Γράφει η Χριστίνα Ν. Λαμπράκη*
Το Musée d’Orsay του Παρισιού, συμπράττοντας με το Μουσείο Munch του Όσλο, παρουσιάζει την έκθεση του κορυφαίου Νορβηγού ζωγράφου Edvard Munch (1863-1944) με τίτλο «A Poem of life, love and death». Μέσα από τα εκατό περίπου έργα που εκτίθενται (πίνακες ζωγραφικής, καθώς και σχεδία και χαρακτικά ή χαραγμένα μπλοκ) αντανακλάται η ποικιλομορφία της πρακτικής του και η πολυπλοκότητα του έργου του, όπου μέχρι και σήμερα μεγάλο τμήμα του παραμένει άγνωστο και ανερμήνευτο. Μέσα από αυτή την αναδρομική έκθεση παρουσιάζεται ολόκληρη η εξηκονταετής καριέρα του Munch, το έργο του οποίου ενώ μοιάζει εμμονικά ίδιο, ταυτόχρονα είναι διαρκώς ανανεωμένο.
Ο Munch κατέχει κομβική θέση στην καλλιτεχνική νεωτερικότητα κι ενώ η παραγωγή του έργου του ξεκινά τον 19ο αιώνα, θα μπορούσαμε να πούμε ότι ανήκει περισσότερο στον 20ο αιώνα, καθώς εκεί βρίσκει την ακριβή του θέση. Ξεκινώντας από το ρεύμα του συμβολισμού, το ξεπερνά και δημιουργεί το προσωπικό του στιλ, κάνοντας χρήση έντονων χρωμάτων (επηρεασμένος από τον Paul Gauguin) συνδυαζόμενων με ταραχώδεις γραμμές. Θα μπορούσε το έργο του να χαρακτηριστεί και ως ένας εξπρεσιονιστικός πρόδρομος.
Σε όλη την καλλιτεχνική του παραγωγή υπάρχει συνοχή και συνεχεία, σαν να αφηγείται τη συνέχεια του κόσμου, όπως εκείνος τον αντιλαμβάνεται. Ένας κόσμος όπου η ανθρωπότητα και η φύση συνδέονται και ενώνονται δημιουργώντας έναν αέναο κύκλο ζωής, θανάτου και αναγέννησης. Ο κόσμος του Munch είναι άλλοτε εχθρικός και αγωνιώδης, άλλοτε αφιλόξενος και σκοτεινός και κάποιες φορές φαίνεται να εγκλωβίζει τους ήρωες του μέσα σε αυτόν και να τους «πνίγει». Είναι όμως ο κόσμος έτσι όπως ακριβώς τον έζησε και τον αντιλαμβανόταν ο ίδιος ο καλλιτέχνης, καθώς από πολύ νεαρή ηλικία ήρθε σε επαφή με τον θάνατο και τις ασθένειες, βλέποντας πρώτα τη μητέρα του κι έπειτα τα αδέλφια του να χάνουν τη ζωή τους. Η παρουσία του θανάτου και του δυστοπικού είναι πάντα εμφανής στα έργα του.
Η συμβολική χρήση των κύκλων έπαιξε βασικό ρόλο στην τέχνη του και τον ώθησε να δημιουργήσει πολλές παραλλαγές του ίδιου μοτίβου, αλλά και πολλές εκδοχές του ίδιου θέματος. Αυτή του η εμμονή στην επανάληψη πιθανότατα πηγάζει από τα προσωπικά του βιώματα, τα οποία τον «σημάδεψαν» και κατά κάποιον τρόπο είχαν μια επαναληψιμότητα στη ζωή του.
Το έργο του ξεδιπλώνεται μπροστά στο θεατή σαν μια μυθιστορηματική εικονογραφία, την οποία ο καθένας καλείται να παρακολουθήσει και να ερμηνεύσει ατομικά. Η ανάγνωση και η κατανόηση των έργων του Munch είναι δύσκολη και αυτό ίσως συμβαίνει γιατί τα έργα του πιθανότατα να είναι προορισμένα να βιωθούν από τους θεατές τους και όχι να αναλυθούν. Όλη η καλλιτεχνική του παραγωγή είναι βαθιά συγκινητική και ανθρώπινη, καθώς εμπεριέχει το άγχος και την αγωνιά του καλλιτέχνη, αλλά ταυτόχρονα εκφράζει και τους ανθρώπους της εποχής του, αλλά και της συγχρονίας μας. Αντιλαμβανόμαστε πως το ατομικό μετατρέπεται σε πανανθρώπινο και οικουμενικό.
Οι επιμελήτριες Claire Βernardi και Estelle Begue δημιούργησαν μία εξαιρετική έκθεση μέσα από την οποία οι επισκέπτες του Musée d’Orsay έχουν την ευκαιρία να θαυμάσουν το έργο του Munch στο σύνολο του και να μυηθούν στον κόσμο του. Σε έναν κόσμο όπου το κακό, το σκοτεινό και το δυσοίωνο είναι πάντα παρόντα.
Edvard Munch: A Poem of life, love and death
Διάρκεια έκθεσης: 20 Σεπτεμβρίου 2022-22 Ιανουαρίου 2023
Musee d΄Orsay
Esplanade Valery Giscard d΄Estaing
75007, Paris
* Η Χριστίνα Ν. Λαμπράκη είναι πτυχιούχος του τμήματος Θεωρίας και Ιστορίας της Τέχνης της Ανώτατης Σχολής Καλών Τεχνών.