Op. 45, του Ρώσου συνθέτη, πιανίστα και αρχιμουσικού Sergei Rachmaninoff (1873-1943), από τη γέννηση του οποίου συμπληρώθηκαν φέτος εκατόν πενήντα χρόνια και από τον θάνατό του, ογδόντα χρόνια. Πρόκειται για καρπό της ύστατης δημιουργικής του περιόδου το οποίο αποτελεί κορωνίδα πλήρους της εργογραφίας του. Ο Pappano ενθάρρυνε την έξοχη ορχήστρα του να παίξει το έργο με το απαιτούμενο απροκάλυπτο ρομαντικό συναίσθημα (θαυμάσια εκτέλεση του tempo rubato κατά το δεύτερο μέρος, Andante con moto, Tempo di valse), δομώντας τα εκτενή μελωδικά σχήματα με τέχνη, λαξεύοντας τους ρυθμούς με ενέργεια και κολακεύοντας τα αυτιά μας με έναν εντυπωσιακό χείμαρρο υπέροχων ηχοχρωμάτων.

Η μεσόφωνος Magdalena Kožená.

Προχωρώντας, την ακριβώς επόμενη βραδιά (9/10), στο λατρεμένο μας Wigmore Hall, με την ιδανικής ποιότητας ακουστική, απολαύσαμε δύο μεγάλες κυρίες της διεθνούς λόγιας μουσικής σκηνής. Ο λόγος για την Τσέχα μεσόφωνο Magdalena Κοžená και την Ιαπωνίδα πιανίστα Dame Mitsuko Uchida, οι οποίες από κοινού εξερεύνησαν τραγούδια των Claude Debussy (1862-1918) και Olivier Messiaen (1908-1992). Η σύμπραξή τους αποδείχθηκε απολύτως ιδιαίτερη και επιτυχής. Φρόντισαν να φέρουν στην επιφάνεια με προσοχή τον  μυσταγωγικό και ενίοτε αινιγματικό χαρακτήρα της γραφής των δύο κορυφαίων Γάλλων μουσουργών. Η ντίβα συγκαταλέγεται ανάμεσα στις διαπρεπέστερες ερμηνεύτριες του ρόλου της Μελισάνθης (Debussy, Pelléas et Mélisande)· η στενή της επαφή με την ηρωίδα όπως και γενικότερα με το μουσικό σύμπαν του Debussy, ασφαλώς συνέδραμαν στην ιδιωματική, αισθαντική, ενίοτε φανερά ερωτική, και αναμφισβήτητα άρτια ερμηνεία των τριών κύκλων του συνθέτη που πρότεινε: Τραγούδια της Βιλιτώς (γαλλ. Chansons de Bilitis), Πέντε ποιήματα του Baudelaire (γαλλ. 5 poèmes de Baudelaire) και Λησμονημένες αριέτες (γαλλ. Ariettes oubliées, τούτος ο τελευταίος κύκλος άνοιξε το δεύτερο μέρος της βραδιάς). Η ευγένεια και ο στοχασμός της ερμηνείας της είχαν πολλά να προσφέρουν και στα πέντε τραγούδια (L’épouse, Ta voix, Les deux guerriers, Le collier και Prière exaucée) από τον κύκλο Poèmes pour Mi του Messiaen, αφιερωμένα στην πρώτη γυναίκα του τελευταίου, βιολονίστα και συνθέτρια Claire Delbos (1906-1959). Η Uchida έπαιξε με φαντασία, λεπτό γούστο και αξιοποιώντας μία παλέτα ποικίλων διαβαθμίσεων δυναμικής του ήχου συνέδραμε στη δημιουργία της κατάλληλης γαλλικής όσο και συγκινητικής ατμόσφαιρας. Εκτός προγράμματος, μακριά από το γαλλικό σύμπαν, προσφέρθηκε μία τρυφερή ερμηνεία, με ανάδειξη του χορευτικού ρυθμικού στοιχείου, του γνωστού τραγουδιού με τίτλο, Το μικρό παγκάκι/Αυτό το δικό μας μικρό παγκάκι (μορ. Łavečka/Ta naša łavečka), από τον κύκλο Λαϊκά τραγούδια της Μοραβίας (ορθότερα, Μοραβική λαϊκή ποίηση σε τραγούδια, μορ. Moravská lidová poezie v písních), δημιουργία του Μοραβού μουσουργού Leoš Janácek (1854-1928).

