Γράφει ο Δρ Ιωάννης H. Βλάχος*
Προσκεκλημένοι του γνωστού μουσικολόγου Κωνσταντίνου Καράμπελα – Σγούρδα, παρακολουθήσαμε στο μικρό, αλλά εξαιρετικό αμφιθέατρο του Ωδείου «Φίλιππος Νάκας» επί της οδού Ιπποκράτους, το ρεσιτάλ του χαρισματικού νεαρού πιανίστα Παναγιώτη Τροχόπουλο. Ο Τροχόπουλος παρά το νεαρό της ηλικίας του έχει καταφέρει λόγω ταλέντου και σκληρής δουλειάς, ιδιότητα που πιθανώς καταλείπει η εκπαίδευση που έτυχε στο conservatoire της Μόσχας με υποτροφία, δίπλα στον βιρτουόζο Nicolai Petrov, να γίνει ευρύτερα γνωστός με τις συναυλίες του στο εξωτερικό. Εμείς πρέπει να ομολογήσουμε δεν έχουμε τόση μουσική πείρα, για να κρίνουμε την πιανιστική απόδοση των έργων που παρακολουθήσαμε, όμως μπορούμε να εκφράσουμε τα συναισθήματα που μας προκάλεσε ο Τροχόπουλος με το παίξιμό του. Ήταν μια αίσθηση απόλαυσης και πραγματικά όσοι δεν παρακολούθησαν έχασαν.
Το πρόγραμμα ήταν βαρύ, με δύσκολα πιανιστικά και ακουστά έργα, αλλά ο Παναγιώτης Τροχόπουλος έχει αυτή την άνεση στο παίξιμό του που νομίζεις ότι δεν καταβάλει προσπάθεια. Σαν χειρουργός γνωρίζω ότι όταν μια χειρουργική επέμβαση φαίνεται εύκολη και απλή, τόσο πιο δύσκολη είναι στην πραγματικότητα η εκτέλεσή της!
Το πρόγραμμα ξεκίνησε με το Vocalise (1912) του Sergei Rachmaninov (1873-1943). Όπως είναι γνωστό τα πιανιστικά έργα του Rachmaninov, που ήταν ένας από τους μεγαλύτερους πιανίστες του 20ου αιώνα, είναι ιδιαίτερα δύσκολα στην εκτέλεσή τους (ο Τροχόπουλος έχει συμπράξει με ορχήστρα στο 3ο κονσέρτο). Το Vocalise είναι ένα τραγούδι χωρίς λόγια, το τελευταίο από μια σειρά 14 τραγουδιών, έργο 34, γραμμένο για φωνή τενόρου ή υψίφωνου, εκφραζόμενο μόνο με φωνήεντα και μετεγγραμμένη για πολλά όργανα, αλλά κυρίως για τσέλο και πιάνο.
Η μελωδία που παρακολουθήσαμε ήταν μια συγκλονιστική εμπειρία, σαν ανταλλαγή αισθημάτων ανάμεσα σε δύο πρόσωπα. Η ανταλλαγή φράσεων με ένταση σε αντίστιξη με χαλάρωση, που στα χέρια του Τροχόπουλου απέδιδαν, πόνο κι απογοήτευση για μια αγάπη που χάνεται.
Στο 2ο κομμάτι του ρεσιτάλ παρουσιάστηκε μια σπουδή κονσέρτου, “Il Lamento” («Ο Θρήνος»), S.144/1, του Franz Liszt (1811-1886). Έναν από τους μεγάλους μαζί με τον Chopin ρομαντικούς συνθέτες και πιανίστες του 19ου αιώνα. Το έργο γραμμένο σε ντο δίεση, δημοσιεύθηκε πρώτη φορά το 1849 και είναι το πρώτο από τρεις άλλες «σπουδές» (Etudes) την Leggerezza (η ελαφρότητα) και την Un sospiro (ένας στεναγμός). Ξεκινά με μια μελωδία από 4 νότες που επανέρχεται σε όλη τη διάρκεια του έργου και ακολουθείται από μία a la Chopin χρωματική παραλλαγή που ολοκληρώνεται στο τέλος της μουσικής φράσης. Ανεξαρτήτως από την ονομασία της και τη μουσική της μορφή, αυτή η Etude ήταν για τα δικά μας ακούσματα η δήλωση μιας έντονης ερωτικής σχέσης και με το παίξιμό του και τον χρωματισμό του ο Τροχόπουλος ανέδειξε όλο το πάθος του συνθέτη. Στο 1ο μέρος ακούσαμε έντονη την επιθυμία των δύο ερωτευμένων και την ανάγκη τους να εκφράσουν τον έρωτα και την αγάπη τους.
