Μεγάλες ερμηνείες συμφωνιών Mozart και Beethoven από Blomstedt και Philharmonia Orchestra στο Royal Festival Hall

Ο αρχιμουσικός Herbert Blomstedt.
Ο αρχιμουσικός Herbert Blomstedt.
Ο αρχιμουσικός Herbert Blomstedt.

 

Είχαμε και στο σχετικά πρόσφατο παρελθόν (25/5/2017) την ευκαιρία να παρακολουθήσουμε στο Royal Festival Hall του Λονδίνου σύμπραξη του σημαντικού Σουηδού αρχιμουσικού Herbert Blomstedt (γ. 1927) και της πολυηχογραφημένης Philharmonia Orchestra, συνόλου που ιδρύθηκε το 1945 από τον παραγωγό δίσκων και βαθύτατο γνώστη της μουσικής Walter Legge, τα αποτελέσματα της οποία υπήρξαν θαυμαστά (βλ. Critics’ Point, 23/6/2017).

 Στις 14 Απριλίου, πάλι στο Royal Festival Hall, ακούσαμε μία ακόμα συναυλία τους, κατά την οποία είχαμε την ευκαιρία να τους θαυμάσουμε σε δύο διάσημα έργα.

Χωρίς την ύπαρξη κάποιας εισαγωγής στο πρόγραμμα της συναυλίας, μόλις ανέβηκε στο podium ο Blomstedt, μετά από το θερμό όσο και παρατεταμένο χειροκρότημα με το οποίο το λονδρέζικο κοινό τον υποδέχθηκε, σήκωσε τα χέρια σηματοδοτώντας την έναρξη του διάσημου πρώτου θέματος, σε σολ ελάσσονα, ρυθμικής ένδειξη 2/2, με το οποίο ανοίγει το πρώτο μέρος, molto allegro, της Συμφωνίας αρ. 40, KV 550, του Wolfgang Amadeus Mozart. Πρόκειται για την προτελευταία και διασημότερη συμφωνία του συνθέτη μέσα από την οποία διαφαίνεται όλη η υψηλή τέχνη του και ο βαθύτατος συναισθηματικός του κόσμος.

Υπό τη διεύθυνση του Blomstedt λάβαμε μία ανάγνωση ουσίας, που σεβόταν τόσο τα εμφανή όσο και τα λιγότερο εμφανή ζητούμενα της παρτιτούρας. Στο πρώτο μέρος, molto allegro, ο αρχιμουσικός τήρησε την αγωγική ένδειξη, χωρίς να δείχνει σε καμία στιγμή να θέλει να επιταχύνει περισσότερο το tempo. Το τραγικό-δραματικό ύφος της μουσικής έφθανε στην επιφάνεια με μεγαλειώδη τρόπο. Παράλληλα φρόντισε για την ανάδειξη του άρτια δουλεμένου μέρους της ανάπτυξης, όπου ο σχηματισμός των φράσεων, η αντιστικτική γραφή και οι κλιμακώσεις δυναμικής προέκυπταν με θαυμάσιο έλεγχο και ιδιαίτερη μουσικότητα. Στο δεύτερο μέρος του έργου, Andante, τα έγχορδα ερμήνευσαν με ιδιαίτερη αισθαντικότητα φωτίζοντας την ευαισθησία και τον λυρισμό της μουσικής. Στο τρίτο μέρος, Menuetto: Allegretto-Trio, τονίστηκε με λαμπρότητα το ρυθμικό, χορευτικού χαρακτήρα, στοιχείο. Κατά το τέταρτο μέρος, Finale: Allegro assai, η αγωνιώδης πλευρά της γραφής, οι έξοχες όσο και καινοτόμες για την εποχή τους μετατροπίες, και αυτός ο μοτσάρτιος οίστρος, ερμηνεύτηκαν με μεγάλη πειστικότητα και με τον απαραίτητη ενέργεια. Εν ολίγοις, η σοφία και έμπειρη γνώση του Blomstedt σε συνδυασμό με τον υποδειγματικό μουσικό συντονισμό των μελών της ορχήστρας, που έπαιζαν με ποιότητες μουσικής δωματίου, οδήγησαν σε μια ερμηνεία υψηλής ποιότητας.

Το δεύτερο μέρος της συναυλίας καλύφθηκε από άλλη μία συμφωνία ορόσημο για τα μουσικά πράγματα της εποχής της. Ο λόγος για τη Συμφωνία αρ. 3, γνωστή με την επονομασία Sinfonia Eroica (Ηρωική Συμφωνία), Op. 55, του Ludwig van Beethoven, που παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στη Βιέννη, στις 7 Απριλίου 1805, λίγο μετά από την ολοκλήρωση της σύνθεσής της. Είναι γνωστό ότι η παρτιτούρα ήταν αρχικά αφιερωμένη στον Ναπολέοντα Α΄ (Napoleon Bonaparte), που αντιπροσώπευε το δημοκρατικό πνεύμα της εποχής του, εντούτοις όταν αυτός στέφθηκε αυτοκράτορας, ο συνθέτης, απογοητευμένος απέσυρε την αφιέρωση.

