Σειρά εμφανίσεων διαπρεπών προσωπικοτήτων της διεθνούς μουσικής σκηνής παρουσίασε τους τελευταίους μήνες το Μέγαρο Μουσικής Αθηνών (MMA), υπό τον τίτλο Φεστιβάλ της Άνοιξης/Piano Masters.
Τον κύκλο άνοιξε, στις 31/3, το περίφημο πιανιστικό ντούο των αδελφών Labèque, Katia (γ. 1950) και Marielle (γ. 1952). Οι δύο πιανίστες, εδώ και αρκετές δεκαετίες, δίνουν πάντα το παρών τόσο συναυλιακά όσο και δισκογραφικά· επιπλέον μέσω αναθέσεων σε σύγχρονους συνθέτες, στοχεύουν στη διεύρυνση του ρεπερτορίου για δύο πιάνο και για πιάνο-τέσσερα χέρια. Ο πάντα γοητευτικός όσο και ελκυστικός τους τρόπος απέναντι στη μουσική που προσεγγίζουν, το αναλυτικό τους παίξιμο, η διάθεση εξερεύνησης του ήχου και των ποιοτήτων του, ο άρτιος σχηματισμός των μουσικών φράσεων και ιδίως, η ανάδειξη του χαρακτήρα και των ιδιαίτερων στοιχείων του κάθε έργου, ξεχώρισαν (και) κατά την πρόσφατη αθηναϊκή τους συναυλία: Claude Debussy (1862-1918), Six épigraphes antiques, για δύο πιάνα, Franz Schubert (1797-1828), Φαντασία, για τέσσερα χέρια, D. 940, και Igor Stravinsky (1882-1971), Le Sacre du printemps, εκδοχή για δύο πιάνα.
Προχωρώντας, η Πορτογαλίδα Maria Joãο Pires (γ. 1944) ανήκει στις πλέον αγαπημένες πιανίστες του διεθνούς κοινού. Παράλληλα με τις εμφανίσεις της σε μεγάλες αίθουσες του κόσμου, έχει προσφέρει πολλές ηχογραφήσεις αναφοράς (κυρίως για την κορυφαία γερμανική δισκογραφική εταιρεία Deutsche Grammophon), οι οποίες με την υψηλή ποιότητα και ερμηνευτική αισθητική τους, της έχουν εξασφαλίσει μία ιδιαίτερη θέση στο πάνθεον των μεγάλων, όχι απλά πιανιστών, αλλά, μουσικών!
Κατά το τελευταίο αθηναϊκό ρεσιτάλ της, που πραγματοποιήθηκε στην Αίθουσα Χρήστος Λαμπράκης, του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών (ΜΜΑ), στις 4/4, πρότεινε ένα πρόγραμμα αποτελούμενο από λατρεμένους συνθέτες της. Ειδικότερα, στο πρώτο μέρος πρότεινε τη Σονάτα αρ. 13, D. 664, του Αυστριακού Schubert, σε μια ερμηνεία που ξεχώρισε για την πνοή, τον λυρισμό και την συναισθηματική της φόρτιση. Στη συνέχεια, ξεδίπλωσε μια έξοχη σε χρώματα, φαντασία (δύσκολα φαντάζεται κανείς μία πιο ισορροπημένη εκτέλεση του διάσημου τρίτου μέρους, Claire de lune) και εκλέπτυνση λεπτομερειών, ανάγνωση της Suite Bergamasque L. 75, του Γάλλου συνθέτη Debussy. Στο δεύτερο μέρος του ρεσιτάλ της, υποστήριξε με υποδειγματική μουσική ακεραιότητα, εκφραστική δύναμη και έξοχο μουσικό όραμα την ύστατη Σονάτα για πιάνο αρ. 32, Op. 111, του Γερμανού συνθέτη Ludwig van Beethoven (1770-1827). Εκτός προγράμματος, παραμένοντας στο μπετοβενικό σύμπαν, χάρισε ένα υπέροχα λυρικό αργό μέρος, Adagio cantabile, από τη Σονάτα αρ. 8, Op. 13, γνωστής ως Pathétique. Το άφθαστο μουσικό ήθος της σπάνιας καλλιτέχνιδος επιβεβαιωνόταν σε κάθε μουσικό μέτρο που έπαιζε.
