Βέρντι στὴ «Μέτ», σφάγιο ἀτάλαντης τριάδος!

 τοῦ ΓΙΩΡΓΟΥ ΛΕΩΤΣΑΚΟΥ.

 

Τεσσαρακοστό πρώτο 2012.

Η ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΡΙΣΗ γίνεται συνεχῶς ἐντονότερα αἰσθητὴ καὶ στὴ μουσικὴ ζωή. Τελευταῖα τὸ ἐνδιαφέρον σχεδὸν μονοπωλοῦν οἱ ζωντανὲς ἀναμεταδόσεις ὄπερας ἀπὸ τὴ «Μέτ» Νέας Ὑόρκης. Δὲ ἀκούω πιὰ μυριοπαιγμένα κλασσικὰ ἔργα ἀπὸ μεγάλες ὀρχῆστρες, κι᾽ αὐτὲς ὅλο ἀραιότερες, δὲν ξοδεύομαι σὲ ταξὶ γιὰ νὰ ταξειδεύω σὲ ἐσχατιὲς τοῦ λεκανοπεδίου συγκοινωνιακὰ ἀπρόσιτες ἐπειδὴ κάπνισε σὲ μερικοὺς πολυτάλαντους νὰ ἀνοίξουν ἐκεῖ πολιτιστικὰ…ἀπόκεντρα ἐνῶ ἐκκολαπτόμενοι σολίστ ἐμφανιζόμενοι σὲ αἴθουσες τοῦ ἀθηναϊκοῦ κέντρου, προτείνουν προγράμματα τετριμμένα, δίχως Ἔντεχνη Ἑλληνικὴ Μουσικὴ. Ποιὸς νὰ τοὺς τὴ διδάξει ἀφοῦ ἐνσυνείδητα δολιοφθορέας της εἶναι τὸ ἑλληνικὸ «Κράτος»…

Στὸ θέμα μας: Τὸ σημερινὸ σημείωμα θὰ μποροῦσε νὰ τιτλοφορεῖται σεμνὰ καὶ «Βέρντι: “Χορὸς μεταμφιεσμένων” σκηνοθετημένος μεταμοντέρνα» ἀφοῦ λέξεις ὅπως ἡ γνωστὴ τοῦ στρατηγοῦ Pierre Cambronne  στὴ  μάχη τοῦ Βατερλώ (κακῶς!) δὲν πέρασαν ἀκόμη στὸ λεξιλόγιο τῆς κόσμιας κριτικῆς. Ὁπωσδήποτε «μεταμοντέρνο» κρυπτογραφικὰ σημαίνει ὅτι μονῳδοὶ, χορῳδοὶ καὶ ὀρχήστρα ἑρμήνευαν μὲν  ὡραιότατα τὸ ἀριστούργημα τοῦ Βέρντι (κείμ. Antonio Somma, α΄ ἐκτ. Ρώμη, θέατρο Ἀπόλλων, 17.2.1859), ἐνῶ θεατὴς φέρων…ὠτοασπίδες θὰ ὀρκιζόταν ὅτι τὰ ἐπὶ σκηνῆς ἦσαν 1000% ἄσχετα μὲ Βέρντι. Ἔχουν κατακλύσει πιὰ τὴν οἰκουμένη σκηνοθετικὰ φρόκαλα ποὺ σαδιστικὰ παραμορφώνουν κλασσικὰ ἔργα, τσεπώνοντας τόσα ὅσα δὲ βγάζει μιὰ ζωὴ ἀκόμη κι᾽ ἕνα βραβεῖο Νόμπελ, βέβαια ὄχι τόσα ὅσα ἀνεγκέφαλα δίποδα ποὺ γίνονται Κροῖσοι ἐντὸς 15ετίας κλωτσώντας μπάλα ποδοσφαίρου. Φυσικὰ τὰ βαρβαρικὰ περιτρίμματα κατέλαβαν καὶ τὰ παγκόσμια ΜΜΕ καὶ τὴ «Μέτ», ἐλπίζουμε ἐν μέρει.