Στο β΄ μέρος σαν να ζήσαμε τις έντονες στιγμές του ζευγαριού στο ερωτικό κρεβάτι. Ο Tροχόπουλος με το pedal και την δεξιοτεχνία του μετέτρεψε την μουσική σε κινηματογραφικό φιλμ.
Στο γ΄ μέρος μετά την χαλάρωση από την ερωτική ευδαιμονία, το ζευγάρι χαριεντίζεται, χαίρεται την παρουσία ο ένας του άλλου. Αλλά η σχέση εκφυλίζεται, χαλάει, αρχίζει μια σύγκρουση και στο φινάλε τα “bassi” δίνουν τον πόνο και την λύπη για μια αγάπη που χάθηκε! Ίσως γι΄ αυτό και ο τίτλος «Θρήνος».
Το επόμενο έργο του ρομαντικού συνθέτη Robert Schumann (1810-1856), ο οποίος σε ηλικία 22 ετών υπέστη παράλυση σε ένα από τα δάκτυλα του δεξιού του χεριού, που του διέκοψε την πιανιστική του δεξιότητα, ήταν η Kreisleriana, έργο 16. Το έργο γράφτηκε το 1838 μέσα σε τέσσερις μόνο ημέρες και είναι μια σύνθεση με οκτώ μέρη. Την αφιέρωσε στον Frederic Chopin. Πρόκειται για ένα από τα καλύτερα και δραματικότερα έργα του Schumann, ιδιαίτερα πυκνό και μελωδικό συνάμα στη σύνθεση. Η ονομασία αναφέρεται στον Kreisler, έναν χαρακτήρα, πιθανώς το alter ego του συνθέτη, από τους μύθους που έγραψε ο Ernst Theodor Wilhelm Hoffmann (1776-1822). Μύθους φανταστικούς και σχετικά τρομακτικούς, επάνω στους οποίους γράφτηκαν μουσικά έργα, όπως από τον Offenbach (Tales of Hoffmann), τον Pyot Ilyich Tchaikovsky (The Nutcracker), τον Léo Delibes (Coppelia) κ.ά.
Το πρώτο μέρος σε σε ρε ελάσσονα ήταν στη δική μας αίσθηση, ένα Vivace σαν φουρτουνιασμένη θάλασσα, όπου ο συνθέτης (ή ο Kreisler) αναζητεί την έμπνευση που έρχεται στο 2ο μέρος (πρώτο μουσικό θέμα) που εμπεριέχει δύο intermezzi και θυμίζει το γνωστό «Εις το βουνό ψηλά εκεί…»; Η ίδια μελωδία συνεχίζεται σαν ηχώ στο 3ο μέρος. Το 4ο μέρος, αργό σε σολ ελάσσονα αναζητά την νέα ιδέα που εμφανίζεται στο 5ο μέρος (νέο θέμα). Όχι τόσο ευκρινές όσο το πρώτο. Κάθε θέμα εισάγεται και διακόπτεται από συγχορδίες, υφέσεων και διέσεων (όπως η κινέζικη μουσική). Το 6ο μέρος, πολύ αργό, σε σι ύφεση μείζονα εισάγει το 7ο μέρος, που υπάρχει ένα νέο έντονο μουσικά θέμα, που σηματοδοτεί και το κλείσιμο του έργου. Η πιανιστική εκτέλεση τώρα ήταν πολύ εκφραστική, ειδικά στα Vivace , όπου δεν προλαβαίναμε να δούμε την κίνηση των δακτύλων καν των χεριών του Τροχόπουλου, με διασταυρώσεις των χεριών και κινήσεις πότε απαλές και πότε βίαιες και εκρηκτικές. Κάποια στιγμή στην κορύφωση του πάθους μετακινήθηκε το τεράστιο πιάνο με ουρά! Ήταν συγκλονιστικό και προκάλεσε ενθουσιώδες χειροκρότημα.
Στο β΄ μέρος του ρεσιτάλ, μετά το διάλειμμα, ο Παν. Τροχόπουλος έδωσε δύο ιδιαίτερα έργα: πρώτα, ένα πιανιστικό κομμάτι που δημιουργήθηκε ως πάρεργο στην όπερα (Θαύμα σε τρεις πράξεις) Αδελφή Βεατρίκη («Soeur Beatrice»), που γράφτηκε το 1918 από τον Δημ. Μητρόπουλο (1896-1960), και στη συνέχεια, ένα έργο σε πρώτη εκτέλεση, μια παράφραση επάνω στο βαλς «Στον ωραίο Γαλάζιο Δούναβη» του Johann Strauss II και δύο bis, ένα βαλς του Chopin και την Cavatina “Largo al Factotum” από τον «Κουρέα της Σεβίλλης» του Gioachino Rossini.
