Αθηναϊκή εμφάνιση του Jonas Kaufmann – Ένας σημαντικός λυρικός καλλιτέχνης για τους πολλούς, αλλά και για τους λίγους

Jonas Kaufmann και Ορχήστρα της ΕΛΣ, υπό τον Jochen Rieder (φωτο: Α. Σιμόπουλος).
Ο Jonas Kaufmann στο Ηρώδειο (φωτο: Χ. Ακριβιάδης).
Ο Jonas Kaufmann στο Ηρώδειο (φωτο: Χ. Ακριβιάδης).

Δύσκολα φαντάζεται κανείς σήμερα έναν τενόρο περισσότερο αγαπητό και τιμημένο από τον Γερμανό Jonas Kaufmann (γ. 1969). Και άλλο τόσο δύσκολα φαντάζεται κανείς ότι κάποτε, ολοκληρώνοντας το σχολείο, σχεδίαζε να γίνει μαθηματικός, ώσπου, το 1989, εγκατέλειψε την ιδέα και άρχισε σοβαρά να μελετά τραγούδι στο Πανεπιστήμιο Μουσικής και Θεάτρου του Μονάχου (Hochschule für Musik und Theater München, ιδρ. 1846). Ίσως η επιστήμη των μαθηματικών να έχασε έναν ικανό μελετητή της που ενδεχομένως να διακρινόταν στο χώρο (ποιος ξέρει), εντούτοις η μουσική κέρδισε έναν μοναδικό καλλιτέχνη ολκής, που πέτυχε να φθάσει στην κορυφή της τέχνης του.

Δεν είναι μόνο η ποιότητα της σπάνιας φωνής του που τον κάνει ξεχωριστό, είναι πρωτίστως η θέρμη της προσωπικότητάς του, μέσω της οποίας συγκινεί σε κάθε ρόλο που επιλέγει να ερμηνεύσει, τόσο τους ειδήμονες όσο και το ευρύ κοινό της όπερας. Πάντα θυμόμαστε την παράσταση του Βερθέρου (WertherJules Massenet), που είχαμε παρακολουθήσει σε ζωντανή μετάδοση από τη Μητροπολιτική Όπερα της Νέας Υόρκης (The Met), στις 15/3/2014 (Μέγαρο Μουσικής Αθηνών, Αίθουσα Χρήστος Λαμπράκης), κατά την οποία ο τενόρος είχε παραδώσει ολόκληρο τον εαυτό του στον ομώνυμο πρωταγωνιστικό ρόλο, με αποκορύφωμα τη συγκλονιστική ερμηνεία του κατά την τελευταία σκηνή του έργου, όπου ο νεαρός ποιητής τον οποίο ενσάρκωνε, έχοντας αυτοπυροβοληθεί, αιμόφυρτος αγγίζει την αγαπημένη του Charlotte, η οποία έστω και αργά, επιτέλους (!) βρίσκεται κοντά του για να δεχθεί τον έρωτά του και να του δώσει την αγάπη της: μέσω της φωνής του και της απαράμιλλης υποκριτικής του δεινότητας ο Kaufmann τα είχε δώσει πραγματικά «όλα». Θαρρούσες ότι ο μέγας Massenet είχε οραματιστεί εκείνον όταν το 1887 ολοκλήρωνε το αριστούργημά του (βλ. αναλυτική κριτική στο critics’-point, 4/4/2014). Και προφανώς, σε κάθε ρόλο που προσεγγίζει ο τραγουδιστής προσφέρει όλη του την Τέχνη με τόση γενναιοδωρία και επιτυχία (με αδημονία αναμένουμε να τον παρακολουθήσουμε ως σκοτεινό Peter Grimes, στην ομώνυμη σπουδαία όπερα του Benjamin Britten, που πρόκειται να ενσαρκώσει για πρώτη φορά στη σταδιοδρομία του, στην Κρατική Όπερα της Βιέννης, Wiener Staatsoper, τον ερχόμενο Ιανουάριο).

Στην Ελλάδα ευτυχήσαμε να τον ακούσουμε τρεις φορές κατά το παρελθόν, όλες στο Μέγαρο Μουσικής Αθηνών (ΜΜΑ, Αίθουσα Χρήστος Λαμπράκης): πιο συγκεκριμένα, το 2008 (Μεγάλοι Ερμηνευτές, όταν τον είχε συνοδεύσει η Κρατική Ορχήστρα Αθηνών), το 2011 (Liederabend, με τη συνοδεία του πιανίστα Helmut Deutsch) και το 2014 (συμμετοχή στη συναυλία της Kammerorchester Wien-Berlin). Προσπάθειες προγραμματισμού εμφανίσεών του στο Ωδείο Ηρώδου του Αττικού από την Εθνική Λυρική Σκηνή (ΕΛΣ) κατά τον Σεπτέμβριο του 2020, και εκ νέου στην Αίθουσα Χρήστος Λαμπράκης από το ΜΜΑ κατά τον Νοέμβριο του 2020, δεν καρποφόρησαν λόγω της φονικής πανδημίας, που ακόμα ταλανίζει τον πλανήτη.