Φυσικὰ, ἀρχίζουμε πακέτο μὲ ἕνα τρίο…σούργελο: «σκηνοθέτη» David Alden (γ. 1949), «σκηνογράφο» Paul Steinberg (ἰστότοπος ἄνευ χρονολογιῶν, πλὴν ἐντελῶς προσφάτων· διεθνὴς σταδιοδρομία) καὶ «ἐνδυματολόγο» Brigitte Reiffenstuel) Βαυαρὴ  (ἰστότοπος ὁμοίως χωρὶς ΚΑΜΜΙΑ χρονολογία· ἐπίσης διεθνὴς σταδιοδρομία).  Σκηνικὸ κατάγυμνο, γκρίζο, εὐθύγραμμο καὶ ἀπωθητικὰ γωνιῶδες (βδέλυγμα γιὰ τὸ μεγάλο Βραζιλιανὸς ἀρχιτέκτονα Νιμέγερ, λάτρη τῆς καμπύλης) ψυχοπλακωτικὰ ὑπερμοντέρνο, στὸ ὁποῖο (α΄ πράξη) κουβαλοῦν ἀνάλογα μεταλλικά γραφεῖα. Στὸ βάθος, τεράστιος πίνακας τεχνοτροπίας… Τιέπολο (Giambattista Tiepolo, 1696-1770), παρουσιάζων τὴν… πτώση τοῦ Ἰκάρου. Στὴ β΄ πράξη τὸν ψευδο-Τιέπολο ἀντικαθιστᾶ νυχτερινὸ προαστειακὸ τοπίο, τόπος τῆς ἀγχόνης ὅπου φυτρώνει τὸ ἀντερωτικὸ βοτάνι. Στὴν γ΄ πράξη (χορὸς καὶ δολοφονία), στὸ βάθος πάλλευκο ἀνάκτορο μὲ λευκοὺς κορινθιακοὺς κίονες. Ἐδῶ τὸ ὡς τώρα ἐνδυματολογικὸ ἀλαλούμ ὑποκαθιστᾶ ἀνακουφιστικὴ ὁμοιομορφία μασκοφορεμένων φράκων καὶ τουαλεττῶν. Ἀνδρικὰ κοστούμια καὶ στρατιωτικὲς στολές, ἕναν αἰώνα…ἀρχαιότερα τοῦ σκηνικοῦ: 1900-1910. Τὰ γυναικεῖα (πελάτισσες τῆς μάντισσας Οὐλρίκε, β΄ πράξη) θύμιζαν Στρατὸ Σωτηρίας. Ἡ Βαυαρὴ «ἐνδυματολόγος»,  δὲν ἤξερε κἂν νὰ ντύσει τοὺς ἄντρες άνάλογα μὲ τὸ σουλοῦπι τους: ὁ   ἀντερωτικὰ παχουλὸς βασιληᾶς Γουσταῦος, ἀμεταμφίεστος καὶ μεταμφιεσμένος, ἦταν γελοιωδέστατα ντυμένος. Ὁ γραμματέας του Ὄσκαρ (γυναικεῖος ρόλος, ἡ κοντούλα Κορεάτισσα Kathleen Kim), εἶχε μεταμφιεστεῖ σὲ Ἴκαρο… μυστακοφόρο (ἄσχετο μὲ τὸ ἔργο, συσχετίσιμο μὲ τὸν ψευδο-Τιέπολο;) μὲ φτεροῦγες καὶ κατάλευκο μονόπετο κοστούμι, μὲ μαύρη μπορντούρα στὸ πέτο. Ἡ Ἀμέλια, ζῶσα διαφήμιση τοῦ ἱστορικοῦ νεοϋορκέζικου κοσμηματοπωλείου Tiffany & Co. (ἱδρ. 1834): βαρειὰ ἀδαμαντοκόλλητα βραχιόλια καὶ στὰ δύο χέρια (τὸ ἕνα διπλό), δαχτυλίδι μὲ τεράστιο σμαράγδι, γούνα ρενάρ, νυχάρες βαθυκόκκινες κ.λπ. Μέσα σ᾽ αὐτὸ τὸ «περιβάλλον» συντονισμένης ὀμαδικῆς βλακείας καὶ ἀταλαντωσύνης, ὁ σκηνοθέτης ἀποσυντόνισε τελείως τὴν ἠθοποιΐα ὑπέροχων πρωταγωνιστῶν ποὺ καθένας λὲς καὶ φρόντιζε νὰ τὴ «βγάλει καθαρὴ» ὁλομόναχος. Στὴ λαιμητόμο τὸ τρίο σούργελο καὶ μάλιστα μετὰ ἀπὸ κινέζικα βασανιστήρια! Κρίμα μόνο στὸν ἀνυπέρβλητο μαέστρο Fabio Luisi, γιὰ τὸ ἐγκώμιό του στὴν παραγωγή, κατὰ τὴν συνέντευξη στὸ διάλειμμα. Ἂν δὲν παινέσεις τὸ… σπίτι σου…