Η όπερα του Μητρόπουλου «Beatrice» βασίστηκε σε κείμενο του Maurice Meterlinck, ο οποίος είχε γράψει το έργο πάνω στο οποίο δημιουργήθηκε το libretto η όπερα «Πελλέας και Μελισάνθη» του Claude Debussy. Το πιανιστικό έργο, με τίτλο «Beatrice», που ολοκληρώθηκε πριν από την ίδια την όπερα, εισάγεται με μια σειρά από νότες που μετασχηματίζονται σε συγχορδίες. Ένιωθες ότι ο Μητρόπουλος ήταν επηρεασμένος από την ορχηστρική γραφή, γράφοντας όπως κάποιοι σύγχρονοι συνθέτες που ανεβοκατεβάζουν μια μελωδία σε διάφορες κλίμακες και την ενορχηστρώνουν αξιοποιώντας διαφορετικά όργανα. Αλλά εδώ, η απόκοσμη μορφή του Μητρόπουλου, όπως τον θυμόμαστε να διευθύνει, έχει εκφραστεί ιδιαίτερα με αφαιρέσεις και άρρυθμους μετασχηματισμούς. Η δεξιοτεχνία του Τροχόπουλου και η εμφανής επιμέλεια στην κριτική έκδοση από τον Κωνσταντίνο Π. Καράμπελα-Σγούρδα έκανε το έργο εύληπτο και απολαυστικό.
Η παράφραση πάνω στον«Γαλάζιο Δούναβη» του Adolf Anchey Schulz-Evler (1852-1905) ήταν συναρπαστική. Όχι μόνο γιατί το έργο μουσικά σε μεταφέρει, ειδικά στο πρώτο μέρος, στα παιχνιδίσματα των κυμάτων στα νερά του Δούναβη και στο καθρέπτισμα των ηλιαχτίδων πάνω στα καταγάλανα νερά, αλλά γιατί έδωσε την ευκαιρία στον νεαρό Τροχόπουλο να δείξει όλο του το ταλέντο στην περιγραφή του ήχου, της έντασης και συγχρόνως της γαλήνης, αν αυτό είναι δυνατόν. Αυτό μπορεί να κάνει η μουσική: να γεννάει αισθήματα! Όμως στο έργο φάνηκαν και άλλα χαρίσματα του καλλιτέχνη. Αίφνης, ανασήκωσε απότομα σε μία στιγμή έντασης το αριστερό του χέρι και σαν άρπαξε κάτι στον αέρα: Μια νότα! μια πεταλούδα! που πέταγε αμέριμνη πάνω από τα κύματα του Δούναβη; Και μια άλλη στιγμή, όταν εισάγεται το χορευτικό κομμάτι του βαλς, σήκωσε το δεξί του χέρι, σαν να προκαλούσε κάποιο ζευγάρι χορευτών να ξεκινήσουν το χορευτικό βαλς! Αυτός ο πιανίστας κάποια στιγμή θα διευθύνει και ορχήστρα στη διάρκεια ενός κονσέρτου για πιάνο. Έχει το ταλέντο να βλέπει την ορχήστρα ενώ συγχρόνως παίζει!
Το χειροκρότημα του κοινού (που είχε γεμίσει το αμφιθέατρο του «Νάκα» ανάγκασε τον καλλιτέχνη να δώσει δύο bis. Το πρώτο, ένα ονειρικό βαλς του Chopin (opus 64, αρ. 2) που έδειξε ότι αυτό το παλληκάρι ξέρει να εκφράζει το ίδιο καλά και Rachmaninov και Liszt και Chopin.
Η Cavatina του Figaro στο τέλος ξεσήκωσε ενθουσιασμό. Ο κόσμος χειροκροτούσε όρθιος τον καλλιτέχνη, γιατί σχεδόν μέσα από τους ήχους του πιάνου ακούγαμε την φωνή του βαρύτονου, μ΄ όλα τα παιχνιδίσματα που έχει στην εγγραφή του ο Rossini. Μπράβο!
* Ο Δρ Ιωάννης Η. Βλάχος είναι Ορθοπαιδικός – Χειρουργός, τ. Καθηγητής Παν/μίου Κρήτης.