Συνεχίζοντας, στη σκηνή της Εθνικής Όπερας της Αγγλίας (αγγλ. English National Opera, ENO) παρακολουθήσαμε παράσταση της εμβληματικής όπερας Peter Grimes του σημαντικού Άγγλου συνθέτη Benjamin Britten (1913-1976). Το λιμπρέτο του Άγγλου ποιητή, θεατρικού συγγραφέα και δημοσιογράφου Montagu Slater (1902-1956) είναι βασισμένη στην ομώνυμη ενότητα του αφηγηματικού ποιήματος των αρχών του δεκάτου ενάτου αιώνα με τίτλο Η κοινότητα (αγγλ. The Borough) του Άγγλου ποιητή, κληρικού και γιατρού χειρουργού George Grabbe (1754-1832). Επρόκειτο για αναβίωση της παινεμένης παραγωγής του σκηνοθέτη David Alden που είχε παρουσιαστεί για πρώτη φορά το 2009 (αναφέρουμε ότι το αθηναϊκό κοινό κατά το παρελθόν είχε δύο φορές εκτιμήσει δουλειά του τελευταίου στην Εθνική Λυρική Σκηνική La vida breve, Η σύντομη ζωή, του Manuel de Falla, 1876-1946, τον Νοέμβριο του 2006, και Simon Boccanegra του Giuseppe Verdi, 1813-1901,τον Μάιο του 2008). O Alden και οι συνεργάτες του Paul Steinberg (σκηνικά), Brigitte Reiffenstuel (κοστούμια), Adam Silverman (φωτισμοί), Gary James (αναβίωση σχεδιασμού φωτισμών) και Maxine Braham (κινησιολογία), πέτυχαν ένα εξπρεσιονιστικό σκηνοθετικό-εικαστικό αποτέλεσμα που αναδείκνυε το σκοτεινό ψυχογραφικό, ενίοτε τρομακτικά εφιαλτικό και βίαιο, πλαίσιο του έργου, με θεατρική κίνηση όλο οίστρο, σκουρόχρωμα κοστούμια και λίγα σκηνικά, δίνοντας έμφαση στην παραθαλάσσια τοποθεσία και μεταθέτοντας την πλοκή κάπου στα 1945, έτος που ανέβηκε για πρώτη φορά η όπερα.

Ο τενόρος Gwen Hughes Jones ως Peter Grime στην Εθνική Όπερα της Αγγλίας. Φωτογραφία του Tom Bowles.

O ταλαντούχος Ουαλός τενόρος Gwyn Hughes Jones, που εμφανίζεται συχνά στην ENO, για πρώτη φορά στη σταδιοδρομία του αναμετρήθηκε με τον απαιτητικό πρωταγωνιστικό ρόλο του Peter Grimes (τον οποίον ο Britten έγραψε, όπως και τόσους άλλους, για τον εκλεκτό τενόρο και σύντροφό του, Peter Pears, 1910-1986), αποδίνοντας με δυνατή έκφραση, προσοχή στην ερμηνεία των μεγάλων δραματικών φράσεων και στην κλιμάκωσή τους, όπως και με φωνή αντοχής, ιδιαιτέρου χρώματος και, όπου απαιτείτο, λυρισμού. Ανέδειξε με νόημα τον ρόλο, τις αγωνίες και τον ιδιότυπο χαρακτήρα του ήρωα, του ταλανισμένου ψαρά, που κατηγορείται για τον θάνατο των δύο νεαρών βοηθών του αντιμετωπίζοντας την καχυποψία και την έχθρα σχεδόν όλων των συντοπιτών του. Η πολυπρόσωπη όπερα απαιτεί την καλή σύμπραξη των τραγουδιστών· στην παραγωγή που παρακολουθήσαμε, τόσο η συνεργασία των μονωδών, όσο και εκείνη της χορωδίας, που κατέχει εδώ πρωταγωνιστικό ρόλο, ήταν αμφότερες λαμπρές. H Αγγλίδα υψίφωνος Elizabeth Llewellyn στον ρόλο της χήρας δασκάλας Ellen Orford, που υποστηρίζει τον Grimes στις δύσκολες ώρες του, τραγούδησε και έπαιξε με εντυπωσιακό τρόπο, χρησιμοποιώντας την εύηχη και καλά στημένη, φωτεινή στη ψηλή περιοχή, φωνή της. O Άγγλος μπασοβαρύτονος Simon Bailey στον ρόλο του Καπετάνιου Balstrode υπήρξε εξίσου πειστικός. Στους υπόλοιπους μεγαλύτερους ή μικρότερους ρόλους –τι αξιοσημείωτο ensemble!- θαυμάσαμε τους Christine Rice (Θεία), Clive Bayley (Swallow), Alex Otterburn (Ned Keene), John Findon (Bob Boles), AnneMarie Owens (Mrs Sedley), David Soar (Hobson), Ronald Samm (Αιδεσιμότατος Horace Adams), Cleo LeeMcGowan (πρώτη ανιψιά) και Ava Dodd (δεύτερη ανιψιά).

