Η «Μπαγιαντέρα» από το Μπαλέτο της Εθνικής Όπερας της Οδησσού

 

Γράφει ο Δρ Ιωάννης H. Βλάχος*

Παρακολουθήσαμε την Μπαγιαντέρα στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, το ιδιαίτερο αυτό έργο του Λούντβιχ Μίνκους (1826-1917), Εβραιο-αυστριακού μουσουργού, που υπηρετούσε ως επίσημος συνθέτης μπαλέτου στα αυτοκρατορικά θέατρα της Αγίας Πετρούπολης και του οποίου έργα χορογραφούσαν αργότερα επώνυμοι ballet masters. Την πρώτη παγκόσμια παρουσίαση του εν λόγω έργου (Αγ. Πετρούπολη, 1877), χορογράφησε ο Μάριους Πετιπά.

Το λιμπρέτο του έργου αφηγείται μία ιστορία αγάπης, προδοσίας, φόνου και εκδίκησης που θα μπορούσε να αποτελεί και το λιμπρέτο κάποιας όπερας. Αναφέρεται στον έρωτα της Μπαγιαντέρας (Ινδής ιέρειας) Nikiya για έναν πολεμιστή, τον Solor, οι οποίοι ορκίζονται ο ένας στον άλλον αιώνια αγάπη και πίστη. Αυτό νιώσαμε όταν μετά το άνοιγμα της αυλαίας στην πρώτη πράξη, η μουσική του Μίνκους οδήγησε σε ελάχιστες χορευτικές φιγούρες, με έντονο «ινδικό στοιχείο»· όμως  ήταν απλά η εισαγωγή στην θαυμάσια συνέχεια μιας χορευτικής πανδαισίας.

Το πρώτο pas de deux των δύο πρωταγωνιστών εξέπεμπε εκτός από λυρισμό, αγάπη και ερωτισμό σε αντίθεση με το αντίστοιχο  του Solor, όταν αναγκάζεται να προδώσει την αγαπημένη του δημιουργώντας σχέση με την κόρη ενός Μαχαραγιά. Εδώ οι καλλιτέχνες, στο πνεύμα υποθέτουμε του Πετιπά, ενώ εξέφραζαν με το χορό τους αισθήματα δύο νέων που πρόκειται να παντρευτούν, έλειπε πια η αγάπη και ο ερωτισμός στην κίνηση τους!

Στην ιστορία εμπλέκεται, όπως στις όπερες, κι ένας κακός, εδώ ένας Βραχμάνος ιερέας που ερωτοχτυπημένος από την παρουσία της Μπαγιαντέρας εκδικείται για την απόρριψη που παίρνει, οδηγώντας τελικά την Nikiya στον θάνατο.

Η τελευταία σκηνή του έργου, όπου ο Solor βλέπει εν ύπνω «το Βασίλειο των Σκιών» με την αγαπημένη του, είναι και δόθηκε στην παράσταση του Μεγάρου, ως ένα από τα πιο συγκινητικά και λυρικά αποσπάσματα του κλασικού ρεπερτορίου μπαλέτου και βέβαια χειροκροτήθηκε έντονα από το πολυπληθές κοινό και τους νεαρούς θεατές που είχαν κατακλύσει την αίθουσα. Το συγκρότημα της Οδησσού απέπνεε την πλαστικότητα και την ακρίβεια των κινήσεων που διακρίνει την ρωσική Σχολή!

Σημ.: Ακούγεται ότι πολλοί χορευτές (και χορεύτριες) του μπαλέτου της Οδησσού μένουν μόνιμα πλέον στην Ελλάδα και ίσως αυτό εξηγεί γιατί πολλές από τις μπαλαρίνες είχαν χρώμα από μακρά παραμονή στον ήλιο…

 

* Ο Δρ Ιωάννης Η. Βλάχος είναι Ορθοπαιδικός – Χειρουργός, τ. Καθηγητής Παν/μίου Κρήτης