Borée, à la clarté dont brillaient mille éclairs. S’est offert à mes yeux sur un sombre nuage. Alphise, m’a-t-il dit, vois les vents et l’orage. Changer ces beaux vallons en d’horribles déserts. Ces antiques palais, ton superbe héritage. Ont bravé la fureur des temps et des hivers. Ils vont céder aux efforts de ma rage. Tremble. Malheur à qui m’outrage! Je te suivrai jusqu’aux enfers. (Jean-Philippe Rameau, Les Boréades).
Στους λάτρεις της όπερας της ώριμης εποχής μπαρόκ και ιδιαίτερα σε εκείνους του κορυφαίου Γάλλου συνθέτη και θεωρητικού της περιόδου (συγγραφέα της βαρυσήμαντης Traité de l’harmonie, 1722), Jean-Philippe Rameau (1683-1764), ο μύθος -ορθότερα, διαφορετικές εκδοχές του μύθου- των Βορεάδων κάθε άλλο παρά άγνωστος είναι. Οι Βορεάδες, σύμφωνα με τη μυθολογία, ήταν απόγονοι του Βορέα, γιου του Αιόλου. Ο Βορέας και τα παιδιά του ενέπνευσαν πολλούς δημιουργούς μέσα στους αιώνες, που πρόσφεραν έξοχους καρπούς.
Παρακολουθώντας πρόσφατα (11/2), στο Θέατρο Ροές, την παράσταση της πολυσχιδούς ταλαντούχας χορογράφου-χορεύτριας Πωλίνας Κρεμαστά και της ομάδας σύγχρονου χορού Creo Dance Company, με τίτλο “Βορεάδες”, που παρουσιάζεται για δεύτερη χρονιά σε συνέχεια επιτυχούς περιοδείας σε Θεσσαλονίκη, Ιωάννινα, Ηράκλειο Κρήτης και Τρίπολη, διαπιστώσαμε ότι ο μύθος συνεχίζει πάντα να εμπνέει και μάλιστα με ιδιαίτερο τρόπο.
Ειδικότερα, η Κρεμαστά, αξιοποιώντας τις δυνάμεις των εννέα πρόθυμων χορευτών της ομάδας, δομεί μια παράσταση εκστατικής δύναμης, διάρκειας εξήντα περίπου λεπτών, δίχως διάλειμμα: θα ήταν αδύνατον να διακοπεί μίας τέτοιας ψυχολογικής έντασης διαδρομή.
Στην αρχή της παράστασης, ένας μετά τον άλλον οι χορευτές εμφανίζονται σταδιακά στη σκηνή, ως ξεχωριστές μονάδες, προκειμένου στη συνέχεια να ενώσουν τα βήματα και τις ενέργειές τους. Στο έντυπο εισαγωγικό σημείωμα της παράστασης αναφέρεται ότι: “Οι Βορεάδες, χορευτές της παράστασης, συναντιούνται τον καιρό της σύγχρονης Βαβέλ, τον καιρό που όλοι μιλούν για το τέλος της ιστορίας, για το τέλος κάθε βεβαιότητας. Συναντιούνται για να κοινωνήσουν μια νέα γλώσσα που έχει τις ρίζες της στο παρελθόν και επιθυμεί να επαναπροσδιορίσει το μέλλον.” Και όντως ο θεατής γίνεται μάρτυρας της φαινομενικά τόσο ελεύθερης (λες και ορίζεται ή επηρεάζεται αποκλειστικά από τους ανέμους), ωστόσο βαθύτατα μελετημένης κίνησης του σώματος των χορευτών, των διακριτικών χτύπων των γυμνών τους πελμάτων στο έδαφος, των ήχων που γεννούν αυτά, όπως και των γήινων χρωμάτων των ιδιαίτερα απλών ρούχων τους. Όλα επιστρέφουν στις απαρχές, εκεί που υπάρχουν οι ρίζες, εκεί που η δημιουργός του χοροδράματος αυτού αναζητεί απαντήσεις και λύσεις.