Σκηνή από την όπερα “Peter Grimes” όπως παρουσιάστηκε από την Εθνική Όπερα της Αγγλίας. Φωτογραφία του Tom Bowles.

O έμπειρος Βρετανός αρχιμουσικός Martyn Brabbins, που παραιτήθηκε από τη θέση του καλλιτεχνικού διευθυντού της ENO λίγες μέρες μετά από την παράσταση που παρακολουθήσαμε, αντιδρώντας με έντονο τρόπο στις απαράδεκτες κρατικές οικονομικές περικοπές που επιβλήθηκαν στο εν λόγω λυρικό θέατρο (βλ. παραπάνω, οικονομική κρίση), διηύθυνε με απίστευτη φλόγα, γνώση και διεισδυτικότητα τη μεγάλη σε αξία παρτιτούρα του Britten, αξιοποιώντας τις ποιότητες των συντελεστών και ιδίως της μουσικά και τεχνικά άρτιας ορχήστρας (υπέροχα ακούστηκαν τα διάσημα θαλασσινά ιντερλούδια). Είναι γνωστό ότι λόγω των οικονομικών δυσκολιών, η ENO κατά τα επόμενα χρόνια ενδέχεται να υποχρεωθεί να αλλάξει έδρα και να βρεθεί εκτός Λονδίνου, γεγονός που ελπίζουμε να αποφευχθεί, καθώς από το 1968 η στέγη της στο London Coliseum, που άνοιξε το 1904 και διαθέτει 2359 θέσεις, ασφαλώς κρίνεται ως η καταλληλότερη. Ας ελπίσουμε, λοιπόν, να βρεθεί λύση για το ιστορικό λυρικό θέατρο, που ανάμεσα σε πολλά άλλα επιτεύγματα, το 1945, κατά τα τέλη του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου, τότε που έφερε την επωνυμία Sadler’s Wells Opera, παρουσίασε την παγκόσμια πρεμιέρα του Peter Grimes. Μακάρι…

 

 

 

 

Κριτικός Μουσικής και Θεάτρου, καθηγητής Ανώτερων Θεωρητικών, Σύνθεσης και Πιάνου, πρόεδρος του Σωματείου Ελλήνων Κριτικών Μουσικής, Θεάτρου και Χορού, πρόεδρος του Διεθνούς Μουσικού Σωματείου Gina Bachauer, πρόεδρος του Διεθνούς Μουσικού Σωματείου C.V. Alkan - P.J.G. Zimmerman, καλλιτεχνικός διευθυντής του Διεθνούς Διαγωνισμού Πιάνου C.V. Alkan - P.J.G. Zimmerman και καλλιτεχνικός διευθυντής του Πανελλήνιου Μουσικού Διαγωνισμού Μαρίας Χαιρογιώργου-Σιγάρα.