Η εκσυγχρονισμένη Carmen του Stephen Langridge

PHOTO CARMEN ΕΛΣ ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΑΘΗΝΩΝ 2016 1

Για την δεύτερη συμμετοχή της στο φετινό Φεστιβάλ Αθηνών, η ΕΛΣ, επέλεξε την Carmen του Georges Bizet, όπερα σε τέσσερις πράξεις, σε λιμπρέτο των Henri Meilhac και Ludovic Halévy, βασιμένο στην ομώνυμη νουβέλα του Prosper Mériméé. Το έργο ανέβηκε για πρώτη φορά στο Παρίσι (Opéra-Comique), τον Μάρτιο του 1875.

Η αρκετά τολμηρή υπόθεση της όπερας σοκάρισε το κοινό της εποχής: η νεαρή αξιέραστη τσιγγάνα Carmen, σαγηνεύει τον, επίσης νεαρό, δεκανέα των δραγώνων, Don José, και μετά από περιπέτειες ακολουθεί την τραγική της μοίρα στον θάνατο, δολοφονημένη από τον παράφορα και μέχρι το τέλος ερωτευμένο μαζί της δεκανέα, ο οποίος δεν θα την αφήσει στα χέρια άλλου.

Δεν άργησε να γίνει μια από τις διασημότερες όπερες του ρεπερτορίου. Γεγονός που ο συνθέτης δεν κατάφερε να διαπιστώσει, αφού έφυγε από την ζωή στις 3 Ιουνίου του 1875, σε ηλικία τριάντα έξι ετών, λίγο καιρό μετά από την πρεμιέρα. Πολλές διάσημες λυρικές τραγουδίστριες θέλησαν να ερμηνεύσουν και/ή να ηχογραφήσουν τον ρόλο της ηρωίδας.

Η ΕΛΣ είχε ανεβάσει το ίδιο έργο στο Ηρώδειο, κατά το Φεστιβάλ Αθηνών του 2007. Εννέα χρόνια μετά παρακολουθήσαμε νέο ανέβασμα, σε σκηνοθεσία του Άγγλου Stephen Langridge, γνωστό από τις συνεργασίες του με μεγάλα λυρικά θέατρα. Οι καινοτόμες ιδέες του, συνήθως διχάζουν κριτικούς και κοινό. Μολονότι πρόκειται για σκηνοθέτη που έχει ειδικευτεί στο ανέβασμα μελοδραμάτων και που σίγουρα έχει μελετήσει σε βάθος τα έργα που παρουσιάζει, συχνά βρίσκουμε ότι επιλέγει (κάτι όχι σπάνιο στην περίπτωση και πολλών άλλων συναδέλφων του) την αποδόμηση βασικών στοιχείων τους, γεγονός που αλλοιώνει την ουσία τους και, κατ΄ επέκταση, την αναιρεί.

PHOTO CARMEN ΕΛΣ ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΑΘΗΝΩΝ 2016 2Η πρόσφατη «Carmen» (παρακολουθήσαμε την πρεμιέρα, 24/7) δεν αποτέλεσε εξαίρεση. Η πλοκή μεταφέρθηκε  στην σύγχρονη Ευρώπη. Σύμφωνα με τα γραφόμενα του Langridge:  όρια και φτώχεια, ελευθερία και σκλαβιά. Δύσκολο να βρεθούν πιο επίκαιρα θέματα. Η Carmen είναι μια ιστορία για το σήμερα (βλ. Δελτίο Τύπου ΕΛΣ, Αθήνα, 20/7/2016).

