της Χριστίνας Κόκκοτα
φιλολόγου-θεατρολόγου
Οτιδήποτε και να γράψει κανείς για τον «Άμλετ» θα είναι λειψό και κατώτερο των πολλαπλών μηνυμάτων του. Θα το ξεπερνά το ίδιο το σαιξπηρικό έργο, ένα κοσμογονικό δράμα, ένα ποίημα χωρίς όρια, θα το επικρίνει ο ομώνυμος ήρωάς του, που ζει μέσα στους αιώνες πέρα από το κείμενο, πέρα από το θέατρο, πολύσημος και πολυπρισματικός, απεριόριστος σε κάθε ερμηνεία.
Τραγωδία πολιτική, φιλοσοφική και ποιητική συγχρόνως διεκδικεί, όσο καμία άλλη, την μοναδική σε ένταση σχέση του κεντρικού της προσώπου με το απόλυτο και τον μηχανισμό της ιστορίας, τη μοίρα και την ανθρώπινη κατάσταση. Ο στοχαστικός και μελαγχολικός πρίγκηπας της Δανίας εξαναγκασμένος να ζει σ’ έναν σάπιο και διεφθαρμένο κόσμο, ηθικά διαβρωμένο από τη βία της εξουσίας και τη φιληδονία, την καχυποψία και την υποκρισία, υπόκειται σε ένα καθεστώς ανθρωπίνων πραγμάτων που υπερβαίνει τις αντοχές του.
Η συνάντηση του Άμλετ με το Φάντασμα του δολοφονημένου πατέρα του δεν πυροδοτεί μόνο την πλοκή αλλά και λειτουργεί ως εκλυτικός παράγοντας για τη μετάβασή του από τη λογική στην υπέρβαση. Απότοκός της η ηθελημένα αινιγματική συμπεριφορά του, που κορυφώνεται μέσα από παράφορες αντιπαραθέσεις με τα πρόσωπα του περιβάλλοντός του, τον Λαέρτη και την Οφηλία, τον Πολώνιο και τη μητέρα του Γερτρούδη.
Έχοντας να αντιμετωπίσει μία παράλογη πραγματικότητα, στην οποία βασιλεύει το έγκλημα και ο φόβος επισκιάζει κάθε αίσθημα, καταφεύγει στην προσποιητή τρέλα. Ως εξαίρετος ηθοποιός φοράει τη μάσκα του τρελού με πρώτο θύμα της υπόκρισής του την Οφηλία. Άλλωστε σ’ ένα ετοιμόρροπο ιδεολογικά σύμπαν δεν υπάρχει θέση για τον έρωτα ούτε για καμιά ανθρώπινη σχέση. Σε μια χώρα, που μοιάζει με φυλακή, διατηρεί το προνόμιο της μοναχικής του ελευθερίας, που δεν επιθυμεί ή δεν χρειάζεται την αγάπη.
Αποκορύφωμα όμως της συσσωρευμένης θεατρικότητας του Άμλετ είναι η σκηνοθετημένη από τον ίδιο σκηνή των θεατρίνων η παράσταση των οποίων λειτουργεί ως ιδεώδης ποντικοπαγίδα, που συλλαμβάνει την ένοχη συνείδηση του μηχανορράφου και σφετεριστή Κλαύδιου, ξεγυμνώνονται και αντικατοπτρίζοντας τις κηλίδες της ψυχής του. Άλλωστε και στη φονική κατακλείδα του δράματος – ένα συλλογικό σφαγείο με οκτώ πτώματα, πρωτοφανές ακόμα και για τα μέτρα μιας σαιξπηρικής τραγωδίας, ο γοητευτικός πρίγκηπας ηθοποιούς – υποκριτές της ζωής σκοτώνει…!
Πως, λοιπόν, μπορεί να ερμηνευθεί ένας πολλαπλός ήρωας σαν τον Άμλετ, που συνυφαίνει αντινομίες και αμφιθυμίες – θεωρητικός και πρακτικός συγχρόνως, εσωτερικά ελεύθερος αλλά και δέσμιος των καταστάσεων που του επιβάλλονται, μαθητευόμενος της ζωής αλλά και του θανάτου, κατατρυχόμενος από ηθικές αμφιβολίες και εναγώνια υπαρξιακά ερωτήματα, στοχαστικός, ιδεολόγος και οραματιστής, αλλά και μηδενιστής, εμπαθής, παράφορος και κτηνώδης μαζί; Πώς μπορεί να σκηνοθετηθεί ένα δράμα, που απορροφάει μέσα του όλα τα προβλήματα της ανθρώπινης κατάστασης πάνω από χρόνο και τόπο;
Ο Μανώλης Δούνιας με τη συνέργεια του Αιμίλιου Χειλάκη πέτυχαν να πλησιάσουν τον ιδεώδη Άμλετ που και πιστός στον Σαίξπηρ είναι και ταυτόχρονα σύγχρονος, όχι αναγκαστικά επικαιροποιημένος αλλά κοντά στην εμπειρία, στην αγωνία και την ευαισθησία μας παρά τη σαθρή εποχή μας. Με συντομευμένο αναγκαστικά τον ιστό του μακροσκελούς κειμένου και με τη δράση άλλοτε αφηγημένη και άλλοτε παιγμένη, η παράστασή τους συνδυάζει τη φρεσκάδα του νέου με την επιστροφή σε αρχετυπικές θεατρικές φόρμες και τεχνικές.
Παλαιικά σύνεργα της θεατρικής τέχνης – χρήση απόκοσμης μάσκας για την απόδοση της υπερβατικής ζωής του πατρικού φαντάσματος, κούκλας εύστοχα μικρής προς υποδήλωσή της ποταπού και δουλοπρεπούς Πολώνιου αλλά και σκηνικά αντικείμενα εμβληματικά χαρακτήρων και συμβολικά καταστάσεων – αιώρα και άνθη για την ποιητικότητά της τής τρυφερής Οφηλίας, καθρέφτης για την αυτοσυνειδησία της συνένοχης στο έγκλημα Γερτρούδης – προσδίδουν στη σκηνογραφία συμπρωταγωνιστικό ρόλο.
Τιτάνιο το εγχείρημα του Αιμίλιου Χειλάκη να αναμετρηθεί με ένα έργο κοσμογονικής πνοής – και μόνο γι’ αυτό θα αρκούσε να θεωρηθεί αξιέπαινος. Αν και μάλλον αδύναμος στην απόδοση των άλλων ρόλων, διέρχεται με εξαιρετική ερμηνευτική σύνεση μέσα από την πολυπρισματικότητα του Άμλετ, εστιάζοντας με αποτελεσματικότητα σε επιλεγμένες πτυχές της απύθμενης μορφής του. Χαμηλόφωνος περισσότερο παρά κραυγαλέος, διαπερνά τον θεατή με το πλάσιμο μιας μοναχικής και στοχαστικής παρουσίας, που αγωνίζεται μέσα από την εσωτερική του βάσανο να περάσει από τη σκέψη στη δράση, δηλώνοντας «παρών» στο σάπιο καιρό μας.
Κάτι υγιές συμβαίνει στη σκηνή του «Απόλλωνα», που αξίζει να το μοιρασθούμε.
Αναδημοσίευση από την Εφημερίδα «ΠΕΛΟΠΟΝΝΗΣΟΣ» 28/12/2013