Ο Blomstedt και η Philharmonia Orchestra στόχευσαν σε μια ερμηνεία που φώτιζε όλο το μεγαλείο της σκέψης του Τιτάνα. Νιώσαμε ότι η ανάγνωση θα ήταν ξεχωριστή από τα πρώτα κιόλας μέτρα, πιο συγκεκριμένα από εκείνες τις δύο σύντομης χρονικής διάρκειας χαρακτηριστικές συγχορδίες σε μι ύφεση μείζονα με τις οποίες ανοίγει το πρώτο μέρος, Allegro con brio. Αυτές τις συγχορδίες ο Blomstedt τις ήθελε πολύ κοφτές: όπως μας εκμυστηρεύθηκε ο αγαπητός φίλος Ορφέας Παπαφιλίππου, που έπαιξε στα πρώτα βιολιά της ορχήστρας, κατά τις δοκιμές ο μαέστρος ζήτησε από την ορχήστρα να παιχτούν αυτές οι συγχορδίες με την ένταση ήχου καμτσικιού. Η εκρηκτική διάθεση και ο ηχητικός χείμαρρος, που ενσωμάτωνε τα τόσα συναισθήματα δυναμισμού, ελπίδας και αισιοδοξίας, έφθανε στα αυτιά μας γεμάτος ενέργεια. Ξεχωρίσαμε τον αναλυτικό ήχο των εγχόρδων και τον λαμπρό εκείνων των πνευστών, που έδιναν τόση μεγάλη σημασία στην καθαρότητα της άρθρωσης ακόμη και στα πιο γρήγορα περάσματα του τμήματος της ανάπτυξης.

Το δεύτερο μέρος, Marcia funebre: Adagio assai, κτίστηκε με ιδιαίτερη πνοή, αφήνοντας το τραγικό στοιχείο να φανεί από το πρώτο μέχρι και το τελευταίο μέτρο. Η ηχητική ποιότητα της ορχήστρας, ο άψογα προβεβλημένος ήχος των εγχόρδων και η τονική ακρίβεια τόσο των ξύλινων όσο και των πνευστών, για άλλη μια φορά ξεχώρισαν.

Το τρίτο μέρος, Scherzo: Allegro vivace-Trio, ερμηνεύτηκε με χάρη και με την απαιτούμενη ζωηράδα.

Ο Blomstedt πέτυχε να εκμαιεύσει από τους μουσικούς του τον καλύτερο εαυτό τους για το καταληκτικό μέρος, Finale: Allegro molto-Poco Andante-Presto, οδηγώντας τους σε νέα ερμηνευτικά ύψη. Το γνωστό θέμα και οι δέκα παραλλαγές του, προέκυψαν με άφθαστη φρεσκάδα, μουσική και ρυθμική ακρίβεια. Η κάθε μία από τις παραλλαγές, λαξευμένη με μεγάλη μαστοριά από τον Beethoven, βρήκε τον δικό της ξεχωριστό χαρακτήρα. Το ξέσπασμα των χειροκροτημάτων του κοινού αμέσως μετά από τους τελευταίους ήχους της coda ήταν πέρα για πέρα άξιο της εκτέλεσης. Ήταν συγκινητικό να βλέπει κανείς το κοινό όρθιο να χειροκροτεί με θέρμη και τον Blomstedt να δέχεται τόση αγάπη και θαυμασμό από τους μουσικούς και τον κόσμο. Ιστορική συναυλία.

Χειροκροτήματα στο τέλος της συναυλίας για τον Blomstedt και την Philharmonia.
Ζωηρά και παρατεταμένα χειροκροτήματα στο τέλος της συναυλίας για τον Blomstedt και την Philharmonia Orchestra.

Στις μέρες μας, κάποιοι νέοι μαέστροι, που σημειώνουν μάλιστα διεθνείς σταδιοδρομίες και έχουν στη διάθεσή τους ικανότατα ορχηστρικά σύνολα, θέτουν σε πρώτο πλάνο το «εγώ» τους, στοχεύουν να εντυπωσιάσουν (ή να «…μαγέψουν») το κοινό τους, προβαίνοντας σε ερμηνείες που χαρακτηρίζονται από την υπερβολή, τη διαστρέβλωση των μουσικών νοημάτων και την έλλειψη πληροφόρησης και καλού γούστου. Στην περίπτωση του Blomstedt έχουμε έναν πραγματικό καλλιτέχνη, που έχει παραμερίσει εντελώς κάθε διάθεση προσωπικής προβολής, στοχεύοντας απευθείας στην ανάδειξη –και με τι τρόπο!- της ουσίας των έργων που διευθύνει. Κατά τη διάρκεια της συναυλίας σκεφτόμασταν ακριβώς αυτό: πόση μεγάλη χαρά αντλεί κανείς από μουσικούς που γνωρίζουν και που σέβονται τον συνθέτη και το έργο του.

Κλείνοντας, θεωρούμαι εύστοχο να επαναλάβουμε ακριβώς τις ίδιες γραμμές που είχαν σφραγίσει το παλαιότερο κριτικό μας κείμενο, που αφορούσε στην προηγούμενη συνεργασία Blomstedt και Philharmonia (Critics’ Point, 23/6/2017), και την ερμηνεία της Συμφωνίας αρ. 7, Op. 92, του Beethoven: Είχαμε μόλις γίνει μάρτυρες μιας επικής ερμηνείας ενός κολοσσιαίου έργου. Ασφαλώς, κρατάμε τη συναυλία στις πολυτιμότερες μουσικές μας εμπειρίες.

Κριτικός Μουσικής, καθηγητής Ανώτερων Θεωρητικών, Σύνθεσης και Πιάνου, πρόεδρος του Σωματείου Ελλήνων Κριτικών Μουσικής, Θεάτρου και Χορού, πρόεδρος του Διεθνούς Μουσικού Σωματείου Gina Bachauer, πρόεδρος του Διεθνούς Μουσικού Σωματείου C.V. Alkan - P.J.G. Zimmerman, καλλιτεχνικός διευθυντής του Διεθνούς Διαγωνισμού Πιάνου C.V. Alkan - P.J.G. Zimmerman και καλλιτεχνικός διευθυντής του Πανελλήνιου Μουσικού Διαγωνισμού Μαρίας Χαιρογιώργου-Σιγάρα.