Έναρξη νέας καλλιτεχνικής περιόδου του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών με ένα ποιητικό ρεσιτάλ του Evgeny Kissin

Ο πιανίστας Evgeny Kissin.
Ο πιανίστας Evgeny Kissin.
Ο πιανίστας Evgeny Kissin.

 

Με ιδιαίτερη ικανοποίηση βρεθήκαμε μετά από αρκετούς μήνες (ο χρόνος εν μέσω πανδημίας φάνταζε ατελείωτος), στις 24/9, στην Αίθουσα Χρήστος Λαμπράκης του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών (ΜΜΑ), προκειμένου να παρακολουθήσουμε ρεσιτάλ του Ρώσου ποιητή των πλήκτρων Evgeny Kissin, το οποίο εγκαινίασε τον κύκλο τριών βραδιών με γενικό τίτλο «Piano Masters», αλλά και την νέα καλλιτεχνική περίοδο του ΜΜΑ.

Το ρεσιτάλ του αστέρα πιανίστα δόθηκε περίπου δύο εβδομάδες προτού γίνει πενήντα ετών (γ. 10 Οκτωβρίου 1971). Και πόσο δύσκολο είναι να πιστέψουμε το γεγονός ότι έφθασε κιόλας σε αυτή την ηλικία αυτός ο άλλοτε νεαρός μουσικός, τον οποίον είχαμε πρωτοθαυμάσει τον Δεκέμβριο του 1988 (31/12/1988), σε τηλεοπτική μετάδοση σημαντικής συναυλίας από το Βερολίνο, στο πλάι του βετεράνου μάγου της μπαγκέτας Herbert von Karajan (1908-1989), ο οποίος τον καθοδηγούσε με πατρική στοργή και πολύτιμη γνώση στα μονοπάτια του κοσμαγάπητου Κοντσέρτου αρ. 1, Op. 23, του Pyotr Ilyich Tchaikovsky (1840-1893). Βεβαίως, ο Kissin είχε ήδη πριν από την εν λόγω σύμπραξή του με τον von Karajan και τη Φιλαρμονική του Βερολίνου εντυπωσιάσει το κοινό τόσο στη Ρωσία όσο και στην Ιαπωνία, αλλά εκείνη ακριβώς η εμφάνισή του ήταν που έστρεψε τα φώτα του παγκόσμιου μουσικού ενδιαφέροντος πάνω του. Και έκτοτε η σταδιοδρομία του κινήθηκε με σταθερά βήματα προς λαμπρές επιτυχίες και με στόχο την ερμηνευτική ποιότητα-τελειότητα.

Στο παρελθόν, το κοινό της χώρας μας έχει θαυμάσει αρκετές φορές τον Kissin στην Αθήνα, κυρίως σε εμφανίσεις του στο ΜΜΑ. Ο συντάκτης του παρόντος κριτικού σημειώματος τον θυμάται τόσο στην Αθήνα, όσο και σε έξοχες εμφανίσεις του στη Βιέννη (25 και 27/1/2005, Μεγάλη Αίθουσα Musikverein, κύκλος Κοντσέρτων για πιάνο του Ludwig van Beethoven, 1770-1827, με τη Συμφωνική της Βιέννης, υπό τον Lawrence Foster) και στο Verbier. Στις περιοδείες του, ο καλλιτέχνης συνοδευόταν από τους γονείς του και από την λατρεμένη του Δασκάλα Anna Pavlovna Kantor (1923-2021), η οποία τον δίδαξε από τα τρυφερά κιόλας παιδικά χρόνια του που σπούδαζε στο Μουσικό Σχολείο Gnessin και στάθηκε κοντά του, ως επιστήθια φίλη, μέχρι το τέλος της ζωής της που έφθασε στις 27 Ιουλίου φέτος, όταν έκλεινε για πάντα τα μάτια στην ηλικία των 98 ετών.