Ο αριθμός των εννέα χορευτών δίνει την ευκαιρία στην Κρεμαστά να επεξεργαστεί αντιστικτικά τις θέσεις των μελών της ομάδας σε αριθμητικούς συνδυασμούς λ.χ. 3+3+3, 4+3+2, 7+2 κ.λ.π. Βεβαίως, τον πρώτο λόγο έχει η κίνηση όλων μαζί που συνθέτουν το “ένα”, πρωταγωνιστή των επί σκηνής δρώμενων. Οι νέοι αυτοί καλλιτέχνες κάθε στιγμή έβρισκαν την ομαδική τους αναπνοή σε αρμονική μεταξύ τους σύμπραξη. Βρήκαμε ότι τούτη ακριβώς η ιδιαίτερα εκφραστική κίνηση του συνόλου λειτουργεί συχνά σαν σχολιασμός χορού αρχαίου δράματος μεταφέροντας με ευστοχία τις ανησυχίες και τους προβληματισμούς της ιδίας της ενδιαφέρουσας χορογραφίας.
Άλλος βασικός συντελεστής της επιτυχίας της παράστασης υπήρξε η εύστοχη φωτιστική τεχνική της Μελίνας Μάσχα, που έδωσε το σωστό κλίμα και εντυπωσίασε με τις διακριτικές σκιές, πίσω από τους χορευτές.
Η τόσο ταιριαστή στο πνεύμα της σύλληψης του έργου μουσική γραμμένη από τον Μπάμπη Παπαδόπουλο, ήταν γεμάτη έντονα όσο και χαρακτηριστικά ρυθμικά σχήματα, πολλά εμπνευσμένα από ελληνικούς παραδοσιακούς χορούς, ostinati περάσματα, που κλιμάκωναν τα κύματα έκστασης της χορογραφίας, και καινοτόμους ήχους. Στάθηκε σε ιδανική σύζευξη και ασφαλώς επηρέασε το νόημα της χορογραφίας (σημειώνουμε ότι η μουσική κυκλοφορεί σε CD).
Επιπλέον, μας κέντρισε την προσοχή το γεγονός ότι η Κρεμαστά ζήτησε από τους χορευτές της να κινούνται και όταν η μουσική έπαυε. Έπαυε, φυσικά μόνον ως ήχος, αλλά εξακολουθούσε να υπάρχει μέσα τους (μας). Η μουσική μετά τη μουσική. Η σιωπή μετά τη μουσική, μετά τον ήχο. Η (συν-) ένωση του αέναου παλμού, της κίνησης και της σκέψης. Η υπογράμμιση του στοχασμού, που επιστρέφει στις βάσεις του.
Σύμβουλος δραματουργίας της παράστασης είναι ο γνωστός νέος σκηνοθέτης Ορέστης Τάτσης, που μέσα από τη γνώση και την αγάπη του τόσο για τη μυθολογία όσο και –κυρίως- για το αρχαίο δράμα, έθεσε τη δική του ποιοτική σφραγίδα στην παραγωγή. Μια παραγωγή που κατά έναν τρόπο ίσως λειτουργεί ως preambulum της αρχαίας τραγωδίας που ο ίδιος τόσο ονειρεύεται να ανεβάσει. Και ναι, ελπίζουμε να του δοθεί σύντομα η ευκαιρία (ίσως ένας Ιππόλυτος να του παρείχε τη σωστή έμπνευση επιτρέποντάς του να ξεδιπλώσει το εύφορο σκηνοθετικό του ταλέντο).
Εν κατακλείδι, μία αξιέπαινη δουλειά ουσίας. Παραθέτουμε τα ονόματα των εκλεκτών χορευτών της ομάδας, εξάλλου τους το οφείλουμε: Γιώργος Αμέντας, Ερικέτη Ανδρεαδάκη, Θένια Αντωνιάδου (επίσης, βοηθός χορογράφου στην εν λόγω παραγωγή), Ελένη Βλάχου, Αγγελική Δαλαγγέλη, Ραλλού Καρέλλα, Ναταλία Μπάκα, Γιάννης Σταυρόπουλος και Στέλλα Τριπολιτάκη.
|
||||