

Εδώ και περίπου τρεις δεκαετίες, ο Γερμανός τενόρος Jonas Kaufmann αναγνωρίζεται παγκοσμίως ως ένας από τους πλέον αγαπημένους αστέρες της όπερας, έχοντας θριαμβεύσει εξίσου στο γερμανικό, ιταλικό και γαλλικό ρεπερτόριο. Οι εξαιρετικές του εμφανίσεις στις μεγάλες λυρικές σκηνές του κόσμου, οι πολυδιαφημισμένες προσωπικές συναυλίες του, όπως και οι πολλές βραβευμένες ηχογραφήσεις και βιντεοσκοπήσεις του, τον έχουν αναδείξει σε έναν λαμπρό και περιζήτητο καλλιτέχνη.
Τα εισιτήρια για κάθε του εμφάνιση γίνονται ταχύτατα ανάρπαστα. Το ίδιο σημειώθηκε και κατά την πρόσφατη βραδιά του στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών (ΜΜΑ), που πραγματοποιήθηκε στις 9/2. Θυμίζουμε ότι κατά τη διάρκεια της σταδιοδρομίας του, είχε και πάλι εμφανιστεί στη χώρα μας, τόσο στο ΜΜΑ, όσο και στο Ηρώδειο. Πιο συγκεκριμένα, τον είχαμε ακούσει τέσσερις φορές, τρεις στο ΜΜΑ (Αίθουσα Χρήστος Λαμπράκης), το 2009 (15/1, στο πλαίσιο του κύκλου Μεγάλοι Ερμηνευτές, όταν τον είχε συνοδεύσει η Κρατική Ορχήστρα Αθηνών, υπό τη διεύθυνση του Michael Güttler), το 2011 (20/10, με τη συνοδεία του πιανίστα και αρχιμουσικού Stellario Fagone, ο οποίος είχε αντικαταστήσει την ΚΟΑ που δεν είχε λάβει μέρος, όπως ήταν αρχικά προγραμματισμένο, λόγω γενικής απεργίας) και το 2014 (13/5, κατά τη συναυλία της Kammerorchester Wien-Berlin, βλ. Critics’ Point, 18/7/2014), όπως και μία φορά στο Ωδείο Ηρώδου Αττικού, το 2021 (13/9, με τη συνοδεία της Ορχήστρας της Εθνικής Λυρικής Σκηνής, υπό τη διεύθυνση του Jochen Rieder, βλ. Critics’ Point, 27/9/2021). Προσθέτουμε εδώ ότι προσπάθειες προγραμματισμού εμφανίσεών του στο Ηρώδειο από την Εθνική Λυρική Σκηνή (ΕΛΣ) κατά τον Σεπτέμβριο του 2020 και εκ νέου στην Αίθουσα Χρήστος Λαμπράκης από το ΜΜΑ κατά τον Νοέμβριο του 2020, δεν είχαν καρποφορήσει λόγω της πανδημίας.
Κατά την τελευταία του αθηναϊκή εμφάνιση, τον Kaufmann συνόδευσε η ΚΟΑ, υπό τη διεύθυνση του εξαίρετου Γερμανού αρχιμουσικού Rieder, σταθερού συνεργάτη του από το 2009.
Η συναυλία άνοιξε εντυπωσιακά με την Εισαγωγή από την όπερα Norma του Vincenzo Bellini (1801-1835)· ο Rieder προέτρεψε την ΚΟΑ να σχηματίσει τις φράσεις με έντονη δραματικότητα, νεύρο και ρυθμική ακρίβεια.