Στην αρχή της παράστασης, βλέπουμε στη σκηνή ένα πολύ ρεαλιστικό ομοίωμα μεγάλου κατάμαυρου σκοτωμένου και αιματοβαμμένου ταύρου (φρικιαστικό θέαμα, και όχι μόνον για τα μάτια φιλόζωων). Πριν μεταφερθεί ο ταύρος στα παρασκήνια, ο  ταυρομάχος Escamillo, κατά την πρώτη του είσοδο, του κόβει απότομα την καρωτίδα με μαχαίρι (άραγε, δεν αναλογίστηκε κανείς ότι υπήρχαν και παιδιά στο κοινό;). Είδαμε, δεξιά στη σκηνή, έναν τεράστιο κάδο απορριμμάτων,  στο κέντρο υπήρχε ένα μεγάλο συρματόπλεγμα, το οποίο προστάτευε ένα χώρο που έμοιαζε με στρατόπεδο, στο οποίο αργότερα είδαμε να μπαίνουν μετανάστες.  Ακόμα, στην αρχή της όπερας, ο σκηνοθέτης εμφανίζει τον Don José φυλακισμένο: μέσα από το συρματόπλεγμα περιμένει συντετριμμένος την καταδίκη του, αναλογιζόμενος τα όσα συνέβησαν στό πρόσφατο παρελθόν και τα οποία το κοινό θα δει στη συνέχεια (συνεπώς, σύμφωνα πάντα με την σκηνοθετική άποψη, παρακολουθούμε την όπερα σε μορφή flashback).

Η ομάδα των συντρόφων της Carmen, λαθρέμποροι στην υπόθεση που μελοποίησε ο Bizet, εδώ μεταμορφώθηκαν από τον Langridge σε μέλη κυκλώματος διακινητών μεταναστών. Η χρήση βιντεοπροβολών χρησίμευσε στην υπογράμμιση της σκηνοθετικής άποψης (είδαμε σκουπίδια, φλόγες και σκηνές από ταυρομαχία, ανάμεσα σε άλλα). Η ματιά του σκηνοθέτη έμεινε πολύ μακριά από την σύλληψη και την ιδιαίτερα «γαλλική» μουσική σκέψη του Bizet (ακόμα και τα ισπανικά στοιχεία, σε μεγάλο μέρος «γαλλικοποιούνται» από τον συνθέτη στην παρτιτούρα του). Σίγουρα, το θέαμα κάθε άλλο παρά υπήρξε ελκυστικό για τα μάτια του κοινού. Αναρωτηθήκαμε, άραγε σε μια περίοδο δυσχερή όπως είναι η τρέχουσα, κατά την οποία ο Ελληνικός λαός ζει από τόσο κοντά το δράμα των μεταναστών, χρειάζεται να το βιώνει για άλλη μια φορά, βλέποντάς το επί σκηνής και μάλιστα μέσα μέσα από ένα έργο αρχετυπικά ερωτικό όπως είναι η “Carmen”;

Στους λυρικούς καλλιτέχνες τPHOTO CARMEN ΕΛΣ ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΑΘΗΝΩΝ 2016 6ώρα: Η Carmen της Ισραηλινής μεσοφώνου Rinat Shaham υπήρξε κατάλληλα θηλυκή. Δεν ήταν όμως ιδιαίτερη και μάλλον, όχι αρκετά “γαλλική”. Δεν απέφυγε υπερβολές στην έκφραση, στην εκφορά  των μουσικών φράσεων και στην υπογράμμιση λέξεων (λ.χ. πρώτη πράξη, Habanera και Seguidilla). Πόσο δύσκολο είναι κανείς να σταθεί στο επίπεδο και να αντιμετωπίσει έναν τόσο απαιτητικό όσο και δημοφιλή ρόλο,  όπου η σύγκριση με τις πολλές μεγάλες λυρικές καλλιτέχνιδες που αναμετρήθηκαν με εκείνον, είναι αναπόφευκτη.

Ο Don José του Αμερικανού τενόρου Leonardo Capalbo υπήρξε νεανικός και σε στιγμές, συγκινητικός. Η φωνή που διαθέτει είναι ωραίου ηχοχρώματος, ο ίδιος γνωρίζει πώς να φραζάρει με αισθαντικότητα και να φωτίζει το κείμενο. Στάθηκε και τραγούδησε, με πειστικότητα. Σημειώνουμε ότι πρόκειται για έναν από τους διαπρεπέστερους σύγχρονους τενόρους του είδους bel canto: μακάρι να τον ξαναδούμε στη χώρα μας, ίσως σε κάποια όπερα του Gaetano Donizetti (πότε άραγε το ελληνικό κοινό θα χαρεί ένα ανέβασμα του Roberto Devereux;).