Jonas Kaufmann και Ορχήστρα της ΕΛΣ, υπό τον Jochen Rieder (φωτο: Α. Σιμόπουλος).
Jonas Kaufmann και Ορχήστρα της ΕΛΣ, υπό τον Jochen Rieder (φωτο: Α. Σιμόπουλος).

Τελικά, στις 13 του φετινού Σεπτεμβρίου, χάρη στην ΕΛΣ και στη χορηγία της Rolex, μπορέσαμε να ακούσουμε τον καλλιτέχνη στο ρωμαϊκό Ωδείο, στη σκιά του Παρθενώνα. Και την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές νιώθουμε ακόμη πιο τυχεροί που επιτεύχθηκε η εμφάνισή του, καθώς μαθαίνουμε ότι λόγω κρυολογήματος ακύρωσε συναυλία του (17/9) στη βαυαρική πόλη Ansbach με τίτλο «Opera for all concert», που διοργάνωνε η  Κρατική Όπερα της Βαυαρίας (Bayerische Staatsoper), όπως και τις εμφανίσεις του (26, 29/9 και 2/10) στην  ίδια την Κρατική Όπερα της Βαυαρίας (Bayerische Staatsoper) όπου θα ερμήνευε τον ρόλο του Don Alvaro στην όπερα La Forza del Destino του Giuseppe Verdi. Του ευχόμαστε ταχεία ανάρρωση και να μπορέσει να τραγουδήσει τα ρεσιτάλ του (Liederabende, με τη συνοδεία του Deutsch) στην Αμερική, που ακολουθούν τον Οκτώβριο. Το κρυολόγημα τον ταλαιπωρούσε, όπως ο ίδιος αποκάλυψε σε συνέντευξη που έδωσε στη Γερμανία μερικές μέρες αργότερα, και κατά τη βραδιά της αθηναϊκής του εμφάνισης: όντως σε κάποιες στιγμές, ευτυχώς λίγες, νιώσαμε την προσπάθειά του να το καλύψει.

Για την συναυλία του στο Ηρώδειο επέλεξε σειρά απαιτητικών αριών κυρίως (αλλά όχι αποκλειστικά) από διάσημα μελοδράματα τα οποία τον έχουν αναδείξει, έχοντας στο πλάι του την Ορχήστρα της ΕΛΣ, υπό τον Γερμανό αρχιμουσικό Jochen Rieder (γ. 1970), σταθερό συνεργάτη του, σε συναυλίες και ηχογραφήσεις, από το 2009. Θα σημειώσουμε ότι ο τενόρος τραγούδησε δίχως ηχητική ενίσχυση, σε αντίθεση με αρκετούς συναδέλφους του που όταν τραγουδούν σε ανοιχτούς χώρους την προτιμούν.

Ειδικότερα στα μέρη από τις όπερες που προσέφερε μπορέσαμε να εκτιμήσουμε πλήρες το εύρος των σπάνιων φωνητικών και ερμηνευτικών ποιοτήτων του. Αναλυτικότερα, στην πρώτη άρια που ερμήνευσε, Recondita armonia (Giacomo Puccini, Tosca, πρώτη πράξη), η γενναιοδωρία της έκφρασής του και η προσοχή με την οποία σχημάτιζε τις φράσεις, εντυπωσίασαν. Στην romanza του Radames, Celeste Aida (Giuseppe Verdi, Aida), όπως και στην άρια του Don José, La fleur que tu m’avais jetée (Georges Bizet, Carmen, δεύτερη πράξη), εκτιμήσαμε το ζεστό όσο και σκούρο φωνητικό του ηχόχρωμα, αλλά και την ικανότητά του να εξερευνά τις δυναμικές του ήχου προκειμένου να φέρει στην επιφάνεια τα νοήματα των λέξεων του κειμένου. Επιστράτευσε τραγική εσωτερική ένταση για την ερμηνεία της άριας του Turridu, Mamma, quel vino é generoso (Pietro Mascagni, Cavaleria Rusticana). Η εκλέπτυνση του fraseggio του ήρθε στην επιφάνεια κατά τις δύο επόμενες άριες, Ô souverain, ô juge, ô père (Massenet, Le Cid, τρίτη πράξη) και Un di all’azzurro spazio (Umberto Giordano, Andrea Chénier, πρώτη πράξη). Το επίσημο μέρος του προγράμματός του ολοκληρώθηκε με την άρια του πρίγκιπα Calaf, Nessun dorma  (Puccini, Turandot, τρίτη πράξη), όπου το υπέροχο legato, ο φωνητικός έλεγχος αλλά και εκείνος της τεχνικής, οδήγησαν σε μια αξιομνημόνευτη ερμηνεία.