Στη συνέχεια, μετά από το θερμό χειροκρότημα με το οποίο το ακροατήριο τον υποδέχθηκε, ο διακεκριμένος τενόρος τραγούδησε την άρια του Enzo Grimaldo Cielo e mar! από την όπερα La Gioconda του Amilcare Ponchielli (1834-1886). Η χαρακτηριστικά θερμή φωνή του, πάντα άψογα προβεβλημένη και μεγάλου μεγέθους, με τη χαμηλή περιοχή της να διαθέτει ποιότητες βαρυτόνου, γέμισε την αίθουσα. Διακρίθηκαν ο γενναιόδωρος τρόπος με τον οποίον έκτιζε κάθε φράση, η καθαρότητα της άρθρωσης των λέξεων του κειμένου και η ανεξάντλητη κλίμακα διαβαθμίσεων δυναμικής του ήχου του. Στα τέλος της άριας μάς κέρδισε με ένα θαυμάσιο καταληκτικό pianissimo πάνω στον κρατημένο φθόγγο σολ που βρίσκεται πάνω από το πεντάγραμμο και το οποίο οδηγείται σε ένα crescendo που σβήνει άμεσα (στην παρτιτούρα σημειώνεται με φουρκέτες, crescendo και στη συνέχεια diminuendo). Αξίζει να προσθέσουμε ότι βρήκαμε τη φωνή του λυρικού καλλιτέχνη (ο οποίος κατά περιόδους έχει αντιμετωπίσει φωνητικά προβλήματα, τα οποία όμως, ευτυχώς, καταφέρνει να ξεπερνάει) σε ακόμη καλύτερη κατάσταση από ό,τι την τελευταία φορά που τον είχαμε παρακολουθήσει να ενσαρκώνει με συγκινητικό και αποκαλυπτικό τρόπο τον ρόλο του Werther στην ομώνυμη όπερα του Jules Massenet (1842-1912), σε παράσταση που είχε δοθεί στις 20/6/2023, στη Βασιλική Όπερα του Λονδίνου (αγγλ. Royal Opera House, βλ. Critics’ Point, 6/7/2023).
Ακολούθησε από την ορχήστρα και τον Rieder μία ανάγνωση του Χορού των Ωρών (ιταλ. Danza delle ore), από την τρίτη πράξη της Gioconda του Ponchielli, που χαρακτηρίστηκε στην αρχή της από κομψότητα και φτεροπόδαρη ελαφράδα, ενώ στη συνέχειά της, από ρυθμικό brio και ενθουσιώδεις τονισμούς, όπως ακριβώς ζητά η παρτιτούρα.
Υπογραμμίζουμε ότι ο αρχιμουσικός έδειξε, τόσο κατά τα ορχηστρικά αποσπάσματα του προγράμματος, όσο και κατά τη συνοδεία των φωνητικών μερών, να έχει αναπτύξει μία ιδιαίτερη μουσική επικοινωνία με την ΚΟΑ.

Στη συνέχεια ο Kaufmann τραγούδησε με ρομαντική διάθεση και αβίαστη γαλλική κομψότητα την άρια του Don José La fleur que tu m’avais jetée από τη δεύτερη πράξη της όπερας Carmen του Georges Bizet (1838-1875), μετά από την οποία ακούστηκαν τα δύο μέρη Intermezzo και Chanson Bohème, αντλημένα αντιστοίχως από τις Σουίτες Carmen αρ. 1 και αρ. 2, ερμηνευμένα από την ορχήστρα και τον Rieder με γούστο και προσοχή στις αυξομειώσεις δυναμικής, όπως και με brio κατά το δεύτερο κομμάτι.
Ακολούθως ο Kaufman πρότεινε μία γεμάτη ευαίσθητο πάθος ερμηνεία της άριας του Mario Cavaradossi E lucevan le stelle από την τρίτη πράξη της όπερας Tosca του Giacomo Puccini (1858-1924). Οι καθαρές και γεμάτες εκφραστικό νόημα ψηλές νότες του τενόρου, ο έλεγχος της αναπνοής του, όπως και το ξεχωριστό του legato διακρίθηκαν για ακόμη μία φορά.
Στη συνέχεια, ο Rieder προέτρεψε την ορχήστρα να παίξει με λυρισμό και φλόγα το Intermezzo που οδηγεί στην τρίτη πράξη της όπερας Manon Lescaut του Puccini. Το πρώτο μέρος της συναυλίας έκλεισε με μία γεμάτη ηρωισμό και φωνητική εκλέπτυνση ερμηνεία του αυτοσχεδιασμού (ιταλ. L’ Improvviso), δηλαδή της άριας του Andrea Chénier από την πρώτη πράξη της ομώνυμης όπερας του Umberto Giordano (1867-1948). Τόσο τα εκφραστικά-συγκινητικά ξεσπάσματα της άριας, που με τόση προσοχή, αυτοπεποίθηση και αίσθημα ερμήνευσε ο Kaufmann, όσο και η συναισθηματικά φορτισμένη και έντονα παρούσα συνοδεία, καλά σμιλευμένη από τον Rieder και την ΚΟΑ, σφράγισαν θριαμβευτικά το πρώτο, καθαρά οπερατικό μέρος, της βραδιάς.