Μία άλλη διαπρεπής grande dame των πλήκτρων, η Ιαπωνίδα Dame Mitsuko Uchida (γ. 1948), που όπως και η Pires, μέσω των γεμάτων σκέψη ερμηνειών της και των πολλών βραβευμένων ηχογραφήσεών της, έχει κερδίσει εκατομμύρια θαυμαστές ανά τον κόσμο, έδωσε ρεσιτάλ στην ίδια αίθουσα, στις 24/5. Θα σημειώσουμε παρενθετικά, ότι πρόσφατα, και μετά από μακρά δισκογραφική απουσία της, κυκλοφόρησε ηχογράφησή της, των Παραλλαγών Diabelli, Op. 120, του Beethoven, η οποία ανήκει στις πλέον ενδιαφέρουσες και μουσικά αποκαλυπτικές που έχουν μέχρι τώρα καταγραφεί [Decca, 00028948528561].
Το πρόγραμμά της ήταν εντελώς ιδιαίτερο όσο και ενδιαφέρον: στο πρώτο μέρος του ρεσιτάλ συνδύασε έργα του σπουδαίου σύγχρονου Ούγγρου συνθέτη και πιανίστα György Kurtág (γ. 1926), με δύο αθάνατες σελίδες του αγαπημένου του Θεού και των ανθρώπων, Αυστριακού συνθέτη Wolfgang Amadeus Mozart (1756-1791): 1) Kurtág, Play with Infinity, από τη συλλογή Játékok (Παιχνίδια), τόμος 3, 2) Mozart, Φαντασία, KV 475, 3) Kurtág, Hommage à Schubert, Játékok, τόμος 3, 4) Kurtág, Antiphony, Játékok, τόμος 2, 5) Kurtág, Capriccio-luminoso, Játékok, τόμος 5, 6) Kurtág, Dirge 2, Játékok, τόμος 3, 7) Kurtág, Fugitive Thoughts about the Alberti Bass, Játékok, τόμος 7, 8) Mozart, Σονάτα για πιάνο αρ. 17, KV 570, και 9) Kurtág, …couple égyptien en route vers l’inconnu….
Με διεισδυτική σκέψη, διάθεση εμβάθυνσης, άψογα σμιλεμένο ήχο και συναρπαστικές διαβαθμίσεις δυναμικής και ηχοχρώματος, η Uchida υποστήριξε την ερμηνευτική της άποψη. Δυστυχώς, το κοινό ήταν μάλλον ανήσυχο, χειροκροτούσε σε ακατάλληλες στιγμές, ενώ προκαλούσε διαφόρους θορύβους, που ακούγονταν διάσπαρτοι στην αίθουσα και δυσχέραιναν την πιανίστα στη συγκέντρωσή της και στην προσπάθειά της να εκτελέσει ένα τόσο δύσκολο πρόγραμμα, τόσο από μουσικής όσο και από τεχνικής άποψης.
Στο δεύτερο μέρος του ρεσιτάλ, εξερεύνησε τον διάσημο πιανιστικό κύκλο με τίτλο Davidsbündlertänze (Χοροί των οπαδών του Δαβίδ), Op. 6, του Γερμανού συνθέτη Robert Schumann (1810-1856). Με γνώση, ιδιωματικό γούστο και διάθεση ανάδειξης των αντιθέσεων των δεκαοκτώ σύντομης διάρκειας μερών, που συναποτελούν το έργο, προχώρησε σε μία υποδειγματική ανάγνωση. Οι διάλογοι μεταξύ των δύο φανταστικών ηρώων, του σπινθηροβόλου, κυκλοθυμικού, ορμητικού και εξωστρεφούς Florestan, και του στοχαστικού, ρομαντικού και ονειροπόλου Ευσέβιου, ήρθαν στην επιφάνεια με εύγλωττο τρόπο (πρόκειται, ως γνωστόν, για τις δύο πλευρές του ίδιου του Schumann).
Το κοινό, για ακόμη μία φορά προκαλούσε θορύβους και χειροκροτούσε ανάμεσα στα μέρη: πραγματικά θαυμάσαμε την υπομονή και αυτοσυγκράτηση της μουσικού, η οποία μετά το τέλος του υπέροχου ύστατου μέρους του έργου, Nicht schnell, έμεινε για λίγη ώρα παγωμένη κοιτάζοντας τα πλήκτρα, δείχνοντας την ενόχλησή από τη συμπεριφορά μερίδας του κοινού.
Ελπίζουμε ότι τα θερμά χειροκροτήματα κατά τη λήξη του ρεσιτάλ (επιτέλους στη σωστή στιγμή!) και το γεγονός ότι πολλοί ακροατές στάθηκαν όρθιοι επευφημώντας την, να την παρηγόρησαν και να την έκαναν να νιώσει κάπως καλύτερα.
Πάντως, ευχή μας είναι, μελλοντικά να μην αρνηθεί νέα εμφάνισή της στη χώρα μας.