Μια από τις πλέον ενδιαφέρουσες φωνές της Ισπανίας, η υψίφωνος Saioa Hernández, προστατευόμενη και μαθήτρια της συμπατριώτισσάς της, θρυλικής ντίβας, Montserrat Caballé, επωμίσθηκε τον ρόλο της Micaëla. Η μουσική που έχει γράψει ο Bizet για την Micaëla είναι απολύτως λυρική και μελωδική. Είναι η μόνη ηρωίδα της όπερας, που πραγματικά βλέπει τον Don José να οδεύει προς την καταστροφή του και προσπαθεί με κάθε τρόπο να τον σώσει και να τον επαναφέρει στον δρόμο της λογικής, χωρίς βέβαια, αποτέλεσμα. Η ωραία φωνή και άμεση έκφραση της Hernández είχαν αρκετά να προσφέρουν στον ρόλο και στις άριές του (ειδικά σε εκείνη της τρίτης πράξης, Cest des contrebandiers le refuge ordinaireJe dis, que rien ne m‘épouvante). Ωστόσο, η σκηνοθεσία και το κοστούμι (που θα ταίριαζε γάντι σε σύγχρονη γραμματέα μεγάλου επιχειρηματία), καθόλου δεν την βοήθησαν να φωτίσει την αθοώτητα της αγνής κοπέλας που ενσάρκωνε.

PHOTO CARMEN ΕΛΣ ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΑΘΗΝΩΝ 5Ο βαρύτονος Διονύσης Σούρμπης, με μεστή και καλά στηριγμένη φωνή, προσέδωσε χαρακτήρα και ενέργεια στον ρόλο του Escamillo.

Στους μικρότερους ρόλους ικανοποίησαν ερμηνεύοντας με προσοχή τα μέρη τους οι Πέτρος Μαγουλάς (Zuniga), Νίκος Κοτενίδης (Moralès), Μαρία Μητσοπούλου (Frasquita), Ελένη Δάβου (Mercédès), Κωστής Ρασιδάκης (Dancaire) και Αλέξανδρο Τσιλογιάννη (Remendado). Θα ξεχωρίσουμε τον Moralès του Μακεδόνα βαρύτονου Κοτενίδη, κάτοχου φωνής με ιδιαίτερο τίμπρο και εύρος.

Η παιδική χορωδία, προσεκτικά προετοιμασμένη από την Μάτα Κατσούλη, τραγούδησε με όρεξη και σωστή εκφορά της γαλλικής γλώσσας.

Ο αρχιμουσικός Λουκάς Καρυτινός καθοδήγησε με μουσική ωριμότητα και ταλέντο τους τραγουδιστές, την άρτια προετοιμασμένη από τον Αγαθάγγελο Γεωργακάτο χορωδία της ΕΛΣ (τα γαλλικά της οποίας, όμως, δεν ήταν πάντα άμεμπτα) και την πρόθυμη ορχήστρα. Διηύθυνε από μνήμης (δηλ. χωρίς τη βοήθεια παρτιτούρας), ένα έργο το οποίο γνωρίζει σε βάθος και αγαπάει ιδιαίτερα, όπως, εξάλλου, απέδειξε.

Τέλος, ο φλαουτίστας Θοδωρής Μαυρομμάτης, ερμήνευσε αισθαντικά και με γαλλική φινέτσα το περίφημο σόλο που ακούγεται κατά τo entr’acte που οδηγεί στην τρίτη πράξη της όπερας).

Κριτικός Μουσικής, καθηγητής Ανώτερων Θεωρητικών, Σύνθεσης και Πιάνου, πρόεδρος του Σωματείου Ελλήνων Κριτικών Μουσικής, Θεάτρου και Χορού, πρόεδρος του Διεθνούς Μουσικού Σωματείου Gina Bachauer, πρόεδρος του Διεθνούς Μουσικού Σωματείου C.V. Alkan - P.J.G. Zimmerman, καλλιτεχνικός διευθυντής του Διεθνούς Διαγωνισμού Πιάνου C.V. Alkan - P.J.G. Zimmerman και καλλιτεχνικός διευθυντής του Πανελλήνιου Μουσικού Διαγωνισμού Μαρίας Χαιρογιώργου-Σιγάρα.