Τα χειροκροτήματα του κοινού ήταν έντονα και ενθουσιώδη, με αποτέλεσμα ο αγαπημένος καλλιτέχνης να ανταποκριθεί προσφέροντας με τη γνωστή του εκφραστική αμεσότητα και ευφράδεια αρχικά, την άρια του Mario Cavaradossi, E lucevan le stelle (Puccini, Tosca, τρίτη πράξη), πόσο εξαίσιες υπήρξαν εδώ οι αποχρώσεις δυναμικής του piano, στη συνέχεια, το ναπολιτάνικο τραγούδι, Core ‘ngrato (Salvatore Cardillo), ύστερα, την άρια, Dein ist mein ganzes Herz (Franz Lehár, Land des Lächelns) και τέλος, με αφοπλιστική γοητεία, το ναπολιτάνικο τραγούδι, Non ti scordar di me (Ernesto De Curtis).

Η ορχήστρα της ΕΛΣ, υπό τον Rieder, άνοιξε τη συναυλία με την Εισαγωγή στην Όπερα Norma (Vincenzo Bellini), και στη συνέχεια, ανάμεσα στις άριες, ερμήνευσε το Πρελούδιο από την Όπερα Aida (Verdi), την Aragonaise και τον Χορό των Τσιγγάνων (Danse Bohéme, Bizet, από τις Σουίτες Carmen αρ. 1 και αρ. 2, αντίστοιχα), το Intermezzo από την Όπερα Cavaleria Rusticana (Mascagni), την Εισαγωγή στην Όπερα La Forza del Destino (Verdi), το Πρελούδιο Le dernier sommeil de la vierge (Η Κοίμηση της Θεοτόκου) από την τέταρτη πράξη του Ορατορίου La Vierge (Massenet) και το Intemezzo από τη δεύτερη πράξη της Όπερας Manon Lescaut (Puccini). Καίτοι η ορχήστρα μάς είχε ασφαλώς κερδίσει μέσω της προσεγμένης απόδοσής της κατά το Gala της Anna Netrebko (Καλλιμάρμαρο, 10/7/2020, βλ. critics’ point, 20/8/2020), εδώ κρίθηκε κάπως διεκπεραιωτική: παράλληλα, σημειώσαμε προβλήματα τονικής ακρίβειας, και όχι μόνον στα πνευστά, έλλειψη ομαδικής αναπνοής (πόσο θα θέλαμε να άκουγαν οι μουσικοί της με περισσότερη προσοχή ο ένας τον άλλον) και έναν ήχο ελάχιστα δουλεμένο, δίχως πραγματικό legato, και ενίοτε προβληματικό, αφού στις δυναμικές πάνω από το forte απειλούσε να καλύψει την απολύτως ηχηρή φωνή του αστέρα τενόρου. Ο Rieder έδειξε κατανόηση προς τις επιθυμίες του Kaufmann, αλλά και προς τις μουσικές και τεχνικές απαιτήσεις του, ωστόσο, κατά την άποψή μας, δεν κατάφερε να επιβληθεί στην ορχήστρα.

Θα ολοκληρώσουμε με την προσδοκία (που είναι πράγματι παρόμοια με εκείνη την οποία είχαμε εκφράσει ακούγοντας και την Netrebko στην Αθήνα), η ΕΛΣ να πετύχει τη μετάκληση του Kaufmann για το ανέβασμα μίας πλήρους σκηνοθετημένης όπερας. Αυτό θα ήταν ένα πραγματικό δώρο για το αθηναϊκό κοινό!

 

Jonas Kaufmann και Ορχήστρα της ΕΛΣ, υπό τον Jochen Rieder (φωτο: Α. Σιμόπουλος).
Jonas Kaufmann και Ορχήστρα της ΕΛΣ, υπό τον Jochen Rieder (φωτο: Α. Σιμόπουλος).
Κριτικός Μουσικής, καθηγητής Ανώτερων Θεωρητικών, Σύνθεσης και Πιάνου, πρόεδρος του Σωματείου Ελλήνων Κριτικών Μουσικής, Θεάτρου και Χορού, πρόεδρος του Διεθνούς Μουσικού Σωματείου Gina Bachauer, πρόεδρος του Διεθνούς Μουσικού Σωματείου C.V. Alkan - P.J.G. Zimmerman, καλλιτεχνικός διευθυντής του Διεθνούς Διαγωνισμού Πιάνου C.V. Alkan - P.J.G. Zimmerman και καλλιτεχνικός διευθυντής του Πανελλήνιου Μουσικού Διαγωνισμού Μαρίας Χαιρογιώργου-Σιγάρα.