Το δεύτερος μέρος της συναυλίας αφιερώθηκε τόσο στο είδος της οπερέτας, όσο και σε τραγούδια αντλημένα από τον κινηματογράφο, τα οποία είχε ηχογραφήσει ο λυρικός καλλιτέχνης το 2022, στην Πράγα (Jonas Kaufmann-The Sound of Movies, Sony Classical, Digipack, 1965881152). Πριν ακόμη εμφανιστεί στη σκηνή, είδαμε να έχει τοποθετηθεί ένα μικρόφωνο στο σημείο όπου στεκόταν κατά τη διάρκεια της συναυλίας· αναλογισθήκαμε ότι πιθανόν να επιθυμούσε να ξεκουράσει κάπως τη φωνή του ενισχύοντας τον ήχο της με αυτόν τον τρόπο, ωστόσο, δεν προχώρησε σε καμία οικονομία, ούτε όσον αφορούσε στη φωνητική μα ούτε και στην εκφραστική του απόδοση καίτοι ο ήχος της φωνής του ακουγόταν και μέσω των ηχείων. Σε κάθε περίπτωση, τα κινηματογραφικά τραγούδια δικαιολογούσαν τη χρήση μικροφώνου.
Το δεύτερο μέρος, λοιπόν, άνοιξε με μία γεμάτη λυρισμό ερμηνευμένη Εισαγωγή από την οπερέτα Das Land des Lächelns (Η Χώρα του Μειδιάματος) του Franz Lehár (1870-1948). Τα μουσικά θέματα και οι αλλαγές τόσο των ταχυτήτων (tempi) όσο και των διαθέσεων, αναδείχθηκαν προσεκτικά και με άφθονο élan από τον Rieder και την ΚΟΑ. Από τη δεύτερη πράξη της ίδιας οπερέτας, ο Kaufmann τραγούδησε γοητευτικά, αρχικά το τραγούδι του Sou-Chong, Dein ist mein ganzes Herz (Δική σου είναι ολόκληρη η καρδιά μου), και στη συνέχεια την άρια του Κυρίου Χ, Zwei Märchenaugen (γερμ. Δυο παραμυθένια μάτια), από την πρώτη πράξη της οπερέτας Die Zirkusprinzessin (Η Πριγκίπισσα του Τσίρκου) του Emmerich Kálmán (1882-1953).
Η θεματική ενότητα της μουσικής κινηματογράφου, που ακολούθησε, άρχισε με μία δυναμική ανάγνωση του Εμβατηρίου του Superman, που συνέθεσε για την ομώνυμη ταινία ο maître της κινηματογραφικής μουσικής John Williams (γ. 1932).
Στη συνέχεια ακούστηκαν τρία τραγούδια, τα E più ti penso (Και όσο περισσότερο σε σκέφτομαι) του Ennio Moricone (1928-2020), από την ταινία Once upon a Time in America (Μια φορά και έναν καιρό στην Αμερική), Nella fantasia (Στη φαντασία), του ίδιου συνθέτη, από την ταινία The Mission (Η Αποστολή), και τέλος, Nelle tue mani (Στα χέρια σου), του Hans Zimmer (γ. 1957), από την ταινία The Gladiator (Ο Μονομάχος). Ο Kaufmann προσέγγισε τα τραγούδια επιστρατεύοντας τρυφερότητα και ευγένεια, ενώ μέσω του σπάνιου ηχοχρώματος της φωνής του, ανέδειξε επιτυχώς την ελκυστική τους διάσταση. Ο Rieder παρότρυνε την ΚΟΑ να «αναπνεύσει» με τον τραγουδιστή προσφέροντάς του μία ιδιαίτερης μουσικότητας συνοδεία.
Ολοκληρώνοντας, οι προαναφερθείσες ερμηνευτικές ποιότητες του πάντα χαρισματικού και αστείρευτου Kaufmann ξεχώρισαν και κατά τα τέσσερα εκτός προγράμματος τραγούδια, που χάρισε με αμείωτη εκφραστική και ιδιωματική άνεση: Du bist die Welt für mich (Είσαι ο κόσμος για μένα) του Richard Tauber (1891-1948), από την οπερέτα Der singende Traum (Το τραγουδιστό όνειρο), Strangers in the Night (Ξένοι μέσα στην νύχτα) του Bert Kaempfert (1923-1980), Se (Αν) του Moricone, από την ταινία Cinema il Paradiso (Σινεμά ο Παράδεισος) και You’ll Never Walk Alone (Δεν θα βαδίσεις ποτέ μόνος) του Richard Rodgers (1902-1979), από το μιούζικαλ Carousel.