Ὑπερθετικὰ ἐγκωμιάζουμε τὴν ἀπόδοση τῆς ὀρχήστρας (Luisi γὰρ…) ποὺ ἀπέδοσε τὴ θεία βερντιανὴ παρτιτούρα ἐρήμην θεάματος πολυδαπάνως τρισαθλίου, νοηματοδοτικὰ φωτίζοντας προσηκόντως κάθε φθόγγο, φράση, ἠχόχρωμα, φωνῶν τε καὶ ὀργάνων. Ὁ τενόρος Μarcello Alvarez (Γουσταῦος/Ρικάρντο) ἔχει μὲν μαλακὴ καὶ εὔπλαστη φωνή, ἠχητικὰ εὐγενικὴ θὰ λέγαμε, ἀλλὰ καὶ τραγουδοῦσε μὲ ἐμφάσεις (ὄχι κορῶνες) παλαιᾶς σχολῆς καὶ δὲν ἤξερε τὶ νά κάνει τά χέρια του ποὺ σαφῶς τὸν ἐνοχλοῦσαν. Ὁ ἀνύπαρκτος Ὤλντεν δὲν ἔκανε τίποτε γι’ αὐτό… Ὁ μεγάλος Ρῶσος βαρύτονος Dmitri Hvorostovsky (γ. 1962, Καλλιτέχνης τοῦ Λαοῦ), ὡς Ρενάτο, ἔδειχνε φανερὴν ἀμηχανία γιὰ τὸ ρόλο καὶ τὴν περιβολή του στίς δύο πρῶτες πράξεις, ἀλλὰ στὴν γ΄ ξεπέρασε τὸν ἑαυτό του φωνητικά, τραγουδιστικά, ὑποκριτικά: στὴν πασίγνωστη καὶ τόσο ἐμπνευσμένη ἄρια Εri tu (Σύ ἤσουν) ἦταν ἐφάμιλλος τοῦ μεγάλου Γιάννη Ἀγγελόπουλου (1880-1943). Παρενθετικά: πρὸς τὶ ἡ ἀνασουηδοποίηση τοῦ ἔργου; Καλῶς ἢ κακῶς, ἔνεκα λογοκρισίας,  καθιερώθηκε ἡ μεταφορά του στὴ Βοστώνη τοῦ 17ου αἰ. Πῶς νὰ γίνει ξαφνικὰ ὁ Ρενάτο… Ἄνκαρστρεμ―σωστὸς σκανδιναυϊκὸς γλωσσοδέτης! Κι᾽ ὅταν ὁ Γουσταῦος/Ρικάρντο, (γ΄ πράξη) ἀναγγέλλει ἐπαναπατρισμό τοῦ ζεύγους, «βάζοντας ἀνάμεσά τους τή θάλασσα», ποὺ θὰ τοὺς ἔστελνε ἀπὸ τὴ Σουηδία; Ἐντυπωσιακὴ φωνητικά, ἡ τετράπαχη μάγισσα Οὐλρίκε, ποὺ ὁ ρόλος της θυμίζει ἀρκετὰ Ἀζουτσένα («Τροβατόρε»), σκηνικὰ  θύμιζε ἀντί μαγίσσης… «μαμᾶ» χαμαιτυπείου. Ὄσκαρ, ἡ Kim, γενικὰ στρωτή, φωτεινὴ κολορατούρα μὲ μικροαιχμὲς. Πολὺ καλλίτερη ἡ δική μας Μίνα Πολυχρόνου στό ρόλο. Συγκλονιστικὴ φωνητικὰ καὶ ὑποκριτικὰ Ἀμέλια, ἡ Sondra Radvanovsky (γ. 1969), ἰδεώδης συγκερασμός φωνητικῆς φωταψίας καὶ δραματικοῦ παλμοῦ, ἐρήμην, φεῦ τῶν ἄλλων. Ἰδεώδεις φωνητικὰ-ὑποκριτικὰ ἀλλὰ καὶ διαδικτυακῶς ἀνώνυμοι οἱ βαθύφωνοι Ρίμπινγκ (ἢ Σάμιουελ) καὶ Χόρν (ἢ Τόμ). (Αἴθουσα Τριάντη 9.12.2012).

――――――――――――

Ο λύκος κι αν εγέρασε κι άσπρισε το μαλλί του, μήτε τη γνώμη άλλαξε μήτε την κεφαλή του.

Ἐφ. Ἐξπρές, Ἔτος 51ο, ἀρ φύλλου 14.855,

Παρασκ. 4-Σάβ. 5 Ἰανουαρίου 2013, σελ. 37.