Δεν είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς ότι η απουσία ενός τόσο σημαντικού προσώπου από τη ζωή του πιανίστα είναι οδυνηρή (η προχωρημένη ηλικία αγαπημένων προσώπων που φεύγουν, συνήθως αποτελεί μόνο μικρή παρηγοριά στις καρδιές όσων μένουν πίσω για να τους θυμούνται), επομένως γεμάτο νόημα υπήρξε η επιλογή του να αφιερώσει το αθηναϊκό του ρεσιτάλ στη μνήμη της εκλιπούσης. Οφείλουμε να ομολογήσουμε ότι μπόλιασε με μία ιδιαίτερη συγκίνηση όλες τις ερμηνείες της βραδιάς.

Το πρόγραμμα εγκαινιάστηκε με την Τοκάτα και Φούγκα για εκκλησιαστικό όργανο, BWV 565, του Johann Sebastian Bach (1685-1750), σε μεταγραφή για το πιάνο που κατέγραψε ο Karl Tausig (1841-1871). Ο τελευταίος, που έφυγε τραγικά νωρίς από τη ζωή, στα είκοσι εννέα του μόλις χρόνια, υπήρξε μαθητής του Franz Liszt (1811-1886) και στενός φίλος τόσο του Richard Wagner (1813-1883), όσο και του Johannes Brahms (1833-1897). Ο ονομαστός αρχιμουσικός και πιανίστας Hans von Bülow (1830-1894) τον υποστήριξε πολύ, ιδιαιτέρως κατά τα πρώτα χρόνια της καριέρας του: σε ιδιόγραφη επιστολή (ιδιωτική συλλογή), που χρονολογείται 28.12.1858, έτος που ο Bülow πρωτοπαρουσίασε τον νεαρό βιρτουόζο σε μεγάλη συναυλία στο Βερολίνο, τον ονομάζει «πραγματικό μου ιδιοφυή νεαρό φίλο» (γερμ. mein wirklich genialer junger Freund). Kι όντως υπήρξε ιδιοφυής, καταθέτοντας, σύμφωνα  με μαρτυρίες της εποχής, ερμηνείες γεμάτες φλόγα και όραμα. Ο Kissin, κατά την μπαχιανή μεταγραφή του Tausig, πέτυχε να φέρει στην επιφάνεια πλήρη τη φλόγα της Τοκάτας, αποκαλύπτοντας τη δεξιοτεχνική της γραφή που συνδυάζεται με  αυτοσχεδιαστικό οίστρο. Στο τμήμα όπου ξεδιπλώνεται η Φούγκα, ο ίδιος φρόντισε προσεκτικά για την ανάδειξη της πολυφωνίας, των μιμήσεων και των διαλόγων μεταξύ των φωνών, όπως και για των φωτισμό των αναπτύξεων κατά τη διάρκεια των επεισοδίων.

Στη συνέχεια, υποστήριξε μία ερμηνεία γεμάτη λυρισμό και ευαισθησία της Σονάτας αρ. 31, Op. 110, του Beethoven (1770-1827), προτελευταίας των τριάντα δύο σονατών που συναπαρτίζουν τον μνημειώδη μπετοβενικό πιανιστικό κύκλο, τον οποίον τόσο εύστοχα ο Bülow ονομάζει Καινή Διαθήκη όλων των εκτελεστών του πιάνου (γερμ. Das Neue Testament aller Klavierspieler). Κάθε φράση της σονάτας προέκυπτε με προσοχή και με ιδιαίτερη σημασία στα ζητούμενα της παρτιτούρας: o πιανίστας έδωσε έμφαση στις ενδείξεις cantabile και amabilità, που σημειώνονται από τον μουσουργό στην αρχή του εναρκτήριου μέρους, Moderato cantabile molto espressivo. Στο δεύτερο μέρος, Allegro molto, εξερεύνησε με νόημα τους συγκοπτόμενους ρυθμούς και τις χαρακτηριστικές όσο και απότομες εναλλαγές δυναμικής. Στο τρίτο μέρος, Adagio ma non troppoAllegro non troppo, φώτισε τη μελαγχολική και απολύτως θρηνητική διάθεση της μουσικής, ενώ στη συνέχεια υπογράμμισε με νόημα τα ποικίλα μουσικά στοιχεία, ιδίως τις τόσο ιδιαίτερης σημασίας σχέσεις μεταξύ των διαστημάτων των μουσικών φθόγγων όπως επίσης και των τρόπων μέσω των οποίων μεταμορφώνεται το θέμα της θαυμάσιας τρίφωνης φούγκας, με την οποία καταλήγει το έργο.

Λόγω των προληπτικών υγειονομικών μέτρων κατά της πανδημίας του κορονοϊού, δεν πραγματοποιήθηκε διάλειμμα, κι έτσι, ο Kissin προχώρησε στην εκτέλεση μίας ενότητας αποκλειστικά έργων του Frédéric Chopin (1810-1849), τα οποία συναπάρτισαν το δεύτερο μέρος του ρεσιτάλ του: Μαζούρκες Op. 7, αρ. 1, Op. 24 αρ. 1 και αρ. 2, Op. 30 αρ. 1 και αρ. 2, Op. 33, αρ. 3 και αρ. 4, και Andante Spianato και Μεγάλη Πολωνέζα Brillante, Op. 22. Εδώ και δεκαετίες, οι ποιότητες του μουσικού απέναντι στις σοπενικές σελίδες κάθε άλλο παρά άγνωστες είναι, καθώς ο ίδιος από νωρίς στη ζωή του ένιωσε πολύ κοντά στην καρδιά του το σύμπαν του μεγάλου Πολωνού. Ερμηνεύοντας τις μαζούρκες, έργα εμπνευσμένα από τον ομώνυμο παραδοσιακό πολωνικό χορό (τον οποίον ενίοτε συναντάμε και ως mazur), φρόντισε με απέριττο όσο και ιδιωματικό τρόπο για την ανάδειξη της αισθαντικότητάς τους και του προσωπικού τους ύφους, που συχνά είναι βουτηγμένο μέσα στη στοχαστική θλίψη. Το έργο Andante Spianato et Grande Polonaise Brillante τον βρήκε σε εξίσου έξοχη φόρμα: εδώ, είχε την ευκαιρία να καταθέσει τόσο το ωραίο βελούδινο legato του, όσο και την απόλυτη δακτυλική του κυριαρχία κατά τη δεξιοτεχνική Πολωνέζα.

Η επιλογή των τριών encores που σφράγισαν τη βραδιά, έγινε με σκέψη και κρίθηκε πολύ ενδιαφέρουσα. Συγκεκριμένα, αρχικά πρόσφερε μία ανάγνωση θρησκευτικής ηρεμίας και αγαλλίασης του Χορικού Nun komm der Heiden Heiland, BWV 659, του Bach, στη γνωστή του μεταγραφή από τον Ferruccio Busoni (1866-1924, έργο το οποίο, θα σημειώσουμε, είχε απαθανατίσει με αποκαλυπτικό-εξομολογητικό ερμηνευτικό τρόπο για λογαριασμό της δισκογραφικής εταιρείας Deutsche Grammophon, το 1985, κατά τη δύση της ζωής του, ο αξέχαστος Vladimir Horowitz, 1903-1989). Στη συνέχεια, αλλάζοντας εντελώς ύφος, πρότεινε μία αστραφτερή εκτέλεση της Σπουδής αρ. 10, Op. 25, του Chopin, και τέλος, μέσα σε κλίμα εύθραυστης μελαγχολίας, που τόσο ωραία έστησε, κατέθεσε το θεσπέσιο Valse Op. Posth. 70, αρ. 2, το οποίο ο Chopin έγραψε για τη γοητευτική Γερμανίδα πιανίστα και συνθέτρια Anna Caroline Oury (1808-1880), ζητώντας της μάλιστα, να μην το κοινοποιήσει. Ιδανικό μουσικό καληνύχτισμα.

Κριτικός Μουσικής, καθηγητής Ανώτερων Θεωρητικών, Σύνθεσης και Πιάνου, πρόεδρος του Σωματείου Ελλήνων Κριτικών Μουσικής, Θεάτρου και Χορού, πρόεδρος του Διεθνούς Μουσικού Σωματείου Gina Bachauer, πρόεδρος του Διεθνούς Μουσικού Σωματείου C.V. Alkan - P.J.G. Zimmerman, καλλιτεχνικός διευθυντής του Διεθνούς Διαγωνισμού Πιάνου C.V. Alkan - P.J.G. Zimmerman και καλλιτεχνικός διευθυντής του Πανελλήνιου Μουσικού Διαγωνισμού Μαρίας Χαιρογιώργου-Σιγάρα.